Βρωμόξυλο.

- Του τράβηξα ένα σουλτάν μερεμέτι, το καταφχαριστήθηκα!

Βλ. και ταβερνόξυλο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι τορνευτές γάμπες που στο σχήμα μοιάζουν με λαμπόγυαλο (το γυάλινο κάλυμμα εκείνης της παλιάς λάμπας με το φιτίλι που έκαιγε με φωτιστικό πετρέλαιο).

Περνάει πάλι απ' έξω η Ιωάννα με τις γάμπες λαμπόγυαλο (sic).

(σημείωση: η Ιωάννα ήταν 22 χρονών κούκλα και η σχολιάζουσα Έλλη μια πάνχοντρη μαντάμ που όλα τα ήξερε)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κόβω τόσο κοντά τα μαλλιά μου, που φαίνεται το δέρμα του κρανίου μου.

- Τους παλιούς φαντάρους τους κουρεύανε με την ψιλή. Όχι σαν και σήμερα που τους αφήνουν και κάνουν ό,τι θέλουν. Εκείνο ήταν υγιεία!

Αυτό ακριβώς! (από allivegp, 31/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μπουγατσομάχαιρο έχει σχήμα μισοφέγγαρου. Η φοιτητριούλα για την οποία φτιάχτηκε η έκφραση είχε μύτη καμπουριαστή σαν το μπουγατσομάχαιρο και την είχε και... ψηλά, επειδή ήταν κόρη καθηγητή της σχολής.

- Σωπάτε, σους. Έρχεται η μύτη μπουγατσομάχαιρο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός ή αυτή που μας τη δίνει, μας νευριάζει.

Ω ρε αδερφούλα. Τι δοστικιά που είσαι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η καρδιά μου χτυπάει δυνατά, χοροπηδάει στο στήθος μου, έχω ταχυκαρδία.

Τις τελευταίες μέρες φουρτουράω (ή η καρδιά μου φουρτουράει). Πρέπει να πάω να κοιταχτώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Για να σιγουρευτείς ότι το πράγμα είναι καλό πριν το πάρεις ή ότι ο άνθρωπος είναι κατάλληλος για σένα πριν τον παντρευτείς, δες κάτι σχετικό με αυτό(ν) που θα σε διαφωτίσει.

Η μάνα της είναι καλή και νοικοκυρεμένη κυρία. Και η κόρη τέτοια θά 'ναι. Δες ούγια, πάρε πανί.

(από allivegp, 12/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ανάλογα με το ποιος είναι κάποιος, ανάλογες είναι και οι συμπεριφορές του.

Συνώνυμη έκφραση: «από κοράκου στόμα κρα θα ακούσεις».

Τι χαΐρι περιμένεις από τον βλάκα; Τι περιμένεις από δαύτον να σου πεί; Κουκιά έφαγε, κουκιά μολογάει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ολοκαίνουργιος.

Το φράκο μου είναι τσίλικο.

Έφτασε; (από Hank, 14/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified