Το ζουμί (διάφορα υγρά) που μπορούν να προκύψουν (στάξουν, καταποθούν, παρθούν) απ' τον πρωκτό.
Βλ. καμιά τσόντα ή αναζητήστε κανένα πρωκτό.
Το ζουμί (διάφορα υγρά) που μπορούν να προκύψουν (στάξουν, καταποθούν, παρθούν) απ' τον πρωκτό.
Βλ. καμιά τσόντα ή αναζητήστε κανένα πρωκτό.
Got a better definition? Add it!
Παπιέ ντε τουαλλέτ, κωλόχαρτο, εξευγενισμένο όμως, ώστε να το χρησιμοποιούμε κάθε μέρα.
Περιφρονητικό και αυτό για πτυχία κλπ...
- Αγάπη μου, μην ξεχάσεις τυρί, ρύζι, γάλα και ένα πακέτο όχαρτα.
- Εντάξει μωρό μου...
- Πέντε χρόνια πανεπιστήμιο και τι πήρα; Αυτό το όχαρτο!
Got a better definition? Add it!
Υπάρχουν τρεις μεγάλες και συχνά αλληλοκαλυπτόμενες κατηγορίες σκαταδούρας:
Λολοπαίγνιο, εν πάτση περιπτώσει, στην σκαρταδούρα.
1.
Αλεξη προσεξε δεν θελουμε κι αλλους ΔΟΥΡΕΙΟΥΣ ΙΠΠΟΥΣ .Μαζεψαμε ολο το..βαθυ ΠΑΣΟΚ μην παρουμε και τη σκαταδουρα που εχει σκοπο να μας διαλυσει
2.
Αυτο απ την αλλη βολευει τους καθηγητες γιατι αυτοι ασχολουνται με «σοβαρες» δουλειες και βαζουν τους κατωτερους να βγαλουν την σκαταδουρα
3.
Για κοιτάξτε προσεκτικά τη σκαταδούρα που επιπλέει στην περιοχή που οι αγωγοί είναι σπασμένοι και όλη η δυτική Ιτέα βρωμάει!
Got a better definition? Add it!