Βγαίνει από το τζάμπα + την αμερικανική κατάληξη -ation. Σημαίνει χωρίς αντίτιμο, τζάμπα (τσάμπα), τζαμπέ.
Μας δώσανε κάτι διαφημιστικούς αναπτήρες, τζαμπέισον.
Βγαίνει από το τζάμπα + την αμερικανική κατάληξη -ation. Σημαίνει χωρίς αντίτιμο, τζάμπα (τσάμπα), τζαμπέ.
Μας δώσανε κάτι διαφημιστικούς αναπτήρες, τζαμπέισον.
Σχετικά: τράκα, τζαμπαντάν. Δες και -έισον, -έισιον.
Got a better definition? Add it!
Ο τσιγκούνης, o τσιφούτης. Αυτός που κοιτά να κάνει τα πάντα με τον πιο ανέξοδο τρόπο. Αρέσκεται σε παντός είδους τράκες. Αγαπημένη μάρκα τσιγάρων, τα Τρακαστράτος. Η λέξη έγινε γνωστή από διαφήμιση μεγάλου καταστήματος με είδη ένδυσης. Χρησιμοποιείται μόνο για άντρες, για τις γυναίκες υπάρχει το τζάμπαγουμαν.
Βγαίνει από τις λέξεις τζάμπα + -μαν.
-Ρε φίλε, με πετάς μέχρι τη Πετρούπολη;
-Αϊ φτυσ' τα μπούτια σου ρε τζάμπαμαν! Να πάρεις το αργοφορείο.
-Τακούληηηη; Θα με κεράσεις τσιγαράκιιι;(με ναζιάρικη φωνή)
-Μα ναι! Πώς;! (το σκέφτεται καλύτερα,πιό αντρικά)..Δε μας χέζεις μωρή πατόζα λέω 'γω;! Παλιο-τζάμπαγούμαν!
Got a better definition? Add it!