Η δωματιίλα - δυο γιώτα - μου κάνει πιο βαριά.
Να σου πω, τώρα που το λες, δεν έχεις κι άδικο... μου τόχανε πει τότε ως τον σαρκασμό του Κυπριακού λάιφσταϊλ ή, αν θες, και του Cypriot Dream... ξέρεις, εμείς εδώ φούρπος, φουκού, φιλιπινέζα και τα εγκλωβισμένα αδέρφια μας στην Καρπασία κιετς...
Βλ. και το βιβλίου του Άρη Χατζηστεφάνου Δεκέμβρης '08, Ιστορία, ερχόμαστε… κοίτα τον ουρανό.
Πάντως, για να λέμε την αλήθεια, ούτε 'γω που είμαι από πάνω, την ήξερα την έκφραση. Δε σημαίνει και τπτ - μπορεί να μην έτυχε, μπορεί μεταξύ μας να μην την λέμε.
Σλανγκ δεν θα το 'λεγα. Είναι ένα κλισέ τόσο τετριμμένο πια που έχει αποκτήσει εντονότατα ειρωνικές συνδηλώσεις και λόγω αυτού, νομίζω, έχει νόημα η καταχώρηση του.
Αντιστέκομαι στον πειρασμό να μπω στην πραγματολογική/ιστορική/πολιτική συζήτηση προς την οποίαν θέλει να σπρώξει ο φίλτατος Abas (διότι δεν κάνω τέτοια πράματα εγώ και, κυρίως, δεν τα κάνω εδώ) αλλά πρέπει να πω ότι η σύνδεση με την τουρκοκρατία μου φαίνεται εύστοχη με την έννοια ότι η «πολιτεία» τώρα έχει το νόημα που είχε το ντοβλέτι τότε λ.χ. «δε μας νοιάζεται το ντοβλέτι», «ρήμαξε το ντοβλέτι» κ.λπ.
Ε, ναι, πολύ σωστή ερώτηση. Να σου πω την προσωπική μου γνώμη για την βαθμολογία των λημμάτων, τι παίρνω υπόψη και τι θεωρώ συν και τι πλην.
+++++ > αργκό, περιθωριακό, φρέσκο, κλασικό, λέγεται/κυκλοφορεί, ψαγμένο, ευρηματικό κλπ.
- - - - - > της καθομιλουμένης, πασίγνωστο, παλιό αλλά όχι κλασικό, παροιμίες κλπ, ατυχείς λεξιπλασίες και νεολογισμοί, μη κατανοητό, ξενικά που δεν έχουν μπει στη γλώσσα, τραβηγμένα απ' τα μαλλιά κλπ.
Νομίζω ότι η γενική ιδέα της βαθμολογίας των λημμάτων είναι πώς ό,τι έχει από 3 και πάνω είναι σλανγκ αναγνωρισμένη και αυτά που έχουν 4 και 5 είναι και σλανγκ ζόρικη, κλασική ή προχώ. Θεωρητικά αυτά... αν βαθμολογούσανε πολλοί και με κάποια κοινά κριτήρια σαν κι αυτά... αν και, ακόμα κι όπως έχουν τα πράματα τώρα, μια άκρη βγαίνει: αν δεις την κατάταξη των λημμάτων, το βρώμικο π.χ. είναι στο 97% και το πενταράς π.χ. πάλι είναι στο 7%.
Με τους ορισμούς, νομίζω, ότι τα πράματα είναι πιο εύκολα. Ό,τι μου δίνει να καταλάβω τι σημαίνει το λήμμα απλά και σωστά το 3 το 'χει σίγουρο. Αν δώσει και μια-δυο πληροφορίες παραπάνω (προέλευση, χρήση κλπ) πήρε και το 4 και άμα είναι συν όλα αυτά και καλογραμμένο πήρε και το 5. Άσους και δυάρια βάζω μόνον αν όντως υπάρχουν χοντρά λάθη ή/και ελλείψεις και μου τη σπάει και το στυλ καπάκι και Χ μόνο σε κάτι απίστευτα ακατανόητα κλπ που συχνά μετά διαγράφονται κιόλας.
Μια χαρά λήμμα είναι, ήμαρτον πια με τις αυτοκριτικές! Σε ό,τι αφορά τη βαθμολογία, νταξ, εκεί είναι γνωστό ότι τρεις λαλούν και δυο χορεύουν - και κάποιοι, βέβαια, ούτε λαλούν ούτε χορεύουν διότι απαξιούν να βαθμολογήσουν με συνέπεια να παρατηρούνται φαινόμενα στρέβλωσης καθώς δεν λειτουργεί ο νόμος των μεγάλων αριθμών - δείτε το σχετικό βρασταμάνιο σχόλιο εδώ.
Άλλο ήθελα να πω. Νομίζω ότι η χρήση του καπιταλιστικό με αυτή την έννοια είναι παλιά. Δεν παίρνω και όρκο αλλά με φαίνεται ότι λεγόταν έτσι το τσιγάρο του πακέτου σε αντιδιαστολή με το στούκας.
Στην Κύπρο στη δεκαετία του '90 λέγανε το ανάλογο φούρπος, φουκού, φιλιπινέζα - όπου φούρπος=μπάλα, ποδόσφαιρο (εκ του football) και φουκού=ψησταριά, μπάρμπεκιου
Εξαιρετικό, χότζαμ.
Φαντάζομαι να περιμένουμε και τα φεκλόνια και το καρσινή - αυτό το καρσινή είναι από το karşı=απέναντι;
Να προσθέσω στην καθόλου άχρηστη πληροφορία του electron ότι ακριβώς στην ίδια φάση ο έχων την τιμή να κόψει παραιτείται του δικαιώματος λέγοντας και «κομμένα» - δλδ, ας θεωρήσουμε ότι είναι σαν να έχουν κοπεί διότι είμαι τύπος λαρτζ και εμπιστεύομαι το ανακάτεμά σου.
Μα δεν είναι ρατσιστικό το λήμμα. Ούτε, εννοείται, ο ορισμός.
Εγώ, βασικά και άμα λάχει ναούμ' λέω να μην αλλάξει τπτ και άμα θέλει ο/οι επισκέπτης/επισκέπτες μας να φτιάξει ένα λογαριασμό και να ανεβάσει/ουν κάνα λήμμα ή να κάνει κάποιο υπογεγραμμένο σχόλιο - τζάμπα είναι. Η παρέμβαση στα κείμενα άλλων κατά τον τρόπο που προτείνεται δεν είναι πρακτική που συνηθίζεται σε αυτό το σάιτ και όσο ελέγχεται η ακρίβεια αυτών που έγραψε ο hodjas άλλο τόσο ελέγχονται, είμαι σίγουρος, και αυτά που γράφουν οι επισκέπτες.
Βέβαια, καλύτερα θα ήταν αν όλη αυτή η συζήτηση γινόταν κάπου αλλού. Εδώ, υποτίθεται, καταγράφουμε την αργκό. Τελεία.
Πάντως, μου έχει μείνει από την αρχή και μια απορία που, τέσπα, ας την θέσω στον/στους επισκέπτη/επισκέπτες μας. και είναι αυτή: από τα σχόλια που κάνετε μου έχει μείνει μια εντύπωση ότι θεωρείς/θεωρείτε με κάποιο τρόπο καλύτερο/προτιμότερο, δεν ξέρω πώς να το πω, να είσαι/είστε ή και να είναι οι Βλάχοι ελληνικής καταγωγής μάλλον παρά ρουμανικής. Κάνω λάθος;
Πολύ ωραία λήμμα και ορισμός.
Δηλαδή, αυτό λέγεται; Τα Ελληνόπουλα που τριπάρουν αναφέρονται στο LSD ως Λουκία; Αν ναι, πάσο. Αν όχι, γιατί ανέβηκε;
Ωραία λέξη, δεν την ήξερα.
Βρήκα αυτό στο νέτι:
[I]Αστράχα ή αστρέχα
Η υδρορροή της στέγης.
Κατά τον Ν. Ανδριώτη ετυμολογείται από το αρχαίο όστρακον (= τεμάχιον πηλίνου αγγείου, κεραμιδοκόμματο, κεραμίδι, τούβλο). Κατά παραπλήσιο τρόπο, αστρακιά ονομάζεται στη Χίο το δώμα αντί οστρακιά, ως εστρωμένη μέ όστρακα κεράμεα (βλ. Λεξικόν της καθ’ ημάς Ελληνικής Διαλέκτου του Σκαρλάτου Δ. του Βυζαντίου).
Κατά τον G. Meyer η λέξη έχει διαφορετική προέλευση και συνδέεται με το σλαβικό streha. [/I]
Γενικώς υπάρχουν πολλές αναφορές.
Δεν ξέρω το ποδοσφαιράκι γενικώς να λέγεται κοκορέτσι. Εξ όσων γνωρίζω, κοκορέτσι λέγεται μια συγκεκριμένη κίνηση στο παιχνίδι, ήγουν το στριφογύρισμα της μπάρας (συνήθως των επιθετικών) για να βρει το παικτάκι τη μπάλα με φόρα και όποιον πάρει ο χάρος. Αυτό συμφωνεί και με το σχόλιο του electron και με όσα είχαν λεχθεί στο λήμμα ποδοσφαιράκια. Τέλος πάντων, δεν βάζω και το χέρι στη φωτιά γιατί ο όρος κοκορέτσι σε αυτό το περιβάλλον ήταν γενικά άγνωστος στη Θεσσαλονίκη - αργότερα τον άκουσα. Όπως έχουν πει και ο anchelito και ο knasos, επάνω αυτά τα στριφογυριστά τα λέγαμε/λέμε φουρφούρια.
Η συνηθέστερη σημασία είναι αυτή του άβουλου, του μαλθακού, του βουτυρομπεμπέ.
Ενδιαφέρον έχει ότι τόσο το Ιδρ. Τριανταφυλλίδη όσο και ο Μπαμπινιώτης ετυμολογούν τη λέξη από το μαμμόθρεπτος, δηλ. αυτός που ανατράφηκε από την μάμμη, την γιαγιά, και όχι την μαμά.
Συμφωνώ.
Για τον Πρόντι, βεβαίως και έχετε δίκιο. Αλλά η οδοντόκρεμα, στην Αθήνα είναι οδο-d-όκρεμα και στην Θεσσαλονίκη είναι οδο-ν-d-όκρεμα.
Ε, ναι... αλλά αυτοί το λένε στα σοβαρά. Η σλανγκιά της υπόθεσης δεν είναι στην ειρωνεία;
Πολλαπλώς εξαιρετικό.
Υπάρχει και παλαιότερο κομμάτι με αναφορές σε τσικαμπούμ. Είναι το Τσίκα Τσίκα Μπουμ, (μουσική Γιώργος Μουζάκης, στίχοι Ναπολέων Ελευθερίου, πρώτη εκτέλεση Τώνης Μαρούδας). Σε ρυθμό μάμπο, ακούγεται τελείως γλυκανάλατο και αθώο αλλά ποτέ δεν ξέρεις.
Ένα απόσπασμα:
Πάμε μαζί να ξεσκάσουμε
στο μάμπο κέφι να σπάσουμε
και στη ζωή να περάσουμε
μαζί το βράδυ αυτό
Τσίκα τσίκα μπουμ, ολέ ολέ
τσίκα τσίκα μπουμ, ολέ ολέ
τσίκα τσίκα μπουμ, ολέ ολέ
τσίκα τσίκα μπουμ
Εικάζω ότι είναι απόπειρα εξελληνισμού του dumb prick.
Θενξ, ρε. Και το σχόλιο εξαιρετικό παράδειγμα χρήσης της λέξης. :-)
Σωστός.
Δες και μια ειδική χρήση της λέξης γκιζντάνι στο τραπέζι της πόκας, όπου πάω στο γκιζντάνι σημαίνει πάω στην κάβα, παίρνω κάβες. Εύλογος ο συσχετισμός καθότι κάβα, όπως λέει ο electron, αρχικά σημαίνει σπηλιά και γκιζντάνι σημαίνει μπουντρούμι και κάποια μπουντρούμια ήταν σε σπηλιές.
Ο όγδοος κατά σειρά που βαθμολόγησε έβαλε 1 στο λήμμα (=μάπα) και 1 στον ορισμό (=λάθος). Ωραίος!... τι να λέμε τώρα...
Είναι όμως, όντως, κάτι παραπάνω από ένα ευφυολόγημα του Πανούση; Δλδ, χρησιμοποιήθηκε ποτέ με κάποια συγκεκριμένη σημασία ή είναι απλώς ένα λογοπαίγνιο όπως, ας πούμε, τα ζωντανός ζύθος, κατόπιν αορτής, ποιητική αηδία κλπ τα οποία επίσης έχουν μια πλάκα αλλά δεν σημαίνουν ντε και καλά και κάτι;
Έεετσι! Δεν μπορούμε να τάχουμε κι όλα...