• Εργαλείο για να βιδώνεις και ξεβιδώνεις μεταλλικά αντικείμενα, του οποίου η λαβίδα θυμίζει δαγκάνα κάβουρα, εξ ου και το όνομα.

  • Καβούρι είναι και το Crab louse, η γνωστή καβουρογαμόψειρα.

  • Ο κολλητσίδας, αυτός που σε πιάνει στις δαγκάνες του και δεν σε αφήνει να φύγεις. Όχι μόνο η γκόμενα καβουρογαμόψειρα, αλλά και ο φίλος /-η.

  • Ασφαλώς και ο καβουροσλανγκόσαυρος.

Ανακεφαλαιώνοντας, το εξαιρετικά σλανγκενεργό αυτό οστρακόδερμο μας δίνει τουλάστιχον 8 σημασίες, εκ των οποίων οι 5 βασικές (ο μποντιμπιλντεράς, ο κάγκουρας, ο τσιγκούνης, το εργαλείο και ο κολλητσίδας) συν μία αγγλιά, μία αυτοαναφορική και μία πραγματολογική σημασία.

Ακόμη μας δίνει τις εκφράσεις:

Ο λαός μας έχει ακόμη τις εκφράσεις:

  • να καβούρους, δώσε μου αλεύρι, για άδικες ανταλλαγές,
  • τι είναι ο κάβουρας, τι το ζουμί του, για κάτι που δεν επαρκεί, διότι είναι λίγο σε ποσότητα,
  • πάω σαν τον κάβουρα βαδίζω πλάγια, κινούμαι αργά και νωθρά.

    Δες τη Βικούλα.

Πάσα: ΑυτοχτοΝούλης.

  1. - Μπα, δεν γίνεται με το κλειδί, για φέρ' τον κάβουρα ρε μάστορα.

  2. - Πρόσεχε Χάνκυ μη κολλήσεις καβουρογαμόψειρες, γιατί πλησιάζει και η 27η Φεβρουαρίου (Παγκόσμια Ημέρα Frappernité)!
    (Ο σλανγκομπαμπάς Vrastaman δίνει την πατρική του συμβουλή εδώ).

  3. Εἶπεν οὖν ὁ διδάσκαλος:
    - Οὐκ ἔστιν καλὸν λαβεῖν τὸ λῆμμα τῶν Σλάνγκων καὶ βαλεῖν τοῖς καβουρίοις.
    - Ναὶ, κύριε, πλὴν καὶ οἱ καβουροσλανγκόσαυροι ἐσθίουσι ἀπὸ τῆς λημματολάσπης τῆς πιπτούσης ἀπὸ τῆς τραπέζης τῶν Σλάνγκων καὶ εὐφραίνονται.
    - Ὦ τέκνον κάβουρα, μεγάλη σου ἡ δαγκάνα!
    (Από την παραβολή του κάβουρα).

(από Khan, 20/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάβουρας ή καβούρι δεν είναι μόνον άλλο ένα συνώνυμο για τον κάγκουρα, η σλανγκική βιβλιογραφία του οποίου εκτείνεται σε 8 (!) ομώνυμα λήμματα.

Κάβουρας λέγεται κι ο μποντιμπίλντερ. Παρεπιδημεί σε γυμναστήρια (σιδεράδικα ή μη) και άλλους συναφείς χώρους άθλησης, όντας μανιακός με τα βάρη. Ένας αξιοπρεπής κάβουρας, έχει επιφέρει δια της εκγύμνασης αλλαγές στο σωματότυπό του, κατά τρόπο που να παραπέμπει στο γνωστό οστρακόδερμο. Περισσότερα σχετικά ακολουθούν λίγο παρακάτω.

ΣΥΝΩΝΥΜΑ.

- μπιλντεράς
- μπιλντέρι - μπίλντερ - σφίχτης
- σφίχτερμαν
- μποντέος / μπονταίος
- σβάρτσος
- τίγκας
- τέζας (βλ. και σχόλιο εδώ)
- φουσκωτός
- φούσκας
- πρησμένος
- πρήστης / πρηστάκης
- χεσμένος
- χτιστός / χτιστάκης
- τούμπανο(ς) / τουμπανιάρης / τουμπανέιρο / τουμπανιαζόλ
- ντούκι
- σώμας
- κορμάδι
- φίδι (σημασία νο. 3)

ΓΙΑΤΙ Ο (ΣΩΣΤΟΣ) ΜΠΙΛΝΤΕΡ ΠΑΡΑΠΕΜΠΕΙ ΕΜΦΑΝΙΣΙΑΚΑ ΣΕ ΚΑΡΚΙΝΟ.

- Ο ρήαλ κάβουρας είναι αν μη τι άλλο αρματωμένος (οστρακόδερμον γαρ, όπως κι ο αστακός). Ο μπίλντερ, προσθέτοντας στο σώμα του μυική μάζα, «αρματώνεται» κι αυτός, «εξοπλίζεται», γίνεται πιο μάχιμος, πιο σκληρός, πιο άγριος.

- Ειδικότερα, ο ρήαλ κάβουρας διαθέτει δυο τεράστιες και αιχμηρές δαγκάνες, στις οποίες αντιστοιχούν προφάνουσλυ τα πρησμένα και φλεβιασμένα άνω άκρα του μπίλντερ.

- Ο ρήαλ κάβουρας θεωρείται πως κινείται αδέξια και κωμικά. Στο «περπάτημά» του δεν υπάρχει χιασμός και χάρη των κινήσεων αλλά πηγαίνει κάπως μονόπαντα. Παρομοίως κι ο μπίλντερ: τα ογκώδη χέρια του είναι κατά την κίνηση σχεδόν κολλημένα στο σώμα. Πέφτουν άχαρα και «βαριά» προς τα κάτω. Πώς λέμε χορευτής; Ε, καμία μα καμία σχέση. Μόνο μια συμπαγής μονολιθική μάζα, χωρίς ίχνος κομψότητας και ραδινότητας. Είναι το λεγόμενο «περπάτημα με την πλάτη». Υπάρχει επίσης και το περπάτημα «με το στήθος», όταν ο σφίχτης προχωρά αγέρωχος, με το στέρνο προτεταμένο και τα χέρια ομοίως άκαμπτα.

- Τα κάτω άκρα του καρκίνου είναι πολύ μικρά, σχεδόν ατροφικά, αν συγκριθούν με τις επίφοβες τανάλιες του. Παρομοίως και αρκετοί μπίλντερς: τα πόδια τους είναι υπερβολικά λεπτά σε σχέση με τον τουμπανιασμένο τους κορμό, κάτι για το οποίο γίνονται συχνά αντικείμενο χλευασμού, ακόμη κι από άμπαλους με το bodybuilding. Η εξήγηση για την ασυμμετρία αυτή είναι απλή: η προπόνηση ποδιών είναι γενικά η περισσότερο επίπονη, ενώ για αρκετούς θεωρείται και πολύ βαρετή. Το αποτέλεσμα είναι η παραμέλησή της και η μη ομοιόμορφη ανάπτυξη άνω και κάτω σώματος.

ΚΑΒΟΥΡΕΣ ΚΑΙ ΚΑΓΚΟΥΡΕΣ.

Δεν είναι σπάνιο φαινόμενο το να συμπίπτουν στο ίδιο πρόσωπο, οι ιδιότητες του κάβουρα-κάγκουρα και του κάβουρα-μπίλντερ. Η επιδειξιμανία και η προσκόλληση σε φαλλοκρατικά στερεότυπα, είναι - κατά κανόνα - κοινός παρονομαστής και για τις δύο αυτές κατηγορίες ανθρώπων. Εννοείται βέβαια πως υπάρχουν και κυριλέ σφίχτες, μορφωμένοι, με διδακτορικά, με καλές δουλειές κλπ. Επίσης, το να μοντιφάρει κανείς το σώμα του ώστε να φέρνει σε καβούρι, απαιτεί γνώση, αφοσίωση, μεθοδικότητα. Πράγματα που συνήθως λείπουν από τον κλασικό καφρούλιακα. Από την άλλη, το να ασχολείται κανείς τόσο πολύ με το σώμα του και την εμφάνισή του, είναι κατά κάποιο τρόπο καγκουριά, ενώ ο ίδιος καθίσταται ένα είδος φρικιού...

Μια χτυπητή ομοιότητα μεταξύ του κάγκουρα και του μπίλντερ (στην αρχετυπική τους μορφή πάντα), είναι το περπάτημα. Μαγκιόρικο, με τα πόδια ανοιχτά και τα χέρια προτεταμένα σαν να κρατάνε καρπούζια. Είναι εκπληκτικό το πόσο αξεδιάλυτα συγχέονται στη συνείδηση ενός άσχετου περί τα μπιλντέρικα, ο κάβουρας-μπιλντεράς και ο κάγκουρας. Ο τελευταίος, ακόμη κι αν αντικειμενικά από πλευράς σωματικής διάπλασης ανήκει στον αδιάφορο μέσο όρο, μπορεί, με την κατάλληλη αλήτικη περπατησιά, υφάκι, κινησιολογία, λεξιλόγιο, κολλητά ρούχα κλπ, να δώσει την εντύπωση του τούμπανου και του γυμνασμένου...

  1. - Η Μαιρούλα τα έφτιαξε με κάποιον απ' το γυμναστήριό της.
    - Πάντα της άρεσαν οι κάβουρες...

  2. - Πω ρε πούστη, τι καβούρι είν' αυτός; Σαν να κουβαλάει το σπίτι του στην πλάτη του...
    - Μη μου πεις οτι θα σε χάλαγε να ήσουν έτσι.

  3. - Ο Πάνος έχει χτυπήσει κάτι πρωτεΐνες τελευταία κι έχει καβουροποιηθεί.

  4. - Μωρό μου σταμάτα να χτυπιέσαι τόσο στο γυμναστήριο. Τα καβούρια είναι ντεκαβλέ την σήμερον...

Got a better definition? Add it!

Published

Τό σουβλατζίδικο στη Πλατεία Εξαθλίων.

- Μάστορα, τσάκα δυό παλιοσούβλακα διπλόγυρα, με απόλα.
- Ο καβροοός δεν έχει παλιοσουβλάκα..
- Καλά, κάντα με σάλτσα ομίχλης...
- Πάαινε βάρα κάνα βελόνι, ρε μαλακισμένο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται σε άτομα μικροαστικών οικογενειών, που δύσκολα βγάζουν τα προς το ζην (αλλά και το σχολειό, γιατί για αυτούς είναι καταναγκαστικά έργα από εμπαθείς ανθρώπους, βλ.καθηγητές), οι οποίοι όμως πάντα ονειρεύονται έξτρα εξαρτήματα για το γυμνό παπάκι τους... Διακρίνονται από μια προκλητική συμπεριφορά προς οτιδήποτε διαφορετικό και μια ομιλία γεμάτη ύβρεις... Αγαπημένες ασχολίες: κόντρες, ξύλο, γήπεδο, tuning...

- Πάρε άναν κάβουρα...
- Ποιον λες ρε;
- Θέλει και ρώτημα; Αυτόν με το παπάκι και τη χαίτη...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified