Ο enhanced γυμνασμένος μπόντι-μπίλντερ. (Δες).
Από όταν έμεινε μπάκουρος, αποφάσισε να γίνει βελτιωμένος για να ρίξει κάνα γκομενάκι. Τελικά, δεν του σηκώνεται από τα αναβολικά.
Ο enhanced γυμνασμένος μπόντι-μπίλντερ. (Δες).
Από όταν έμεινε μπάκουρος, αποφάσισε να γίνει βελτιωμένος για να ρίξει κάνα γκομενάκι. Τελικά, δεν του σηκώνεται από τα αναβολικά.
Got a better definition? Add it!
Ο γυμνασμένος μπόντι-μπίλντερ. (Δες).
Ήρθε ξεφλουδισμένος στην παραλία.
Got a better definition? Add it!
Ο γυμνασμένος μπόντι-μπίλντερ που αποτελεί ενισχυμένη εκδοχή τούμπανου.
Έσκασε μύτη με δυο ενισχυμένους.
Got a better definition? Add it!
Ο γυμνασμένος, ο μπόντι-μπίλντερ, αυτός που έχει σφιχτό σώμα.
Άρχισε το γυμναστήριο έγκαιρα και βγήκε δεμένος στην παραλία.
Got a better definition? Add it!
Ο γυμνασμένος σωματαράς που είναι σαν να έχει συμπληρωθεί το σώμα του, ενίοτε και με συμπληρώματα διατροφής.
Κυκλοφορούσε με έναν συμπληρωμένο στο νησί.
Got a better definition? Add it!
Ο γυμνασμένος που το σώμα του είναι σαν σμιλεμένο από γλύπτη.
Πού να ανταγωνιστείς εσύ τώρα τον σμιλεμένο στην παραλία.
Got a better definition? Add it!
Τσάτρα πάτρα απόδοση του αμερικλάνικου, κατά βάση, motivated = ο έχων κίνητρο, ή κινητοποιημένος, αυτός, δηλαδή, που παρακινείται στη δράση με ισχυρή και αρκούδως εσωτερικευμένη παρώθηση, ώστε να μοιάζει ενθουσιώδης κάνοντας πράγματα τα οποία δύσκολα σε κινητοποιούν από μόνα τους και δύσκολα αποκτούν/ εύκολα χάνουν το όποιο προσωπικό νόημα.
Εμείς τον θέλουμε τον πωλητή μοτιβαρισμένο, αλλιώς πάει στον πελάτη και κλαίνε κι οι δυο μαζί.
Ο όρος μάλλον ακούγεται πολύ στο χώρο των επιχειρήσεων, ειδικά των πωλήσεων, ενός εργασιακού πεδίου έτσι κι αλλιώς ουγκα μπουγκα από την άποψη στρες και ανταγωνισμού, που γενικά τραβάει χαοτικό ζόρι με την κρίση και χρειάζεται κανείς να είναι (δηλαδή, να φαίνεται, δηλαδή, να είναι) κάργα μοτιβαρισμένος για να ελπίζει στον επιούσιο, αλλιώς, ελπίζει στον πούτσο που κλαίγανε.
Αλλά ακούγεται γενικώς, όχι πολύ, ευτυχώς.
ΤΕΡΜΑ ΜΟΤΙΒΑΡΙΣΜΕΝΟΣ, ΤΕΡΜΑ ΑΝΕΒΑΣΜΕΝΟΣ, ΤΕΡΜΑ BESTΑΡΙΣΜΕΝΟΣ! AT FUNDUM! #MotivationWeekendBEST πηγή
Έπρεπε να το αναποδογυρίσεις αμέσως για να φύγει έξω το όποιο υγρό υπήρχε [...]. Η αν είσαι ποιο μοτιβαρισμενος να τον άνοιγες με την βοήθεια διαφόρων site (ifixit) η βίντεο στο youtube, όπως προανέφερε και ο φίλος από πάνω, και να το σκουπίσεις (απορροφήσεις) το υπόλοιπο με μια χαρτοπετσέτα, η με ένα ελαφρά υγραμένο πανάκι! πηγή: πώς να καθαρίσετε το mac σας αν είστε ή αν δεν είστε μοτιβαρισμένος.
Μια ακόμη ερώτηση που πρέπει να προετοιμάσεις είναι το πού φαντάζεσαι τον εαυτό σου σε 5 χρόνια. Αυτή ειναι μια καλή ερώτηση και για σένα. Η δουλειά που θα κάνεις θα επηρεάσει το πού θα εισαι σε 5 χρονια. Σου κάνουν αυτη την ερώτηση για να δουν αν θα εισαι μοτιβαρισμένος για αρκετό χρόνο. Αν τους πεις πως σε 5 χρονια θέλεις να πας στο φεγγάρι, ίσως να μην σε προσλάβουν σε τηλεφωνικό κέντρο. Αν τους πεις, όμως, πως θέλεις να γίνεις εκπαιδευτής ατόμων που εργάζονται σε τηλεφωνικό κέντρο, η θέση μάλλον θα είναι δική σου. πηγή: βρες δουλειά στο εξωτερικό.
Και επειδή σε μεγάλη πλειοψηφία ο άνθρωπος είναι "κοκο" και φοβάται την αλλαγή και την εξέλιξη γενικώς συνεχίζει είτε να καταστρέφει τον κόσμο, είτε να κατατστρέφει τα παιδιά του, είτε να θεωρεί την οικογένεια ένα σόου που πρέπει να κάνει κι αυτός με αποτέλεσμα να μην υπάρχει η παραμικρή παιδεία και προυπόθεση να ερθει στον κόσμο ενα παιδί αλλά να έρχεται απλά γιατι ήρθε η ώρα (έλεος), είτε να ψηφίζει και πάλι τους ίδιους που μοιράζουν στις τράπεζες δις όταν δεν μοιράζουν σε κανέναν το εφάπαξ. Απλά γιατι ο άνθρωπος πλέον έχει γίνει λίγο απάνθρωπος. Μοτιβαρισμένος και συμβιβασμένος. πηγή
ΠΟΡΩΜΕΝΟΣ = "Μοτιβαρισμένος"(από μόνος του) και Αποφασισμένος(20 πάντα) για τη νίκη. ΑΣΥΜΒΙΒΑΣΤΟΣ = 'Ακαμπτος, Αλύγιστος, Ασυνεπής, 'Ατοπος, Αυτός που δεν συμμορφώνεται. πηγή: συζήτηση σε φόρουμ για το παιχνίδι football manager με θέμα τη μετάφραση αγγλικών όρων στην ελληνική βερσιόν (driven, motivated, κλπ)
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ποδοσφαιρική σλανγκιά για παίκτες ή ομάδες που βρίσκονται σε φόρμα.
Για να μην ταυτολογώ, σπάω και τα ξαναρίχνω: οι φορμαρισμένοι παίκτες και οι φορμαρισμένες ομάδες παίζουν σρο μάξιμουμ των επιδόσεων τους. Αυτό τεκμηριώνεται και στατιστικά, ανατρέχοντας στους αριθμούς τους. Αφορμάριστοι αντίστοιχα είναι όσοι παίζουν πολύ κάτω από τις μέσες επιδόσεις τους (βλ. Γ.Τ.Π.).
Αγγλικανιστί: in form.
1.
Ξεκάθαρα, ο Γκάρεθ Μπέιλ είναι ο πιο φορμαρισμένος παίκτης στον κόσμο. Γιατί βάζει γκολάρες, γιατί χαρίζει νίκες, γιατί ευρωπαϊκοί σύλλογοι «σφάζονται» στα πόδια του και γιατί το λένε οι αριθμοί!
2.
Ο Έλληνας grinder είναι ίσως ο πιο φορμαρισμένος παίκτης αυτή τη στιγμή στη χώρα και τα αποτελέσματα του το αποδεικνύουν.
3.
Ως την πιο φορμαρισμένη ομάδα αυτή την περίοδο χαρακτήρισε τον ΠΑΟΚ ο Ανδρέας Παντζιαράς μιλώντας στην κάμερα του novasports.
Got a better definition? Add it!