Τα διαβόητα πάρτι που διοργάνωνε ο αρχιπουτσίας και βιαγκροΨωλέας πρώην Ιταλός πρωθυπουργός, Σίλβιο Μπερλουσκόνι.
Η έκφραση πρωτοακούστηκε το 1910, σε μια φάρσα που έγινε από συγγραφείς -ανάμεσά τους κι η νεαρή τότε Βιρτζίνια Γουλφ- κι ακόμα στοιχειώνει το Βρετανικό Βασιλικό Ναυτικό.
Το «μπούγκα-μπούγκα» πρωτοακούστηκε στις αρχές του 20ου αιώνα, σε μια από τις διασημότερες φάρσες όλων των εποχών

Τι είναι το «μπούγκα-μπούγκα»; Εντάξει, δεν διδάσκεται σε κάποια σχολή, αλλά είναι ένα είδος χορού που λάμβανε χώρα σε ντίσκο της βίλας των οργίων η οποία, τελικά, είχε πολλά facilities. Ο χορός γινόταν μετά τα δείπνα, αφού είναι γνωστή η ιστορία με τα νηστικά αρκούδια. Οι κοπέλες ήταν ημίγυμνες και ο Ιταλός πρωθυπουργός, όχι μόνο δεν τις προέτρεπε να ρίξουν κάτι επάνω τους για να μην τις πιάσουν τα λαιμά τους, αλλά τις θώπευε στα πιο ιδιαίτερα σημεία του σώματός τους. Πώς κάνουν οι νοικοκυρές για να δουν αν έχει ψηθεί το κρέας; Αυτό. Στη συνέχεια, ο «καβαλιέρε» διάλεγε με ποιες - «καλοψημένες» - κοπέλες ήθελε να περάσει την υπόλοιπη νύχτα, προσφέροντας, σε αντάλλαγμα, συγκεκριμένα χρηματικά ποσά, η λεγόμενη και «ταρίφα».
Πηγή εδώ

Κατ' επέκταση η φράση "κολλάει" σε παρεμφερείς, γαμάουα δραστηριότητες, αλλά και πρόσωπα που διακρίνονται για το γαμώ και δέρνω ταμπεραμέντο τους.

  1. Κρίμα πάντως που δεν πρόλαβε ο Μπερλουσκόνι ν' αγοράσει το ελληνικό νησί. Νάχουμε τα μπούγκα-μπούγκα μές στα πόδια μας. (εδώ)

  2. Μεγαλώνει η αγωνία γιά την συμφωνία! Πρώτα μπουγκα μπούγκα κ μετά θάνατος ή κατευθείαν θάνατος; (εδώ)

  3. Αθώος ο Στρος Καν για τα πάρτι, αναμένω ν ανακοινωθεί τηλεγράφημα "μπούγκα μπούγκα, αδερφέ" από τον Μπερλουσκόνι (εδώ)

  4. Ο άντρας, ο μόρτης, ο μάγκας, ο ασίκης, ο καραμπουζουκλής, η καυλοπαγίδα, ο μπούγκα-μπούγκα μίλησε, αφού πρώτα συνομίλησε με τον “Νέστωρα” της Βουλής Απόστολο Κακλαμάνη (εδώ)

  5. Τι λέει λοιπόν ο Σαμαράς στην γυναίκα του όταν εκείνη τον ρωτάει για τις δηλώσεις του μπούγκα-μπούγκα Μειμαράκη του στυλ «δεν θα κλείσει το κανάλι της Βουλής»; (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός/ή που πιστεύει πως κατέχει ένα αντικείμενο και συμπεριφέρεται (ντύνεται και μιλάει) σαν να είναι επαγγελματίας του είδους.

Επίσης, πιστευμένος είναι ο οπαδός μιας ιδέας, κινήματος κτλπ.

  1. Περνούσα χτες από πάρκο Γουδή και παίζανε οι ακαδημίες. Είχανε μαζευτεί όλοι οι πιστεμένοι μπαμπάδες με τα προπονητικά μπουφάν στην εξέδρα και είχαν σηκώσει τον τόπο. Πήρα και 'γω μια έψα απ΄τη καντίνα και άραξα για το τζέρτζελο.

  2. Εκεί που πίναμε καφέ Θησείο σκάσανε κάτι πιστευμένοι του Σώρρα και έκαναν έρανο για την αναβίωση των Παναθηναίων.

πιστεμένοι πιστεμένοι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μία λέξη χωρίς αρχή και τέλος. Λίγοι ξέρουν την πραγματική της σημασία αφού πρώτα έχουν ξεπετάξει το λεξικό του Μπάμπη {σ.σ. Μπαμπινιώτης}.

Επίσης όποιος προσπαθήσει να το γκουγκλάρει θα δει κάτι σε «σηραγγοειδής όραση», «σηραγγοειδής μορφή» και άλλα τέτοια ωραία πράματα.

Την αγαπήσαμε από την απαράμιλλης ομορφιάς φάρσα του Φουσέκη σε έναν γεράκο που περίμενε την γυναίκα του με το ΚΤΕΛ.

...{παρλαπίπες}...
-Θα φάει πολλή ώρα δηλαδή... για να ξέρω και γω... τι ώρααα...
-Κοιτάξτε... εξαρτάται... εσείς.. .να σας πω κάτι... με σηραγγοειδή τον περιμένετε;;
-Δεν σε ακούω καλάαα!!
-ΜΕ ΣΗΡΑΓΓΟΕΙΔΗ ΤΟΝ ΠΕΡΙΜΕΝΕΤΕ;;;
-Εγώ τον περιμένω στις Λιβανατες... γιατί... την γυναίκα μου έχει μέσα...

Ό,τι να 'ναι δηλαδή φίλοι μου!!!

(από zervinho, 08/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified