SLANG.gr
  • Ελληνικά
  • Sign up or log in
  • Lemmas
  • Definitions
  • Comments
  • Tags
  • Members
  • Forum
  • New definition

Tagged definitions (1)
Showing 1-1 from 1

Selected tags

  • αιδοίο
  • ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ: Μέρη του λόγου - Ουσιαστικό
  • καθαριότητα
  • ΦΟΡΤΙΣΗ: βρισιά

Further tags

  • ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ: Σχήμα λόγου - μεταφορά
  • ΠΕΡΙΟΧΗ: Πελοπόννησος
  • σεξουαλικό
  • τοπικός ιδιωματισμός
  • ΦΟΡΤΙΣΗ: σεξιστικό
  • Many comments none
  • A Z
  • Newer Older
  • Recently commented Earlier

μπουγαδοτρίφτης

Το μουνί, το μπουγαδοκόφινο. Κυρίως στη φράση «της μάνας σου ο μπουγαδοτρίφτης» (στην πυργιώτικη slang).

- Τι μουνάρα είσαι εσύ, μάνα μου!
- Της μάνας σου ο μπουγαδοτρίφτης, παλαιόπουστα!

Got a better definition? Add it!

  • αιδοίο
  • ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ: Μέρη του λόγου - Ουσιαστικό
  • ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ: Σχήμα λόγου - μεταφορά
  • καθαριότητα
  • ΠΕΡΙΟΧΗ: Πελοπόννησος
  • σεξουαλικό
  • τοπικός ιδιωματισμός
  • ΦΟΡΤΙΣΗ: βρισιά
  • ΦΟΡΤΙΣΗ: σεξιστικό

Published 2010-04-13 21:22:04+00:00
Last modified 2015-05-31 06:00:42+00:00

Αλάριχος Τεκέλογλου

Αλάριχος Τεκέλογλου

  • 165
  • 194
  • Terms & Conditions
  • Privacy Policy
  • Contact

© SLANG.gr 2006-2015

Sign up or log in

Login

I forgot my password!

New member registration

Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.