Απάτησε. Κεράτωσε.

Για κάποιο λόγο, λέγεται με αυξημένη δόση χαιρεκακίας.

Συγγενή λήμματα: κερατάς, κέρατο

- Ωραίο ζευγάρι ο Ντίμης και η Ντενίζ ...
- Αααχ, ματάκια μου ... κι αν ήξερες ... τάρανδο τον έχει κάνει ... δεν χωράει να περάσει απ' την πόρτα ... αλλά έτσι είναι αυτές οι ξένες, δεν έχουν τσίπα ...

(από Khan, 22/10/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπου Φυσάει ο Άνεμος.

Χαρακτηρισμός για άτομα που αλλάζουν τις πολιτικές τους απόψεις και την κομματική τους τοποθέτηση ώστε να βρίσκονται πάντα στο στρατόπεδο των νικητών.

Είναι απαξιωτικός χαρακτηρισμός καθώς υπονοεί ότι πρόκειται για ανθρώπους ανερμάτιστους και καιροσκόπους.

Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι το ποσοστό των γνησίων ΟΦΑ στην Ελλάδα δεν υπερβαίνει το 3% - τόσο υπολογίζεται ότι είναι το ποσοστό των ψηφοφόρων που μετατοπίζονται από το ένα μεγάλο κόμμα στο άλλο στις εκλογές. Αν και μικρό, αυτό το 3% είναι σημαντικό διότι ανεβοκατεβάζει κυβερνήσεις.

Άλλοι πάλι λένε ότι το πραγματικό ποσοστό των ΟΦΑ είναι πιο κοντά στο 97%. Απλώς, επειδή και όλα τα κόμματα αλλάζουν θέσεις και απόψεις όπως βολέψει, οι ατομικές συμπεριφορές γίνονται ένα με τις συλλογικές και δεν κάνουν εντύπωση.

  1. Πάντως προς το παρών οι 'τσάμπα μάγκες΄ καλοπερνάνε, είναι οι βολεμένοι, οι έχοντες τα μέσα, οι καπάτσοι του κόμματος ΟΦΑ (Όπου Φυσάει ο Άνεμος) και άσε εμάς στα 60 μας να κυνηγάμε μια σταθερή δουλειά με βιογραφικό σαν τετράδιο ... (Από forum)

  2. Αυτό ήταν που με… γοήτευε πάντα στο Ελλαδιστάν: η… σταθερότητα ιδεών και στάσεων ζωής.

Αυτό, δηλαδή, που ονομάζεται “καιροσκοπισμός” ή “οπορτουνισμός” ή στην καθομιλουμένη “ΟΦΑ” [Όπου φυσάει ο άνεμος] ή, ακόμα καλύτερα, ‘Ό,τι πιούμε, ό,τι φάμε κι ό,τι αρπάξει ο κ@λος μας”.

Και δεν μπορούμε να ξεφύγουμε από αυτή την… κινητικότητα απόψεων και στάσεων ζωής γιατί μόλις σταματήσουμε θα σωριαστούμε στο έδαφος, όπως οι ναυτικοί μετά από λίαν τρικυμιώδες ταξίδι μόλις πατήσουν το πόδι τους στη στεριά.

Καλή ψήφο αδέλφια! (Από forum)

σκίτσο από το βιβλίο του Τάκη Καλονάρου "Η ευτυχία του να είσαι Έλληνας" (από xalikoutis, 23/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Λέξη παρόμοια με τα γνωστά μαλακαντρέας, μαλακοτρίφτης, μαλακοπίτουρας, μαλακοπέρδουλας κ.α.

Βασικά σημαίνει μαλάκας. Το δεύτερο συνθετικό, όμως (-πρόξενος) εισάγει και μια λεπτότερη νοηματική απόχρωση υποδηλώνοντας ότι ο συγκεκριμένος μαλάκας κάπως την έχει δει - λίγο μουράτος, λίγο αφ' υψηλού ενώ στην πραγματικότητα η κατάσταση είναι ψηλό-καπέλο-και-ξυπόλητος.

Πέραν όλων τούτων είναι και η τέλεια λέξη για να χαρακτηρίσει κάποιον πρόξενο -και, ευρύτερα, κάθε διπλωματικό υπάλληλο- ο οποίος συμβαίνει να είναι και μαλάκας. Χρησιμότατη για όσους έχουν πάρε δώσε με το διπλωματικό σώμα.

- Ναι, ήταν και ο κύριος μαλακοπρόξενος, ο Κωλομερόπουλος, ο οποίος, ως συνήθως, μας τα ζάλισε: «όταν ζούσαμε στην Ελβετία» και «η ποιότητα της εκπαίδευσης που παρέχει το κολλέγιο είναι ασύγκριτη» και άλλες τέτοιες πίπες... Ρε, δε μας χέζεις ρε Νταλάρα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ομάδα φουσκωτών. Συνήθως οι σεκιουριτάδες σε συναυλία, μπράβοι νυχτομάγαζου, επαγγελματίες τραμπούκοι κλπ. Λέγεται όμως και για τους ζόρικους ματατζήδες.. Ειρωνικά, μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για παρέα νεαρών που περιφέρονται με το ζωνάρι λυμενο για καυγά και καταλήγουν να τις μαζεύουν αυτοί.

Πλάγια αναφορά στο Dream Team.

- Μάγκες, στο συγκεκριμένο κλαμπάκι, κόσμια. Έχει ένα δείρε τημ γάμησέ τα, ο πιο μπασμένος είναι σαν τρίφυλλη ντουλάπα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καυγάς, συμπλοκή, ξύλο. Λέγεται για καυγάδες στους οποίους χώνονται πολλοί και επικρατεί μεγάλη σύγχυση. Χέρια, πόδια φεύγουν προς όλες τις κατευθύνσεις αλλά -και είναι σημαντικό αυτό- συνήθως δεν βρίσκουν στόχο. Διότι η κλωτσοπατινάδα είναι ένας καυγάς όπου γίνεται απίστευτη φασαρία αλλά, τελικά, μικρή ζημιά. Έτσι, η λέξη χρησιμοποιείται κυρίως ειρωνικά.

Μεταφορικά, λέγεται και για φραστικούς διαξιφισμούς έντονους μεν αλλά χωρίς ουσία, όπου οι απ' έξω εντυπωσιάζονται χωρίς να καταλαβαίνουν ποιο ακριβώς είναι το πρόβλημα.

  1. Μπορεί να δοθήκαν αμοιβαίες εξηγήσεις αμέσως μετά την... κλωτσοπατινάδα στη φυσούνα του γηπέδου της Τούμπας, όμως το επεισόδιο Κονσεϊσάο-Νικοπολίδη θα έχει και συνέχεια. (Από αθλητικό site)

  2. Ας είμαστε ειλικρινείς. Εμείς οι άνδρες έχουμε, κατά βάση, πολύ απλά γούστα, σε ότι αφορά στο τι βλέπουμε στη τηλεόραση. Ταινίες δράσης, ποδόσφαιρο, καμιά τσοντούλα και φυσικά κλωτσομπουνίδι. Σε όλες τις μορφές του. Boxing, Tae kwon Do, MuaiTai και φυσικά Κ-1 και Κ-1 mma. Όπου mma σημαίνει mixed martial arts. Σε απλά ελληνικά κλωτσοπατινάδα μέχρι τελικής πτώσης ή επί το αρχαιότερο, «παγκράτιο». (Από blog)

  3. Επιτέλους! Είδα έναν ποδοσφαιρικό αγώνα και τον φχαριστήθηκα. Όχι τόσο για το επίπεδο της μπάλας που παίχτηκε όσο γι’ αυτά που ακολούθησαν μετά τη λήξη του αγώνα. Οι ποδοσφαιριστές πλακώθηκαν στο ξύλο. Σύρραξη, μπουνίδι άγριο και κυνηγητό, σφαλιάρα που πήγε σύννεφο ... Μ’ άρεσε η κλωτσοπατινάδα, γιατί μου θύμισε κάτι που είχα ολωσδιόλου ξεχάσει: ότι το ποδόσφαιρο είναι ένα παιχνίδι τελικά. (Από blog)

  4. Μπουρδουκλωνόμαστε όλο και περισσότερο στην δημόσια κλωτσοπατινάδα των υπέρλαμπρων αστέρων Θέμου και Μάκη με τα παχιά τα λόγια και τα ακόμη παχύτερα πορτοφόλια, που έχουν μεγάλη σχέση με την show business και την επιχειρηματικότητα και λιγότερη με την δημοσιογραφία και ξεχνάμε ποιο είναι πραγματικά το ζητούμενο πλέον. (Από το reporter.gr)

Κλωτσοπατινάζ. (από Galadriel, 25/02/09)Άστο κάτω αυτό ρε. (από Galadriel, 25/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γράφω σε blog. Ανεβάζω, κάνω upload. Από το Αγγλικό ρήμα to post.

Πρόλαβα να ποστάρω πρώτος σε αυτή την τελεταυταία απόπειρα των κουρελιών να δημιουργήσουν μια διαδικτυακή οντότητα για το βιβλίο άλλου στυλ.

(Το αντέγραψα με copy and paste από blog χωρίς να αλλάξω τίποτε.)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ποδοσφαιρικός αγώνας κακής ποιότητας. Κλωτσοσκούφι. Ειδικότερα, ματς σκληρό και άτεχνο.

Οταν τον πρωτοείδα, ο νεαρός Χατζηπαναγής δεν μου γέμισε το μάτι. Χαρακτηριστικη ήταν η αφύσικα λευκή σαν σεντόνι επιδερμίδα του και το μακρύ σγουρό μαλλί του. Κατά τα άλλα τίποτε το ιδιαίτερο.

Ο αγώνας άρχισε και μαζί του και η γνωστή κλωτσοπατινάδα. Ωσπου πήγε η μπάλα στα πόδια του Ρώσου. Και ξαφνικά...το μπαμ! Ανάσταση! Επιφοίτηση! Αποκάλυψη! Poetry in Motion. Ο άνθρωπος κεντούσε. Καλλιτέχνης με τα όλα του.

Τη μπάλα χτύπα! (από Galadriel, 25/02/09)Τη μπάλα λέμετε! (από Galadriel, 25/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βάζω στην άκρη, κάνω κουμάντο για πάρτη μου.

Λέξη που χρησιμοποιούσαν οι Έλληνες φοιτητές της Ιταλίας. Από το Ιταλικό risparmio = αποταμίευση.

- Καλά, ρε αδερφάκι μου... είσαι μεγάλος μοναχοφάης... - Γιατί το λες αυτό, Βαγγέλη μου, με πληγώνεις ...
- Άσε μας, ρε φούρμπο, το ρισπάρμιασες όλο το χταποδάκι στο πιάτο σου μη τυχόν και φάει κάνας άλλος και τώρα κάνεις το κορόιδο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κομπιούτερ, εννοείται.

Ντέσκτοπ, υπολογιστήρας γραφείου σε αντίθεση με το λάπτοπ, τον φορητό υπολογιστή.

Πώς λέμε στα τηλέφωνα κουνιστό και σταθερό; Α να γειά σου.

- Έγω, μάγκα μου, πάλι καθιστό θα πάρω. Με τα ίδια specs το λάπτοπ είναι τετρακόσα ευρώπουλα παραπάνω. Και γιατί να τα χώσω;

Got a better definition? Add it!

Published

Καφενείο / καφετέρια, συνήθως συνοικιακό, όπου επικρατεί πλήρης ανία και αποχαύνωση (δες και εδώ). Από τα χάπια και κατ' αναλογία προς το καφέ σαντάν.

- Έλα, οι άλλοι είναι Ετουάλ - πάμε ν' αράξουμε ... - Όχι, ρε μαλάκα, πάλι καφέ αρντάν ... τι να κάνουμε ... να κόβουμε φλέβεςόλοι μια παρέα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified