Εναλλακτικός όρος, περιγράφων το χρήμα. Συνώνυμος με τους όρους μαχρή και φταλέ.
- Η ουσία φίλε είναι να παίζει μπακουί, διαφορετικά λίγα πράγματα μπορείς να κάνεις.
Εναλλακτικός όρος, περιγράφων το χρήμα. Συνώνυμος με τους όρους μαχρή και φταλέ.
- Η ουσία φίλε είναι να παίζει μπακουί, διαφορετικά λίγα πράγματα μπορείς να κάνεις.
Got a better definition? Add it!
τζαμπουί, τσαμπουί
Δωρεάν, τζάμπα, χωρίς αντίτιμο.
Προέρχεται από το τουρκικό caba που σημαίνει ακριβώς το ίδιο. Με την προσθήκη διαφόρων καταλήξεων, προκύπτουν τα συνώνυμα τζαμπέ, τσαμπέ, τζαμπαντάν, τζαμπέισον, τζαμπουίτα.
Κατά το μπαγκουί, ντουί, τουί.
Σημείωση: Στη Β. Ελλάδα λέγεται πάντα τζάμπα και ποτέ τσάμπα.
Got a better definition? Add it!
Το υποκοριστικό του χαλαρά. Πιο περιπαικτικά γίνεται χαλαρουίτα.
Κατά το τζαμπουί, μπαγκουί, τουί.
Σημείωση:
Στο 5ο παράδειγμα, που είναι απόσπασμα από βλόγιον άκτορος τινός, φαίνεται οτι υπάρχει κάποια τάση να χρησιμοποιείται η κατάληξη -ουί για παραγωγή εύχρηστων επιθέτων, επιρρημάτων κλπ. Δεν βρέθηκαν προς το παρόν άλλα παραδείγματα.
Got a better definition? Add it!