Η έκφραση «ούτε καν» φοριέται αυτό τον καιρό από την πιτσιρικαρία περισσότερο από ότι φορίοσαντε το ταγάρι και το πατσουλί σε συναυλίες τση Φαραντόυρη στα εβδομήνταζ. Επόμενο ήταν οι πιο σλανγκομαθείς της παρέας να την πειράξουν, προσθέτοντας το λάμδα εκεί που επιτάσσουν οι κανόνες τση σλανγκογραμματικής.

Βλ. επίσης: αμερικλάνος, αμερικλανιά, κλανεινύχτα, κλανητάρχης, Κλάνα ντελ Ρέϊ, Κλανίτα Πάνια, την κλάνω, λουκλάνικο, κ.ά.

1.
5 τροποι για να χασεται κιλα (ουτε κλαν)

2.
Ουτε κλαν :P ειναι απο το σχολειο μου ;)‎ Μαιρη ツ. ο νικ.

3.
- ούτε κλαν..;ρ δν γραφω γκρικλιςς

4.
- Ουτε κλαν;) κοπλιμεντο ηταν:3‎ ελένη♡ツ τ ξερ ρ ;p σε τρολλαρα ;)

5.
- μενα απο xt μονο ο παπαγαλος μου προκαλει δεος οποτε τον βλεπω.Τα υπολοιπα xt ουτε κλαν.

(από Khan, 01/06/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι χαρακτηρίζεται μια συνήθεια που αντανακλά τον τρόπο ζωής του εν λόγω λαού. Μπορεί μεν να είναι αμφιβόλου ποιότητος (όχι πάντα), αφήνει δε μια ικανοποίηση (κλανιά) και πολλές φορές μια αίσθηση πληρότητος. Αναφέρεται σε μουσική, φαγητό, σινεμά, αρχιτεκτονική, tv κ.α.

- Ρε Τάκη, είσαι να πάμε απ' του Jay Jay's να σκίσουμε καμιά μοσχαρίσια με το αίμα της; Βαρέθηκα το φασουλόρυζο, κοντέυουμε Σπαρτιάτες. - Αμάν με τις αμερικλανιές σου, ρε μπας και είσαι της NSA; - Ναι, γι' αυτό μπουκώνεις το μπριζολίδι σε dt και μετά μας τα πρήζεις με το Zeitgeist.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ταινία που συνήθως κάνει μπαμ ότι είναι αμερικάνικη, είτε για το κλασσικό happy end της είτε γιατί είναι υπερπαραγωγή, είτε γιατί είναι πολύ προβλέψιμη. Πολύ πιθανόν να είναι και μια βλακεία.

- Τι ταινία πήρες για το βράδυ;
- Δεν θυμάμαι τον τίτλο.
- Κατάλαβα... Πάλι καμιά αμερικλανιά θα πήρες.

Λογοπαίγνιο πάνω στο αμερικανιά.

Πηγή: Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007, του Λύο Καλοβυρνά

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ των «κλάνω» και «πλανητάρχης». Μπορεί να είναι:

  1. Ο άρχων της κλανιάς, ο καλός στα πνευστά. Δηλαδή ο πρώτος, ο πρόεδρος του Ομίλου κλασομπανιέρων.

  2. Ο κλαζμεντέν, αυτός που κλάνει μέντες από τον φόβο του, ο Αντόνιο Εκλασαμέντες ισπανιστί, και πάλι ο πρόεδρος.

  3. Ένας πλανητάρχης που βρωμίζει τον πλανήτη με βόμβες διασποράς, μεταφορικές (βλ. 1ο μύδι) ή πραγματικές.

  4. Ένας πλανητάρχης, που είναι κλαζμεντέν, θρασύδειλος κτλ.

- Τι θα γίνει με τον Ομπάμα; Θα είναι ντούρασελ, να φτιάξει δυο τρία πράγματα στον πλανήτη, ή θα αποδειχθεί κανάς κλανητάρχης Ομπάμιας κι αυτός;

(πρωην) κλανητάρχης επι τω έργω (από Vrastaman, 22/01/09)Αγελάδα Πλανητάρχης (όλος ο χάρτης πάνω της, σε μαύρο χρώμα περικαλώ) (από GATZMAN, 22/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified