Η σεξουαλική πράξη που γίνεται μετά μανίας από τη μεριά του άρρενος (ή του ενεργητικού ατόμου σε περίπτωση ομόφυλης συνουσίας) χωρίς να έχει προειδοποιήσει το ταίρι του.

Και που λες Χρηστάρα μου, πεταχτήκαμε με τη Σοφία τις προάλλες Μεταξουργείο,για ημιδιαμονή...και εκεί που όλα καλά όλα ωραία και κάναμε τα δικά μας,βαράω κάτι φρίκες και τρώει το Σοφάκι μια θεόπουτσα άλλο πράμα! Το λυπήθηκα το καημένο ρε συ...

Got a better definition? Add it!

Published

Παράδειγμα εδώ-Πως πας ρε φίλε? -Χάλια, τρώω ένα γκαμίσμα στη δουλειά....!

Αλβανική εκδοχή της λέξης 'γαμήσι'. Πρόκειται για μια παραφθορά της λέξης, δηλαδή η λέξη αλλάζει από αδυναμία του μετανάστη να προφέρει σωστά την λέξη (λόγω ελλιπούς γνώσης της γλώσσας).

Χρησιμοποίεται επίσης σαν απειλή-προειδοποίηση: -Άκη....γκαμίσμα....! (συνοδεύεται με υψωμένο το μεσαίο δάχτυλο του χεριού) Εδώ μπορεί να σημαίνει είτε ότι Άκη θα σε γαμήσω, είτε Άκη τη γαμήσαμε....

Τέλος χρησιμοποιείται κάποιες φορές σαν κραυγή απόγνωσης. Το άτομο που το λέει συνήθως είναι πολύ πιεσμένο και κοντεύει να σκάσει.

-....ΓΚΑΜΙΣΜΑ...!

Got a better definition? Add it!

Published

Γραμμένο και ως "τούτης-φρούτης". Ο σιμιγδαλένιος, αυτός που δεν φέρεται ως κλασσικός άντρας, όμως προσπαθεί με κάθε τρόπο να πείσει τον κόσμο για το αντίθετο.

-Έλα εδώ να παλέψουμε ρε

-Α πάενε από δω ρε τούτι-φρούτι, σιμιγδαλένιε, καληνυχτάκια, μπουένας νότσες μη σε κάνω ένα με το χώμα ναπούμε.

Got a better definition? Add it!

Published

Η γυναίκα που σε φλερτάρει προκλητικά και μη, αλλά δεν σου κάθεται/δεν έχει σκοπό να κάνει σεξ ποτέ μαζί σου. Ο ελληνικός ορισμός του αγγλικού "tease"

-Δεν ξέρω αν η Ειρήνη με γουστάρει ή αν είναι απλώς πουτσοχαϊδεύτρα και με παίζει.

Got a better definition? Add it!

Published

Άσχημος άνθρωπος ανεξαρτήτου φύλου, όπου έχει χαρακτηριστικά καλικάντζαρου και μοιάζει με παιδί του. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σαν συνώνυμο του άτακτου ή του απλού καλικάντζαρου.

(ρεσεψιονίστ)- Κυρία Ντάνου, κυρία ντάνου

-Τι θες πάλι πρωί πρωί βρε καλικαντζαρόσπορε;

λεζάντα εικόνας

η δεξιά εικονιζόμενη

Got a better definition? Add it!

Published

Η γυναίκα που διαλύει/ανακατεύει τις ανδροπαρέες εξαιτίας του πλούσιου κι ευλογημένου μπούστου της (πολλάν μεγάλα τσιτσία).

-Με τον Άκη έχω να μιλήσω από τότε που γνωρίσαμε την Κικίτσα την βυζομπετονιέρα, που μας έκανε μπάχαλο.

Got a better definition? Add it!

Published

Αυτή που σιχαίνεται το πέος στο στόμα της και δεν κάνει ποτέ στοματικό σε άντρα.

-Καλά ρε γιατί την χώρισες;

-Άσε μωρέ με την πιποχόνδρια, ούτε το κεφάλι δεν ήθελε να βάλει στο στόμα της.

Got a better definition? Add it!

Published

Επίσης γνωστό ως γαμοσπάτουλα. Προέρχεται από το γαμιόλα/γαμήσι και σπάτουλα. Η χρήση του είναι ιδιαιτέρως προσβλητική στον δέχτη της λέξης, καθώς δηλώνει απαξίωση και μηδενισμό στις ικανότητες της κορασίδας. Η σημασία είναι κάτι μεταξύ 3ου ατόμου σε σχέση με μόνο σκοπό το σεξ και κορασίδας που χρησιμοποιείται από κάποιον με σκοπό να ξεπεράσει την/τις πρώην ή απλά να περνά την ώρα του.

-Τι σου είπε η Μαρία και νευρίασες;

-Άσε μωρέ με την σακαφιόρα, τη γαμιολοσπάτουλα μόνο για να περνά την ώρα του ο Δημήτρης είναι καλή

Got a better definition? Add it!

Published

Όταν το οτοκορέκτ σου αλλάζει λέξεις του μηνύματος και δε μπορείς να βγάλεις άκρη και νόημα. Σαν τη συννενόηση-μπουζούκι, αλλά σε mobile version.

-Θα βρεθούμε στις 6, κομπλέ;

-Οκτώβριος

-Μη σου πω και Νοέμβριος!

-γ@μώ το οτοκορέκτ, μου αλλάζει τις λέξεις συνέχεια!!!

-Κατάλαβα, συννενόηση μπουζουκορέκτ...

Got a better definition? Add it!

Published

Τα strobe lights και γενικότερα τα έντονα φώτα που αναβοσβήνουν γρήγορα.

«Σταμάτα ρε να ανοιγοκλείνεις τα φώτα λες και είναι στρομπόλια!»

Strobe light, γνωστό και ως «στρομπόλι»

Got a better definition? Add it!

Published