Κυριολεκτικά η βάλανος του πέους (πουτσοκέφαλο). Ως επιθετικός προσδιορισμός, ή αυτοαναφορικό, σημαίνει αυτόν που σκέφτεται με το κάτω κεφάλι, που έχει το μυαλό του στο μουνί, ή στο γαμήσι γενικότερα.

Συνήθως το πουτσοκέφαλο άτομο λειτουργεί παρορμητικά και, ως προς αυτό, ο όρος πουτσοκέφαλος παρουσιάζει συγγενή συμπεριφορά με το παρεμφερές «θερμοκέφαλος». Εννοείται ότι απαντά πάντα σε αρσενικό γένος, ενώ σε πολλές περιπτώσεις χρησιμοποιείται υποτιμητικά, π.χ. «ασ' τον μωρέ, αυτός είναι πουτσοκέφαλος».

  1. Καλά, ρε πουτσοκέφαλος είσαι; Μόνο το μουνί έχεις στο μυαλό σου!

  2. Πήγαμε προχθές στον «Καλιγούλα» και ο Γιώργος τα 'μπλεξε με μια στριπτιτζού που του πούλησε αγάπες. Πουτσοκέφαλος είναι, ο μαλάκας...

  3. -Ο Νίκος τα 'ριξε στην καινούρια γκόμενα του Αλέκου. -Ρε τον πουτσοκέφαλο! θα μας χαλάσει την παρέα, ο μαλάκας.

Πουτσοκέφαλος (από panos1962, 05/11/09)Καπέλο Πουτσοκέφαλο (από panos1962, 05/11/09)Μπιλ Κλίντον (από panos1962, 05/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η βάλανος του πέους. Βλ. όπου θέλεις πάνε ρώτα, το κεφάλι μπαίνει πρώτα (εκτός αν αναφέρεται στον περιπτερά). Συνήθης έκφραση είναι «σκέφτεται με το κάτω κεφάλι», για κάποιον που συμπεριφέρεται παρορμητικά έχοντας ως μοναδικό κριτήριο το τι του καυλώνει.

Έχουν ταιριάξει ο Μένιος κι η Λάουρα: και οι δυο δεν έχουν μυαλό στο κεφάλι τους. Ο Μένιος σκέφτεται μονίμως με το κάτω κεφάλι. Κι η Λάουρα δεν έχει μυαλό, αλλά έχει πόδια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified