πνίγηκα, πνίχτηκα

Εννοείται, στο γέλιο. Δηλαδή αυτό που είπες ή έκανες είναι και γαμώ, γιαυτό και κλαίω από τρελιά ευαρέσκεια.

Ευρεία χρήση στα σόσιαλ μύδια

  1. Πνιγηκα ρε... Χα χα χα χα:
    « -Κυριε Φιλη δεν εχουν βιβλια τα παιδακια
    -Τι να τα κανουν τα βιβλια τα παϊδακια; #filis» ΕΔΩ

πανάθεμασε και πνίγηκα βραδιάτικο Χαχχαχαχχαχχα: Έκτακτη είδηση. #GreekElections #ekloges2015_round2” πνίγηκα!ΕΔΩ

  1. -"Έφαγα τρεις φανουρόπιτες κ βρήκα τα κιλά που είχα χάσει"
    -Πνίχτηκα! Λόλ! ΕΔΩ

  2. ελεος ρε συ πνίγηκα:
    O ΠΑΙΔΙΚΟΣ ΦΙΛΟΣ ΤΟΥ ΓΙΑΝΗ ΣΤΟ ΥΠΟΙΚ, ΕΝΩ ΚΑΝΕΙ ΧΑΙΤΖΑΚΙΝ ΤΑ ΑΦΜ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΛΑΤΕΣ ΤΩΝ ΕΤΑΙΡΩΝ (εδώ)
    ΧΑΙΤΖΑΚΙΝ ΣΤΑ ΑΦΜ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ

  3. -Μαζευονται οι γριες της πολυκατοικιας, αναβουν σομπα και βλεπουν "Επιζησαντες"
    -ελεος πνίγηκα! HMARTON (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified