Τρακαδόρος τσιγάρων.
Πάλι τρακαστράτο καπνίζεις;
Τρακαδόρος τσιγάρων.
Πάλι τρακαστράτο καπνίζεις;
Got a better definition? Add it!
Πρακτικός, συνήθως περιπλανώμενος ιατρός (τις παλαιότερες εποχές), ο σκιτζής ιατρός.
Παλιός, κλασσικός όρος, που δεν πρέπει να λείπει από το λεξικό αυτό.
- Δεν φταίει κανείς άλλος, φταις εσύ, που πίστεψες αυτόν τον κομπογαννίτη, ότι με την λοσιόν που σου πούλησε θα έβγαζες μαλλιά!
Κακοτεχνίτες: αλμπάνης, καλαμπόρτζης, κομπογιαννίτης, μπασματζής, ξυλοσχίστης, σκιτζής.
Got a better definition? Add it!
Τύπος αεριτζή, τρακαδόρου, που κυκλοφορεί με ακάλυπτες επιταγές.
Ο ακάλυπτος ήταν χαρακτήρας κωμικής σειράς που ενσάρκωνε ο ηθοποιός Α. Καφετζόπουλος.
Got a better definition? Add it!
Κάτι είναι μούφα όταν είναι ψεύτικο ή φτιαχτό ή δεν είναι καλό.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified