Ελληνική απόδοση επιμελώς αναχρονιστικού καλλιτεχνικού ρεύματος των steampunk: το λογοτεχνικό ή εικαστικό σκηνικό συνήθως συνίσταται σε κάποιο εναλλακτικό παρελθόν (μεσαίωνας, βικτωριανή εποχή, άγριο ουέστ) όπου επικρατεί μια επινοημένη ρετροφουτουριστική τεχνολογία με βάση τον ατμό.

Σημαντική επιρροή στην ατμοπάνκ άσκησαν φουτουριστές συγγραφείς του 19ου αιώνα τ. Ιουλίου Βερν αλλά και ορισμένα πρώιμα κινηματογραφικά σάι-φάι τ. Metropolis του Πριτς [του]](http://www.slang.gr/definition/26123-o-onoma-o-eponymo) Λανγκ. Αδιαμφισβήτητη μητέρα όλων των ατμοπανκιών είναι ο Terry Gilliam, από τα πρώτα του ούμπερ-φάνκυ ανιμέησο στο Monty Python's Flying Circus μέχρι τους ανύπαρκτους κουρδιστούς του μηχανισμούς στο Brazil.

Πέρα της λογοτεχνίας και των κάθε λογής εικαστικώνε, η ατμοπάνκ αποτελεί φυλή και ρετροφουτουριστικό λαϊφστάϊλ.

1.
η Cassandra Clare επιδεικνύει την ανυπότακτη συγγραφική της αλχημεία, αναμειγνύοντας κοινωνικούς περιορισμούς και εξωπραγματικές μάχες σε ένα καυτό ατμοπάνκ μυθιστόρημα

2.
Όπως ένας αριστοτέχνης αρχιτέκτονας που κατασκευάζει ένα μνημειώδες οικοδόμημα, η Fisher τοποθετεί κάθε αφηγηματικό λίθο με φροντίδα, εναλλάσσοντας συμβάντα μεταξύ του ατμοπάνκ εσωτερικού της φυλακής, και της πολυτελούς σε υφή εξωτερικής κοινωνίας η οποία έχει αλυσοδεθεί σε μια αμετάβλητη Εποχή δέκατου έβδομου αιώνα

3.
Τι θα φορούσε μια ατμοπάνκ που ασπάζεται τον ρετροφουτουρισμό; Τολμηρή εμφάνιση για τολμηρές περιπέτειες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λεξιπλασία του Τζίμη Πανούση, προερχόμενη δηλονότι από το life-style και τον Ιωσήφ Βησσαριώνοβιτς Τζουγκασβίλι, τουπίκλην Στάλιν.

  1. Η κυρίως έννοια είναι το λαϊφστάιλ των σκληροπυρηνικών κουκουέδων, δηλαδή η απόλυτη αντίθεση στο καπιταλιστικό λαϊφστάιλ. Πρόκειται για το στυλ της Παπαρήγα της καλής, για ένα στυλ, όπου πρυτανεύει η απλυσιά, οι αξύριστες μασχάλες και, στις συντρόφισσες, φούστες τ. χριστιανόφουστα, γενικά όλα όσα μπορούν να εμπνεύσουν επαναστατική αλληλεγγύη και συντροφικότητα, αμέριστη αφοσίωση στον επαναστατικό αγώνα και σεξ απήλ μόνο για τεκνοποίηση των μελλοντικών μελών του κόμματος (trivia: sex στα λατινικά σημαίνει κόμμα). Επίσης, παντελή αδιαφορία για παρακμιακά φαινόμενα, όπως image-making, debates κ.ο.κ.

  2. Η παραπάνω είναι η ορθόδοξη έννοια. Με την ευρεία έννοια ο όρος μπορεί να χαρακτηρίσει το λαϊφστάιλ κάθε αριστερίζοντος, έτσι όπως περιγράφεται γλαφυρά σε λήμματα του athens as it really is, του Χαλικούτη, του Ιησού κ.ά. Λ.χ. πρόκειται για το λατέρνατιβ στυλ ενός νεανία αλτερνιού, που δεν έχει απαραίτητα ασχημindie, αλλά μπορεί και να έχει ομορφindie. Περιλαμβάνει οπωσδηπότουσλυ διακοπές στην Ίφκινθο και μαγείρεμα με το αλάτι από την μπαρικάδα Ιφκίνθου, χαϊμαλιά, τζιβομπίχλες, και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις. Με ευρύτατη καθόλου ορθόδοξη έννοια μπορεί να δηλώσει και το λάιφσταϊλ συνασπισμένου νεανία με μπόλικη τσίπρα μέσα του, κουκουλοφλώρου ή και το στυλ της διαδήλωσης.

  3. Τέλος, μπορεί καταχρηστικά να χρησιμοποιηθεί και για το ψαγμένο λαϊφστάιλ ψαγμένου αριστεροκράτη Μαρξ εντ Σπένσερ, που στην ιδανική αισθητική περίπτωση μπορεί να αποτελεί το αντίστοιχο του ναζιάρη στο έτερο άκρο του πολιτικού φάσματος (άλλωστε τα άκρα συμπίπτουν). Χαρακτηριστικές περιπτώσεις οι εστέτ Luchino Visconti, Heiner Muller και πολλοί άλλοι.

Ασίστ: Vrastaman.

«Από την εποχή του Λωτ μέχρι την εποχή του Λόττο το λαϊφστάιλ παίζει σημαντικό ρόλο στο πλασάρισμα των πολιτικών αρχηγών εκτός από την περίπτωση της συντρόφισσας της Αλέκας όπου σε αυτή την περίπτωση διαφοροποιείται κάπως και γέρνει προς το λαϊφστάλιν με τα δολοφονικά πατρόν της Ιωσηφίνας της δολοφονικής λούγκρας του βορρά με το παχύ μουστάκι». (Τζίμης Πανούσης, Δούρειος Ήχος, 1/6/09).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified