«Παίζω μουσακά» σημαίνει προσποιούμαι ότι παίζω κάποιο μουσικό όργανο, ή τραγουδώ, συνοδεία playback.

Η έκφραση χρησιμοποιείτο από συντελεστές του παλαιού Ελληνικού κινηματογράφου, όπου πολλοί μουσικά αστοιχείωτοι ηθοποιοί συχνά πρωταγωνιστούσαν σε μιούζικαλ.

Νεοσλανγκικά, η έκφραση ισχύει και για ερζάτς ερωτικές σκηνές του κινηματόγραφου με άλλου είδους όργανα.

Λίλιαν: Προσέξεις τους δακτυλισμούς του Δημήτρη Παπαμιχαήλ στο σόλο μπουζούκι; Είναι πασιφανές ότι παίζει μουσακά!

Λάουρα: παρεμπίπταμπλυ, το ήξερες ότι η Ζωή Λάσκαρη τραγούδησε το Crazy Girl μουσακά, δανειζόμενη την φωνή της Αλέκας Κανελλίδου;

Λίλιαν: Υπάρχουν και χειρότερα! Στο In the Cut το τσιμπούκι που μπανίζει η Meg Ryan ήταν μουσακά! Η Jane Campion αποκάλυξε ότι ο πέων ήτο λαστιχένιος!

Λάουρα: Υπάρχουν όμως και καλύτερα, φιλεναδα! Δεν χρειάζεται να δεις Μέγα Μπερτό για να απολαύσεις Μέγα Λούτσο! Νάναι καλά ο Berto-lucci που μας δείχνει φραπέ στέρεο με DeNiro και Depardieu σε πραγματικά live εκτέλεση!

Λίλιαν: Μα και το ποδοφραπέ του Winterbottom στα 9 Τραγούδια ΔΕΝ ήτανι μουσακα!

(Συζήτηση σινεφίλ που γρήγορα εκφυλίζεται)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν την παραμονή του «καλοκαιριού τση αγάπης» οι Strawberry Alarm Clock τραγουδούσαν για θυμιατά από πιπερόριζα και ο Scott McKenzie υπενθύμιζε στους μεταβαίνοντες στο San Fransisco να πλέξουν λουλούδια στις κοτσίδες τους, ο Mick Jagger ήθελε να τα βάψει όλα μαύρα και οι Velvet Underground περιμένανε τον βαποράκι τους με $26 ανά χείρας.

Η σκοτεινίλα ή νταρκίλα ως état d' esprit στην μουσική, στον κινηματογράφο, στην ζωγραφική, κ.ταλ. ασκεί έντονη γοητεία. Συχνά δρα ομοιοπαθητικά με συνέπεια να εκτιμούμε περισσότερο τα όσα χρώματα μας μοιράζει η τράπουλα τση πουτάνας τση ζωής. Εξερχόμενος από προβολή του Eraserhead, είναι δυνατόν να μην θέλεις να αγκαλιάσεις το σκατουρημένο κουτσούβελό σου, να φιλήσεις την πεθερά σου και να σφίξεις το χέρι του εργοδότη σου; (ή, αντίστοιχα, να πανηγυρίσεις που είσαι ελεύθερος, άτεκνος και άνεργος;)

Μιλάμε πάντα για καλώς εννοούμενες εντεχνindie πχοιοτικές καλτιές και ψαγμενιές, μακριά από εμάς οι μόνο μπλακ νταϊνταήδες και οι χρήζοντες emoκάθαρση γκοθάδες με τις μανιοκαταθλιπτικές τους γκόμενες που ξημεροβραδιάζονται σε πεθαμενάδικα. Αυτές είναι κακώς εννοούμενες σκοτεινονταρκίλες.

Προσοχή: το λήμμαν να μην συγχέεται με μαύρα ακούσματα και γκιραπιές.

Ασίστ για την παραλλαγή νταρκίλα: Pirate Jenny.

- Και ο δεύτερος δίσκος είναι εξαιρετικός. Το έγραψαν όλοι, ή σχεδόν όλοι. Ο πρώτος είχε ξεκινήσει μια περίοδο που η σκιά των Bad Seeds βάραινε κάπως τα επόμενα σχέδια. Όχι ότι ακούγεται διαφορετικός πολύ. Αυτή η σκοτεινίλα πάντα θα υπάρχει. Πάντα.

- ολη η βρωμια και η νταρκιλα των 80ς ανακατεμενη με ψυχεδελεια εφτιαξαν ενα μιγμα που μου ανατιναξε το μυαλο

- Βέβαια, για λόγους σκιώδεις και ύποπτα κινούμενους στη νύχτα του μυαλού του σκηνοθέτη, του Itsue Kawasaki, οι φιγούρες σε αυτό το μικρο- anime μιλάνε Αγγλικά με τη γνωστή, αγαπημένη, σάπια ιαπωνική προφορά, επομένως δε σε αφήνει να το ευχαριστηθείς τόσο πολύ. Του αφαιρεί αρκετή σκοτεινίλα και την αντικαθιστά με σκέτη νίλα

- Γραφικα 9/10 , απλα γιατι περιμενω το sequel και το αργουν πολυ. Ηχος υπεροχος. Χειρισμος απο τους καλυτερους ever. Αυτο που με συγκλονιζει ειναι η νταρκιλα που εχει το παιχνιδι. ΜΕ ΤΟ ΚΙΛΟ. Αν μπορουσαν οι devs, θα μοιραζαν και λιγη νταρκιλα στο συνταγμα τωρα που ειναι καιρος κρισης. .

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified