1. Ένας εκκεντρικός συνήθως καλλιτέχνης ροκάς / μεταλλάς / γκοθάς κτλ. με θηλυπρεπή εμφάνιση, έντονο έως προκλητικά έντονο μακιγιάζ, προσεγμένη κόμη που πραγματικά μπορεί και να μην είναι ομοφυλόφιλος. Παραδείγματα τέτοια ο Marilyn Manson, ο Βrian Molko κ.α.

  2. Ο πούστης με έντονη θηλυπρέπεια και μακιγιάζ στο πρόσωπο, αλλά ταυτόχρονα και αντιφατικά μεν με περίσσια μαγκιά συνήθως σε μια απέλπιδα προσπάθεια του να πείσει τους επικριτές του ότι τουλάχιστον είναι μάγκας, ντόμπρος και βαρύς στα λόγια και στις πράξεις κι ας είναι πούστης. Βρίσκεται σε διαρκή άρνηση και μη αποδοχή της ομοφυλοφιλίας του και καταλήγει να γίνεται διπλή ρόμπα και ξεφτίλα μιας και δεν καταφέρνει να πείσει ούτε τον ίδιο του τον εαυτό ότι η καινοτομία που πάει να εισάγει (αυτή του μάγκα πούστη) θα του αποφέρει καρπούς / μερικούς πόντους για να ανέβει κατηγορία πάνω από τον κλασσικό πούστη. Στον Ελλαδικό χώρο καταξιωμένος πουδρόμαγκας είναι ο Ανδρέας Ευαγγελόπουλος a.k.a «Εθνικός Σταρ», trash είδωλο των 90's, που εισήγαγε την, τολμηρή ομολογουμένως, «μεγάλη Ιδέα» για την εποχή του μάγκα πούστη με πεταλουδέ μάτι(όπως τον έκραζε τότε ο ανταγωνιστής του και επίσης πουδρόμαγκας Μίστερ Μπούτιας σε μια διαμάχη που είχαν στην trash εκπομπή του Ερωτοδικείου).

Ο Εθνικός Σταρ σε πολλές εμφανίσεις του κρατούσε ένα κομπολόϊ από τα 90's μέχρι πρόσφατα. Σε μια του δήλωση είπε χαρακτηριστικά:

-«Εγώ χορεύω κορίτσι μου ζεϊμπέκικα, αυτό με εκφράζει εμένα. Είμαι βαρύς εγώ αγάπη μου κι ας φοράω πούδρα!»

Ο Λ.Λαζόπουλος σε εκπομπή του γκρέμισε το προφίλ/καινοτομία του πουδρόμαγκα πούστη ξεφτιλίζοντας δημοσίως τον εμπνευστή της μεγάλης αυτής Ιδέας και τότε μπήκε στο χρονοντούλαπο ο πρώτος και τελευταίος μεγάλος πουδρόμαγκας της εποχής μας...

-Είμαι βαρύς κι ας φοράω πούδρα. Ο πουδρόμαγκας...

(από Mpiliardakias, 06/04/14)(από Mpiliardakias, 06/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

καταδρόμι, καταδρομί

Εξέχοντα μαχήμια μέλη τα καταδρόμια, των ειδικών δυνάμεων του στρατού, ομού μετά βατραχίων (οϋκίων), λοκατζήδων, αλεξιπτωτιστών κ.ά., συχνά πάσχοντα από ήπια πυρκαυλίτιδα, έως οξεία στρατοκαυλίτιδα -τους αλλάζουν τον αδόξαστο στις καταδρομικές αφού. Τους μένουν διάφορα κουσούρια, τ., κούρεμα καταδρομί, γυμναστική αλά καταδρόμι.
Καθ' εξτένσιο σημαίνει τον σωματικώς/ σεκσουαλικώς/ δυναμωτικώς 'σουπεργαμάωα', αλλά και το αντίθετό του, τον τελειωμένο.

  1. ο γιος μου το καταδρόμι! είσαι τόσο μαχήμι που περιμένω απτη ταράτσα να κατέβεις στο μπαλκόνι να μπεις στ σπίτι (εδώ)

  2. τους κατατροπώνει συνήθως το παλικάρι, ο παλαίουρας, το καταδρόμι, ο οϋκάς που μπορεί να μοιάζει χαμένο κορμί αλλά τελικά, είναι αυτός που σώνει την παρτίδα. (εδώ)

  3. Μια φορά πήγα σε παρόμοιο περιστατικό να βοηθήσω (και καλά ο γυμνασμένος, πολεμικοτεχνίτης, ex-αμφίβιο καταδρόμι και έτσι) και μου προτείνανε ένα κουμπούρι στη μούρη που τα είδα όλα. Δε λέει! (εδώ)

  4. Αυτά... και αν θέλαμε να σε πειράξουμε θα σΕ λέγαμε ότι δεν ήσουν καταδρόμι με αρχίδια, αλλά αρχίδια καταδρόμι (παλιοσπασοκλαμπάνια που θα με πεις σούργελο και μάλιστα πορτοκαλί το μηχανάκι που καβαλάω). (εδώ)

  5. ΔΕΝ ΜΑΣΑΜΕ ΤΑ ΚΑΤΑΔΡΟΜΙΑ....ΕΙΜΑΣΤΕ ΕΚΠΑΙΔΕΥΜΕΝΟΙ ΓΙΑ ΝΑ ΚΑΤΑΓΡΑΦΟΥΜΕ 200 ΠΑΚΙΑ Ο ΚΑΘΕΝΑΣ (εδώ)

  6. Δε θα γίνει το #praksikopima_28Sep και θα πάει άκλαυτη η φρεσκοκουρεμένη καταδρομί κουρούπα της Νάντιας. Φτου (εδώ)

  7. Αυτο το καταδρόμι οταν παει σπιτι ξελασκαρει 1 βαλβιδα που χει στο στομαχι κ αμολαει 5λεπτη κομπολογατη κλανια (εδώ)

  8. Ολες το παιζετε καταδρομια του σεξ αλλα μολις λερωθει κανα μαλλι μας τα κανετε τσουρεκια. (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified