Ο οπαδός της ομάδας της Α.Ε.Κ. εκ του ορίτζιναλ. Έχει μάλλον θετική χροιά αναδεικνύοντας (ενίοτε) τους οπαδούς της Κούλας ως αλήτικα τζόβενα με οριτζιναλιά ένα πράμα.

Σχετικά: φλωρίτζιναλ, αεκάκι, ΑΕΚάρας, Αεκ(ι)τζής, Κούλα, χανούμα, χανούμι, χανούμισσα, τούρκοι, τουρκόσπορος, πριγκιπέσσα.

  1. παντως η αληθεια ειναι οτι τουρκους λενε και τους αεκτζηδες, αλλα δε νομιζω να σηκωνε κανεις στη σκεπαστη τουρκικη σημαια (θα μαζευε αρκετες) παρ'ολο που στα οριτζιναλια παιζουν πολλοι αναρχοαυτονομοι (Εδώ).

  2. Τέλος να πούμε ότι ΑΕΚ θύμιζαν μόνο τα 200 οριτζινάλια που έδωσαν βροντερό παρών στο γήπεδο. (Εδώ).

  3. Ενας μόνο τόλμησε να πάρει το μέρος του Ντέμη κι έφαγε στοαυτοκίνητό του τα γιαούρτια που προφανώς δεν προορίζονταν για τονίδιο: ο Ψαριανός. Και μάλλον κατάλαβε εκείνες τις δύσκολες ώρες,όταν προσπαθούσε να μιλήσει και του ορμούσαν και τον έκραζαν απόκάτω τα οριτζινάλια, τι σημαίνει να έχεις τέτοιους συμμάχους στηνόποια προσπάθειά σου που, από τη στιγμή που δεν θα τους κάνεις τοχατίρι, θα στραφούν εναντίον σου. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Nτεφορμέ-ντεφορμάρισμα: Όρος κατ' αρχήν ποδοσφαιρικός (που πέρασε και σε όλα τα αθλήματα), που αναφέρεται σε ομάδα ή σε συγκεκριμένο παίκτη ή παίκτρια. Ο όρος προέρχεται από τη γαλλική λέξη «déformé(e)», που σημαίνει παραμορφωμένος, εκτός σχήματος, παραποιημένος, εκτός φόρμας (και με την αθλητική έννοια).

Ας ξεκινήσουμε από το σύνολο. Μία ομάδα είναι ντεφορμέ, όταν πάει σκατά (σε απόδοση), σε σχέση με την εικόνα που είχε στα φόρτε της (στο φορμάρισμα της). Όπως και στη ζωή, έτσι και στα αθλήματα, η ζωή κάνει κύκλους κατά το ο,τι ανεβαίνει κατεβαίνει, ο,τι γυρίζει σταματά. Για να μην κουράζω με άπειρες λεπτομέρειες, φανταστείτε θεωρητικά ότι μια ομάδα έχει τις άλφα δυνατότητες (βάση ρόστερ, προπονητικού τιμ, διοίκησης). Όταν η απόδοση συμβαδίζει με το τέλειο, τότε μιλάμε για φορμάρισμα, δλδ η ομάδα αποδίδει κοντά στο 100%. Όταν αυτό το ποσοστό πέσει κάτω του 50% (για κάποιο εύλογο διάστημα), τότε μιλάμε για ντεφορμάρισμα, δλδ η ομάδα είναι ντεφορμέ. Αυτό πάντα συμβαίνει, και οι λόγοι πολλοί και διάφοροι. Ψυχολογική ή σωματική κούραση, γρίνες, ατυχίες λάθη προπονητικά, και ενίοτε ο αμφίδρομος (δλδ ψιλοπουστράκος) Ερμής. Σε επίπεδο μεμονωμένου παίκτη, επίσης υπάρχει ντεφρομάζ. Εκεί που κάποιος βγάζει μάτια, ξαφνικά τζίφος.

Στα ατομικά αθλήματα ισχύει το ίδιο. Απλά εδώ έχουμε λιγότερους παράγοντες για ντεφορμάρισμα, αφού μιλάμε για έναν αθλητή και άντε το πολύ δύο τρεις προπονητές.

Στη σλανγκ τώρα (ώρα δεν ήταν;) χρησιμοποιούμε τον όρο, όταν δεν έχουμε διάθεση, ή όταν για οποιονδήποτε λόγο δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι, που υπό φυσιολογικές συνθήκες (ή στις μεγάλες φόρμες μας) θα γουστάραμε πολύ.

-Τον τελευταίο μήνα όλο μπακούρης μας εμφανίζεσαι. Γεράσαμε Μουσιού Καζανόβα, και τα πιπίνια μας αγνοούν;
-Σσσσς ρε! Δεν είναι ώρα να κρεμάσω τα παπούτσια μου. Διανύω περίοδο ντεφορμαρίσματος. Θα επανέλθω με πιπίνι κατηγορίας champions' league, και θα προσκυνάτε πάλι, και θα πετάτε δίευρα κάτω σαν το Ζούγα. Λιγούρηδες της κακιάς ώρας.

-Μαράκι μου, να περάσω να σε πάρω να πάμε για ψώνια; Είδα κάτι μοντελάκια στης Μrs Raxevski (ανάθεμα το για όνομα αυτό το μαγαζί), μούρλια.
-Άσε φιλενάδα. Είμαι ντεφορμέ. -Γιατί φιλενάδα;
-Γνώρισα ένα παιδί, άλλο να σου λέω... Έπαθα σοκ. Αλλά μου φάνηκε λίγο αλλόκοτος, λίγο παντρεμένος και πιστός στη γυναίκα του. Φλερτάραμε, με άναψε αλλά δεν.
-Και πως λέγεται ρε φιλενάδα ο θεός που σε έριξε στο καναβάτσο;
-Electron!!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified