Όταν λέμε «μικρό μου πόνι» εννοούμε τον κοντόκωλο άνθρωπο που, επί πλέον, έχει γεροδεμένα μπούτια.

Άλλως, τσολιάς.

Ρε συ, ο καθρέφτης φταίει ή είμαι πράγματι μικρό μου πόνι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην ιδιόλεκτο της ελληνικής BDSM κοινότητας είναι «ο μαζοχιστής που παίρνει το ρόλο του πόνι στο πλαίσιο ενός παιχνιδιού ρόλων. Για παράδειγμα, περπατάει στα τέσσερα, κάποιες φορές μάλιστα φορώντας σαμάρι». Δεν αποκλείεται ο τοιούτος να είναι και πόνι με την έννοια του πιπονίου.

Για την εξαιρετική σλανγκενέργεια του πονιού στα αγγλικά δες το αστικό λεξικό

(από Khan, 02/08/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Ως άσπρο πόνι, κυρίως, είναι αμερικλανιά για την κοκαΐνη, κατ' αντιδιαστολή προς το άσπρο άλογο, που είναι η ηρωίνη.

Δες και εδώ.

Ασίστ: Vrastaman.

- Και μετά πήγαμε μέσα για ένα πόνι.
- Ναι, ε; Και τα καταπίνει ή τα φτύνει;
- Όχι ρε, εννοώ άσπρο πόνι.
- Εσύ κι οι αμερικλανιές σου!...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι το shortcut της λέξης πιπόνι. Σημαίνει βαθιά, ζουμερή και ευχάριστη πίπα. Εννοείται πως κατά την διάρκεια του πόνιου η γκόμενα τα καταπίνει και λέει την γνώμη της για την γεύση τους.

Π:
- Τι έγινε ρε μαλάκα ξηγήθηκε πόνι η Γιώτα#2;
Μ:
- Ναι ρε, εννοείται, τα κατάπιε και μού' πε πως ήταν λίγο ξινά!
Π:
- Τέλεια δηλαδή!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified