Είναι ο τελείως φαλακρός, ο καραφλάζ. Ετυμολογείται μάλλον από το γουλί (κουρεμένος με την ψιλή), αλλά οι κακές γλώσσες λένε ότι έχει να κάνει με τον γνωστό αστέρα του Χόλιγουντ Γιουλ Μπρίνερ που έδειξε το δρόμο.

Επίσης, γιούλης.

  1. - Στο ταμείο θα δεις έναν γκιούλη. Σ' αυτόν θα πας.

  2. - Ρε συ, νιώθω άσχημα με τη μαλλούρα. Όλοι γκιούληδες είναι εδώ μέσα.

  3. - Είναι δυνατόν; Πιο πολλά σαμπουάν από μένα έχει ο γκιούλης. Τι τα κάνει μου λες;

Yuliy "Yul" Borisovich Brynner (από panos1962, 29/10/09)Pierluigi Collina (από panos1962, 29/10/09)Ό άξιοτερος όλων (από BuBis, 29/10/09)Ceci n\'est pas Γκουζγκούνης (από Vrastaman, 29/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κλωνοποίηση του ηθοποιού George Clooney, έτσι ώστε να παράγονται κλώνοι του, κλούνοι και κλουνάκια. Πολλοί ηθοποιοί την έχουν δει Κλούνι κι υιοθετούν το ίδιο στυλ του γοητευτικού Αμερικάνου ηθοποιού, που προβλέπει να είσαι πολύ μπλαζέ αλλά, ταυτόχρονα, να απομυθοποιείς και το στάτους σου ως sex-symbol. Ο φανατικός του Τζωρτζ Κλούνι μπορεί να αποκληθεί και «κλουνοποιημένο πρόβατο», ιδίως αν «συγκλουνίζεται» με τις ταινίες κοινωνικής κριτικής του Αμερικάνου σούπερ-σταρ.

- Πω πω, είδα την τελευταία ταινία κοινωνικής διαμαρτυρίας του Τζωρτζ Κλούνι και συγκλουνίστηκα!
-Καλό κλουνοποιημένο πρόβατο είσαι κι εσύ! Αλλά πάλι καλά που βλέπεις το ορίτζιναλ, γιατί κυκλοφορούν και κλουνοποιήσεις.

Ξίρσκης!!! (από protnet, 21/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατόπιν προτροπής του αγαπητού συναδέλφου Βράσταμαν (βλ. σχόλια στο Μπεν Χουρ), αποφάσισα να καταθέσω το λήμμα αυτό, το οποίο καθίσταται με αυτόν τον τρόπο σύμβολο των ταλαιπωρημένων ξένων ονομάτων που ηχούν «πρόστυχα» στο ούτως ή άλλως πρόστυχο ελληνικό αυτί / μυαλό και, ωσεκτουτού, παραποιήθηκαν ώστε να αποφευχθεί κάθε είδους παρεξήγηση.

Τα ονόματα αυτά αν καταγράφονταν με την «κανονική» τους προφορά θα παρέπεμπαν σε σκατά, γαμήσια και σε χίλια δυο άλλα τέτοια προσφιλή μεν, αλλά μη κορέκτ, θεματάκια. Έτσι λοιπόν οι μεταφραστές (και αυτό είναι πολύ παλιά ιστορία) σκέφτηκαν το εξής σοφό: αφού έτσι κι αλλιώς η προφορά δεν πρόκειται να είναι ποτέ 100% ακριβής στην απόδοσή της (πχ το γερμανικό ή το αγγλικό -h- δεν προφέρονται ποτέ σωστά γιατί στη γλώσσα μας δεν έχουμε τέτοιον ήχο), τι χάνουμε να την παραλλάξουμε λίγο ακόμα ώστε ο κακομοίρης ο Χέστον, πχ, να αποκαλείται στην ελληνική με κάπως αξιοπρεπέστερο όνομα και δη ιδιαιτέρως αμερικάνικοπρεπές, όπως το Ίστον (Ήστον);

Έτσι λοιπόν έγινε και τον χέσαμε τον Χέστον και τον καθωσπρεπίσαμε μετατρέποντάς τον σε Ήστον. Ακολούθως, όπως πολύ σωστά είπε πάλι ο Βράσταμαν, «στη σειρά Lucy ο προϊστάμενός της λεγόταν Mr Moonie, αλλά οι υπότιτλοι της ΥΕΝΕΔ το απέδιδαν ως κύριος Μόνεϋ» και βεβαίως να μην ξεχνάμε και τον συγγραφέα Herman Hesse ο οποίος, εννοείται, κουτσουρεύτηκε και έγινε Χέρμαν μεν, Έσσε δε. Δύο μέτρα και δύο σταθμά.

Οι λύσεις αυτές εν μέρει δικαιολογούνται, αλλά τι να κάνουμε που το αποτέλεσμα είναι γελοίο και τελικά δεν σώθηκε το πράμα γιατί, ακόμα κι αυτός που δεν ξέρει, θα θελήσει κάποια στιγμή να κάνει πλάκα και να παραποιήσει με τη σειρά του τα ονόματα αυτά, οπότε θα πεί Χέστον και Χέσε και Μούνεϊ, λέγοντας καταλάθος το σωστό.

Θα θυμηθώ κι άλλα, όμως παρακαλώ σας να συμπληρώσετε τη λίστα (στα σχόλια) αν σας έρθουν στο μυαλό!

- Τι διαβάζεις τώρα;
- Τον «Λύκο της στέπας».
- Ποιανού είναι αυτό;
- Του Χέσε.
- Έλα λέγε.
- Του Χέσε, σου είπα.
- Άντε γαμήσου μωρή μαλακισμένη, αν με ξαναρωτήσεις εμένα κάτι, χέσε με.

Jacques Poustis (από Hank, 14/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified