Further tags

Η κατάσταση υπερβολικής βαρεμάρας, η πλήρης έλλειψη ενδιαφέροντος, το συναίσθημα έπειτα από πολλή δουλειά.

Συναντάται συνήθως στην έκφραση «σκατίλα, σκουλαμέντρα και μπαμπάχνα».

Διαβάζω όλη μέρα ρε φίλε, τρελή σκουλαμέντρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πολλή βρώμα που έχει πιάσει στρώμα (μάκα) και μάλιστα έχει πετρώσει. Υπερθετικός της μπίχλας.

Σφουγγάρισε ρε και μια φορά εδώ μέσα! Σκουλαμέντρα έπιασε...

Got a better definition? Add it!

Published

Μικροαντικείμενο (βίδα, παξιμάδι, σφήνα κλπ) που χρησιμοποιείται για την κατασκευή / επιδιόρθωση / συναρμολόγηση άλλου αντικειμένου (μεγαλύτερου και πιο σύνθετου). Το αποκαλούμε έτσι όταν γνωρίζουμε τη χρήση του αλλά δε γνωρίζουμε την ονομασία του.

- Ρε Τάσο… πιάσε ρε αυτό το παπάριτζερ να το βάλουμε στο σασμάν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απαντάται σε ομήγυρη που συζητεί. Στέκει ακίνητος/η και αμίλητος/η σαν βαλσαμωμένος/η, με βλακώδες ύφος, παρόμοιο του χάνου ή προσφάτως τουφεκισμένου πουλιού.

  1. Προφανώς ή έχει πλήρη μεσάνυχτα επί οποιουδήποτε θέματος ή αδιαφορεί.
  2. Καλύτερος τρόπος αντιμετώπισης του/της είναι η αδιαφορία.

Από αυτά τα δύο προέρχεται και η λέξη (ignore = αδιαφορώ, άγνοια).

Ιγνοράνος η γκόμενα του Σάκη. Τρεις ώρες μιλάγαμε και στο τέλος που σηκώθηκαν να φύγουν είπε «καληνύχτα». Ε τότε κατάλαβα ότι δεν είναι μουγκή.

Got a better definition? Add it!

Published

θα προτείνω ως FTP το for the papar.

Κοινώς για το παπάρι.

Βαγγέλας: Τελικά πώς ήταν το πάρτυ;
Μήτσος: For the papar!

Got a better definition? Add it!

Published

Ετυμολογία: αγγλ. M.I.L.F., επιθ. προσδ, χαϊδ. μιλφάκι. Γυναίκα μεγαλύτερης ηλικίας με προκλητική εξωτερική εμφάνιση.

  1. - Πωπω ρε Λάκη κοίτα μια μιλφού που μπήκε.

  2. - Ρε συ φόρτωσα ένα μιλφάκι προχτές, όλα τα λεφτά.

μιλφογιατρίνα να μιλάει για \'\'τεράστιο αριθμό αλλοδαπών\'\' (από soulto, 13/03/15)

Αρχικά της φράσης: Mother I'd Like to Find/F*ck (από την ταινία «American Pie»)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σικάγο ονομάζεται σε διάφορα μέρη της Β. Ελλάδος η γνωστή σε εμάς ουγγαρέζα, ζαμπονοσαλάτα κ.ά.

- Πιάσε ένα ψωμάκι απ' όλα με σικάγο!

Got a better definition? Add it!

Published

Στο φτερό, στο τσακ-μπαμ. Παράγεται από τις λέξεις «ρόφτε(φτερό)» και «μπαμ».

-Κάτσε λίγο ρε συ να πάρω μια κρέπα..
-Άντε μαλάκα, στο ρόφτεμπαμ, μας περιμένουν!

Got a better definition? Add it!

Published

Όρος που λέγετε για ένα ύφος (tech step) της drum and bass σκηνής . Tα drum beats τους πάνε σαν «τουφ-τσικ».

- Παίζει ένα καλό πάρτυ d&b το Σάββατο. Είσαι μέσα ; - Τι παίζει τουφτσίκ και έτσι ;

Got a better definition? Add it!

Published

Συντομογραφία για το αγγλικό «For The Penis» και σημαίνει για τον πούτσο literally!!

Ftp είστε όλοι ρε. Για να κουνιόμαστε λίγο να τελειώνουμε καμιά φορά..

Got a better definition? Add it!

Published