Το κατάστημα που πουλάει δίσκους μουσικής.

Μοναξιά, λοιπόν. Η μοναξιά του να διαφέρεις – απόλυτα καθολική, δεδομένου ότι, στ’ αλήθεια, διαφέρουμε όλοι μας. Η μοναξιά του να μην είσαι πάντα ή πια αρεστός σε εκείνους που κάποτε ένιωθαν ότι τραγουδούσες για εκείνους. Η μοναξιά του να μην είσαι αρεστός στον ίδιο σου τον εαυτό. Δεν μας τα είπε, άραγε, όλα όταν εξομολογήθηκε; «Μες στα δισκάδικα όταν βρίσκω / πελάτες άγνωστους ν’ ακούν δικό μου δίσκο, νιώθω μυστήρια ταραχή και φεύγω αμέσως από κει».΄Είναι δυνατόν, σκέφτομαι; Και όμως το λέει: «Δεν τα υποφέρω τα τραγούδια μου, και προπαντός όταν μου μοιάζουν / όλα εκείνα π’ αγαπώ είν’ αλλωνών κι αλλιώς φαντάζουν». Και κάπως έτσι αισθανόμαστε όλοι σαν κοριτσάκια «που ’χουνε σύρματα στα δόντια ή σπυράκια»: «Αν δε σας φαίνεται μελό, τον εαυτό μου αντιπαθώ […] Μα μπαίνει η άνοιξη στην πόλη, κι απ’ τ’ ανοιχτό λεωφορείο μου φαίνεστε όλοι / τόσο γλυκούτσικοι κι αχνoί στη θερινή σας τη στολή». (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Το μαγαζί με φλιπεράκια, δηλαδή ηλεκτρομηχανικά παιχνίδια, όπου ο παίκτης, χειριζόμενος κάποιους μοχλούς, προσπαθεί να κατευθύνει μια μπαλίτσα ανάμεσα από κάποια εμπόδια και προς ορισμένους στόχους.

  1. Το πιο θρυλικό φλιπεράδικο της Θεσσαλονίκης έγινε 40 ετών. Ο πιο αυθεντικός... καουμπόη πόλης κάνει κουμάντο στο «Ελ Πάσο». Στο μπιλιαρδάδικο "Ελ Πάσο" στη Θεσσαλονίκη ο χρόνος έχει σταματήσει προ πολλού. Ένα μαγαζί που άνοιξε τη δεκαετία του 70, άλλαξε ιδιοκτήτες και κατέληξε στα χέρια του Χρήστου Παυλίδη, έχει μεγαλώσει γενιές και γενιές. Έχει κάτι ξεχωριστό αυτό το τεράστιο ημιυπόγειο στην Αγίου Δημητρίου. Κάτι που μόνο αν πας μπορείς να το αντιληφθείς. Μια ατμόσφαιρα που ανάλογα τη δεκαετία που διανύεις, σου δημιουργεί διαφορετικές μνήμες. Όλοι, είτε τα έχουμε ζήσει από πρώτο χέρι, είτε τα θυμόμαστε μόνο μέσω ταινιών, ή σαν αχνές μνήμες από παιδικά χρόνια με γονείς, έχουμε κάτι που μας δένει με τις προηγούμενες δεκατίες. Το μαγαζί "Ελ Πάσο" ονομάστηκε έτσι, όχι γιατί ο ιδιοκτήτης είχε σχέσεις με το Τέξας, αλλά γιατί, τότε, στα τέλη της δεκαετίας του '70, αρχές '80, τα μαγαζιά είχαν τέτοια ονόματα, καουμπόικα, εξωτικά, ξένα. Είναι γνωστά άλλωστε τα στέκια των παλιών στη Θεσσαλονίκη με αντίστοιχα ονόματα - "Αρζεντίνα", "Σάντα Μόνικα", "Σαν Σαλβαντόρ" κ.ο.κ. "Εμείς τελικά λέγαμε ότι το Ελ Πάσο λέγεται έτσι γιατί εδώ...γίνονται μονομαχίες!". Σαν καουμπόυδες λοιπόν παίζουμε μπιλιάρδο, πινγκ πονγκ και τάβλι, ενώ ψάχνουμε να βρούμε τι μας συνδέει με το χτες.(Εδώ).
  2. Το πιο αυθεντικό φλιπεράδικο. Αμέτρητες παρέες, φοιτητές, ζευγάρια αλλά και μοναχικοί πότες έχουν καθίσει στα τραπέζια του, έχουν παίξει φλίπερ και μπιλιάρδο, έχουν τεστάρει τη συγκέντρωση τους στα βελάκια, έχουν ανταλλάξει θυμωμένες μπαλιές στο πινγκ πονγκ. Ίσως πήγαινε ο πατέρας σου, ίσως εσύ, ίσως κάποιος γνωστός σου σου έχει ήδη πει για αυτό το μέρος. Αν γεννήθηκες στα 80s ή έζησες στα 80s ή αγάπησες τα 80s, είσαι ό,τι πρέπει για το Ελ Πάσο. (Εδώ).
  3. Τα χρόνια των 80s και 90s άφησαν ανεξίτηλο το αποτύπωμά τους στην ποπ κουλτούρα, και στη Θεσσαλονίκη κάποιοι νοσταλγοί αυτών των δεκαετιών βρήκαν τον τρόπο να κρατήσουν ζωντανό το πνεύμα τους. Από φλιπεράδικα και arcades μέχρι vintage ρούχα και παραδοσιακά γλυκά, η πόλη φιλοξενεί αυθεντικές γωνιές που αναβιώνουν τη γοητεία εκείνων των εποχών. Ο χώρος του Ελ Πάσο, το ARCADES.GR και καταστήματα όπως το V for Vintage και το Oldd Fashion προσφέρουν μια ιδιαίτερη εμπειρία στους επισκέπτες, ενώ παράλληλα το ιστορικό ζαχαροπλαστείο στη Δορκάδα φέρνει γεύσεις από μια άλλη εποχή. Σε αυτούς τους χώρους, η Θεσσαλονίκη ζει και αναπνέει με τη ρετρό αισθητική της και τη νοσταλγία για τις εποχές που έχουν αφήσει πίσω τους κάτι μοναδικό. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Ένεκα που η ανάπτυξη της τεχνολογίας έθεσε τέλος σε πολλά πράγματα και καταστάσεις, έτσι και η έλευση του βίντεο αρχικά και των ντιβιντί αργότερα, καθώς και η ραγδαία πώληση πορνοταινιών στα περίπτερα (έναντι του κλασικού καλυμμένου χώρου των βίντεοκλαμπ) οδήγησε τα παραδοσιακά τσοντάδικα του ορισμού σε παρακμή, αλλά δημιούργησε την εξής διεύρυνση του όρου: Αντί για τους παραδοσιακούς κινηματογράφους πορνοταινιών, τσοντάδικα πλέον αποκαλούνται τα εξειδικευμένα βίντεοκλαμπ που πουλάνε (πλέον και ενοικιάζουν όπως και τα παραδοσιακά βιντεοκλάμπ) πορνοταινίες, ήτοι τσόντες, για όλα τα γούστα και διαθέσεις.

Η τωρινή έννοια του τσοντάδικου δεν κάνει διαχωρισμό ανάμεσα στο κατάστημα με σταθερή έδρα και σε αυτό που δραστηριοποιείται εμπορικά μέσω του διαδικτύου. Και τα δύο είναι εξίσου τσοντάδικα, εφόσον η πραμάτεια τους αφορά προϊόντα του συγκεκριμένου κλάδου. Επίσης, δεν έχει σημασία αν τα ίδια τα καταστήματα αυτοπροσδιόριζονται ως sex shop, καθότι το μεγαλύτερο μέρος των εμπορευμάτων τους αφορά ταινιακό υλικό (στην Ελλάδα πάντα, στο εξωτερικό δεν είναι ο κανόνας -για την ακρίβεια, εκεί συχνά υπάρχει διαχωρισμός μεταξύ των καταστημάτων που πωλούν ερωτικά αξεσουάρ και εξαρτήματα, και αυτών που δραστηριοποιούνται στις ταινίες και το έντυπο υλικό), άρα στην συνείδηση του ευρύ κοινού παραμένουν τσοντάδικα.

Ενίοτε δε, τσοντάδικα αποκαλούνται και απλά οι ιστοσελίδες πορνογραφικού ή αισθησιακού περιεχομένου, δείγμα της συγχρονίας του όρου με τις τωρινές εξελίξεις.

Βλ.επίσης τσόντα.

  1. Εμ δεν έχω forum για blogs, τσοντάδικο έχω. Πώς αλλιώς να εξηγήσω τον τόσο μεγάλο αριθμό ατόμων που έρχονται στο forum για το μοναδικό ουσιαστικά blog που υπάρχει με θέμα το sex;

Το τελευταίο διάστημα 9 από τα 10 top keywords που έψαχνε ο κόσμος ήταν σχετικά με sex. Το δέκατο είχε σχέση με χρήματα.

Αξιοσημείωτη όμως είναι η πρώτη τριάδα που έχει ως εξής:

  1. ερωτικες ιστοριες
  2. ερωτικεσ ιστοριεσ
  3. ερωτικές ιστορίες

Για να είναι περισσότερο ολοκληρωμένη η φράση, να προσθέσω ότι το keyword “ερωτικές ιστοριες” καταλάμβανε την έβδομη θέση, ενώ το keyword “ερωτικες ιστορίες” την δέκατη.

Όπως παρατηρούμε λοιπόν, η αναζήτηση της φράσης με σωστή ορθογραφία πήρε την τρίτη θέση, ενώ η ίδια φράση χωρίς τόνους είχε τον τριπλάσιο αριθμό ατόμων.

Τι είπαμε πως ψάχνουν οι Έλληνες στο internet; (Από εδώ)

  1. Απ' το μεσημέρι ψάχνω τη Visa μου.
    Ήμαρτον. Και θέλω να πληρώσω τη συνδρομή στο τσοντάδικο. (Εκεί)

  2. Το Τσοντάδικο κανονικά τον λένε βιντεο κλαμπ Έβδομη Τέχνη. Αλλά επειδή, εκτός από μερικά μπιμούβια για ξεκάρφωμα βασικά έχει τσόντες το λέμε έτσι. Μιλάμε για πολύ τσόντα. Ό,τι ανωμαλία θες ο Ίγκι το 'χει ή θα σ' το βρει. Που κανονικά δεν τον λένε Ίγκι άλλα Μπίλι αλλά επείδη είναι σαν τον Ίγκι Ποπ στα νιάτα του τον λέμε έτσι. Εκεί που λες μαζέυονται διάφοροι μαλάκες να δουν τι καινουριο παίζει στο χώρο του πορνό κι άμα είσαι καλός πελάτης ο Ίγκι ξηγιέται ουισκάκι. Άρχιδια μέρος για να πάω αλλά μόνο εκεί μπορούσα να πιω κάτι τζάμπα. (Παραπέρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified