Εκ των χύσαμε και όλοι. Ηχοποίητη λέξη με προφανές σεξουαλικό περιεχόμενο.

Σημαίνει συνήθως εδέσματα ή ποτά άθλιας ποιότητας.

- Χθες βράδυ μας είχε τραπέζι η Γεωργία.
- Τι σας τάισε;
- Χυσαμόλι! Τι να μας ταΐσει ρε μαλάκα αυτή; Την ξέρεις να μαγειρεύει;

- Μμμμ, πείνασα. Έχει τίποτα;
- Ναι, άνοιξ' το ψυγείο, έχει χυσαμόλι! Τι να 'χει μωρή μαλάκω, αφού δε μαγείρεψες τίποτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το συσσωρευμένο και, ενδεχομένως, πηγμένο σπέρμα που προκύπτει από εκτεταμένη ξηρασία, μακρά περίοδο αγαμίας.

Απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής μετά από τέτοιες περιόδους ξηρασίας (αν και όταν, με το καλό), καθώς κομμάτια μυτζήθρας είναι δυνατόν να προκαλέσουν τραυματισμούς καθώς εκτοξεύονται από το ανακουφισμένο πέος μαζί με τα υπόλοιπα φλόκια.

Συνίσταται η χρήση ειδικής καπότας από κέβλαρ.

- Κάνε κανά ψυχικό ρε Ματούλα! Κοντεύω να ανοίξω τυροκομείο από τη τόση μυτζήθρα που έχει μαζέψει το παπάρι μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο αγγλικός όρος είναι baking powder και σημαίνει σκόνη ανεβάσματος κέικ. To μπέϊκιν παόυντερ, είναι διογκωτικό υλικό και πιο συγκεκριμένα είναι σκόνη που περιέχει διττανθρακικό νάτριο (σόδα μαγειρέματος) και χρησιμοποιείται για να φουσκώνει τη ζύμη στο ψήσιμο, σε κέικ, και αφράτα γλυκά του τηγανιού όπως οι βάφλες, τηγανίτες κλπ.

Οταν στη συγκεκριμένη περίπτωση ο ποιητής χρησιμοποιεί τον όρο, παρομοιάζει το φούσκωμα της ζύμης, με τη φουσκωμένη κοιλιά μιας γυναίκας στην περίοδο εγκυμοσύνης της και θεωρεί ως μπέϊκιν παόυντερ το ευθύβολο σπέρμα του άντρα που είναι υπεύθυνο για αυτήν την εγκυμοσύνη.

- Ρε μαλάκα, μπορεί να 'χεις παιδί απ’ την πρώτη σου γυναίκα, αλλά ξεκόλλα απ’ την αρνητικότητα σου. Έχεις ξαναπαντρευτεί και μάλιστα με νέα γυναίκα. Είναι σωστό να της στερείς τη χαρά της μητρότητας;
- Γιατί ρε; Τώρα στα μεσοκοπήματα πάλι μωρά και κούνιες;
- Πώς να στο πω, πιο απλά ρε… Αν δε θες περικοκλάδες, στάξε λίγο μπεϊκιν παόυντερ … και δε θα μετανιώσεις. Αλλιώς φιλαράκο θα βοηθήσει άλλος τη σπερματοδιψάζουσα γυναίκα σου να φτιάξει το γλυκό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified