Είμαι άφραγκος. δεν έχω σάλιο. Δεν υπάρχει ούτε φλούδα στην τσέπη.
- Πώς πας οικονομικώς;
- Με δουλεύεις; μου λείπουν 99 ευρώ για να κάνω κατοστάρικο.
Είμαι άφραγκος. δεν έχω σάλιο. Δεν υπάρχει ούτε φλούδα στην τσέπη.
- Πώς πας οικονομικώς;
- Με δουλεύεις; μου λείπουν 99 ευρώ για να κάνω κατοστάρικο.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Υποδηλώνει ότι κάποιος είναι τόσο άφραγκος που, ψάχνοντας όλο και πιο βαθιά στην τσέπη του να βρει λεφτά, καταλήγει να πιάσει τελικά την κάλτσα του.
Got a better definition? Add it!
Η κατάληξη των κόμικ Λούκυ Λουκ χρησιμοποιείται όταν θέλουμε να πούμε ότι κάποιος είναι μόνος του σε μια προσπάθεια και δεν βρίσκει συμπαράσταση από κανέναν.
Όπως όταν λέμε: «Ένας κούκος δεν φέρνει την άνοιξη».
Ωχ αδερφέ! Εγώ θα βγάλω το φίδι από την τρύπα; Αφού το βλέπετε ότι είμαι ένας φτωχός και μόνος καουμπόυ!
Λουκυλουκικά: είμαι ένας φτωχός και μόνος καουμπόυ, λούκυ λουκ, ο/η πιο ... ανατολικά του Μισσισσιπή, Παλούκι Λουκ, πιο χαζός κι απ' τον Άβερελ, πίσσα και πούπουλα, Ραντανπλάν.
Got a better definition? Add it!
Το «φτωχικό» χρησιμοποιείται μεταφορικά. Αναφέρεται δηλαδή σε κατάσταση ευφορίας, χλίδα, αρχοντιλίκι.
Κοπιάζω σημαίνει «κάνω τον κόπο», πηγαίνω. Κοπιάζω στο φτωχικό σημαίνει πηγαίνω και συμμετέχω κι εγώ σε αυτήν την ευχάριστη κατάσταση, είτε είναι δική μου, είτε άλλου.
Εμπνευσμένο από παλιές Ελληνικές ταινίες. Ίσως ο πρωταγωνιστής Ξανθόπουλος, προσκαλεί έτσι άτομα στο σπίτι του. Αυτά έρχονταν από μακρυά και με τα πόδια φυσικά. Πού αυτοκίνητα, συγκοινωνίες αλλά και εισιτήριο για συγκοινωνίες τότε. Κόπος πραγματικός το ποδαράτο στο μακρινό σπίτι.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified