Η φράση αυτή χρησιμοποιείται όταν θέλουμε να πούμε ότι κάποιος ένω περπατούσε γλίστρησε και έπεσε.
-Γιατί περπατάς έτσι;
-Γλίστρησα από το χιόνι και έφαγα σάρα!
Η φράση αυτή χρησιμοποιείται όταν θέλουμε να πούμε ότι κάποιος ένω περπατούσε γλίστρησε και έπεσε.
-Γιατί περπατάς έτσι;
-Γλίστρησα από το χιόνι και έφαγα σάρα!
Δες και ρίχνω, τρώω, πέφτω. Πτώσεις: μπίστος, σαβούρδα, σαβούρτα, σαβούρντα, σαβούρα, σάρα, σούπα, στρόφι.
Got a better definition? Add it!
Ημι-μάγκικη έκφραση η οποία σημαίνει ότι έχω πετύχει την μέγιστη δυνατή ταχύτητα του οχήματός μου και συνεχίζω ακάθεκτος. Παρομοίως: το σανιδώνω, πάω με τα χίλια, πάω γαμιώντας.
-Ρε Μήτσο, κάνε λίγο άκρη τη νταλίκα να κατέβω μισό... κατουριέμαι...
-Αδέρφι, δε ξέρω αν το 'χεις καταλάβει, αλλά έχουμε πιάσει τελικές εδώ πέρα...
Βλ. και φουλάρω, τελικιάζω, κομμάτια, πηγαίνω, τέζα
Got a better definition? Add it!
Γρήγορα.
Με το που είδα τα μπατσόνια την έκανα με τις μπάντες.
Got a better definition? Add it!
Got a better definition? Add it!
Οδηγώ με υπερβολική ταχύτητα.
- Πώωω, χθες το βράδυ με πιάσανε οι τροχόμπατσοι και με ξέσκισαν εντελώς...
- Γιατί;
- Πήγαινα κομμάτια με το αμάξι, δεν φορούσα και ζώνη... Γάμησέ τα!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Σε κατάσταση αναμονής, αργά-αργά, χαλαρά.
- Δεν σε βλέπω και πολύ καλά...
- Είμαι λίγο στο ρελαντί, αλλά θα πάρω μπρος, πού θα πάει...
Got a better definition? Add it!
Έχω διακοπτόμενη λειτουργία του εγκεφάλου είτε λόγω δυσλειτουργικής διάταξης των σχετικών νευρώνων είτε λόγω κάποιου σκουρδουμπλούκου που μου 'χει κάτσει, είτε γιατί τόσο μου κόβει ρε παιδάκι μου.
Συνήθως αναφέρεται και σε περιπτώσεις όπου το δυστυχές υποκείμενο είναι τόσο μπερδεμένο που αντιμετωπίζει και προβλήματα στην ομιλία του και κομπιάζει, θυμίζοντας αυτοκίνητο που έχει τραβήξει σκουπιδάκια στη μηχανή. Δράμα δηλαδή και μη γελάει κανείς με τον πόνο του συνανθρώπου του. Ντροπής πράγματα...
- Εεεε, δηλαδή, εννοώ ότι...
- Τι ρε Νώντα;
- Ρε παιδί μου, αφού... Δηλαδή... Έεε...
- Εξ και ξερός ρε μαλάκα. Ρετάρεις και μας έχεις γκαστρώσει. Βγάλτο να τελειώνουμε!
Got a better definition? Add it!
Φράση που κανονικά χρησιμοποιείται από τους καυλοτίμονους, δηλούσα την πρόθεση του ομιλούντος να μην ισιώσει για κανένα λόγο. Ή θα πηγαίνω με τις πόρτες, ή δε θα πηγαίνω καθόλου.
Από μη καυλοτίμονους, αλλά καυλοτιμονίζοντες ή/και καυλοτιμονίσαντες κατά την εφηβική ηλικία, χρησιμοποιείται ως συνώνυμο του «μέχρι τελικής πτώσεως», «ώς το τέρμα» και άλλα τέτοια ευφυή.
- Σιγά μην πιάσω δουλειά ρε και σιγά μην πάω στρατό. Μάστερ, διδακτορικό, σπουδές με το πλάι κι όσο πάει.
- Στρατό να πας, για να έχεις να κάνεις λήμματα στο σλανγκ τζηάρ. Τι τουτού έχεις;
- Ντεσεβό, γιατί;;
- ...
Got a better definition? Add it!
Κινούμαι με αυτοκίνητο πάνω σε στροφή με μεγάλη ταχύτητα, χωρίς να εκτροχιαστώ. Χρησιμοποιείται και σε τρίτο πρόσωπο με υποκείμενο το ίδιο το αυτοκίνητο.
- Ήθελε ο μαλάκας ο χοντρός να πάρει τη στροφή σαν τρένο και σκάσαμε πάνω στον τοίχο.
- Γαμώ τα αμαξάκια πήρα μάγκα, παίρνει τις στροφές σαν τρένο.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Χρησημοποιείται υποτιμητικά όταν «μάγκας» γκαζώνει απότομα μηχανή, αυτοκίνητο, παπάκι. Προέρχεται από το βίτσισμα του αλόγου ή καλύτερα του γαϊδάρου για να πάει γρηγορότερα.
Ββββββββββρρρρρρρρρρρρρνννννννννν...
-Το βιτσίζει το καγκούρι.
Got a better definition? Add it!