Selected tags

Αλήτικη έκφραση που σημαίνει σφαίρα φυτεμένη στο κεφάλι.

Οι οφθαλμικές κόγχες που φιλοξενούν τους οφθαλμικούς βολβούς στον άνθρωπο είναι, ως γνωστό, δύο και οποιαδήποτε νέα οπή στο κρανίο παρομοιάζεται με τρίτο μάτι.

Πολύ κελάηδισμα κάνει μέσα από τη φυλακή, και θα βρεθεί κι αυτός με κάνα τρίτο μάτι.

(από allivegp, 03/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η αρσενική γάτα.
Η λέξη προέρχεται μάλλον από τον ήχο που βγάζουν οι γάτοι όταν ανταλλάσσουν αρχαία μπινελίκια, στυλώνοντας τα γκουρλωμένα μάτια τους ο ένας πάνω στον άλλο.
Λέγεται (τουλάχιστον) στην ανατ. μακεδονία και προφέρεται μαρλόκj.
Κατά το (τουρκογενές) κουπούκι.

μαρλόκια που κοιτάζονται σαν μαρλόκια

Γιοκ παράδειγμα γραπτό ή απ' το δίχτυ, (κάτι υποψίες μόνο για νικνέιμσ με γατοφωτόζ)⋅ όμως είναι σε χρήση τ.:

«μαρ' Κούλα, τι κοιτάς σαν μαρλόκι;»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην ποικιλία της Κεφαλονιάς είναι αυτός που έχει μαύρους κύκλους γύρω από τα μάτια του λόγω εξάντλησης.

Τον βαθουλοκαρυκιασμένο πήγε και παντρεύτηκε!

Got a better definition? Add it!

Published