Ο ανούσιος, πλην απαραίτητος και ενίοτε διασκεδαστικός, πρόλογος.

Προέρχεται προφανώς από την θεματολογία των σχετικών ταινιών, όπου φερέλπιδες σεναριογράφοι επιθυμούν να δώσουν μια επίφαση καθημερινότητας σε αυτό που θα ακολουθήσει.

Η υπόθεση σε τσόντα έχει αναδειχθεί στην πλέον αφαιρετική και αισθητικά πλήρη μορφή της από τον μαιτρ του είδους, Γκουσγκούνη.

Ντριν, ντριν!
- Ναι;
- Δημητράκη, εσύ είσαι; Ο κυρ Κώστας, είμαι ο διαχειριστής.
- Ναι, κυρ Κώστα.
- Η μαμά τι κάνει, καλά είναι;
- Καλά είναι κυρ Κώστα, μαγειρεύει μέσα (αρχίσαμε τώρα την υπόθεση σε τσόντα)
- Α, μπράβο, να της δώσεις χαιρετίσματα. Κοίτα Δημητράκη, πες τον μπαμπά σου, ότι πήρα για το μαζούτ.....

Ήρθα για το μαζουτ... (από Vrastaman, 07/11/08)(από Khan, 25/02/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το εξαιρετικό ντεκαβάζ ορμώμενος, ας βάλω ακόμη ένα λιθαράκι στον σλάγκειο Όλυμπο.

Τσέπη εν τω πόκειω χώρω καλείται το ενθυλακωμένο χρήμα, το οποίο συνήθως δεν δύναται λάβει μέρος στο εξελισσόμενο παίγνιο, χάριν των ισορροπιών.

Όπως γράφει και ο electron, στο τραπέζι παίζει ό,τι έχει μπει στην κάβα, για να υπάρχει ένας έλεγχος στα ποσά που αλλάζουν χέρια (σε φιλικά τραπέζια πάντα). Αν κάποιος ζητήσει να παίξει με τσέπη, σημαίνει συνήθως ότι έχει καλό χαρτί και θέλει να σκουπίσει το τραπέζι. Αυτός είναι ένας κακός άνθρωπος και να μην τον παίζετε.

Η τσέπη παίζει σε κάποιες παραλλαγές που μπορεί ο παίκτης να «αγοράσει» μπαλαντέρ σε μεταβαλλόμενη τιμή, η οποία δεν μπορεί να προδικασθεί.

- Γιώργο, μιλάς!
- ..................
- Ε...
- Τσέπη παίζει;
- Πάσο!
- Πάσο!
- .......
- Όχι ρε παπάρα, δεν παίζει τσέπη, ένα απλό νεκροταφειάκι παίζουμε. Το γάμησες πάλι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η παραλία μετά μπιτς-μπαρ.

Αρχικά ο όρος είχε θετική αύρα αλλά με τον καιρό, θες γιατί παράγιναν τα μπιτς μπαρ, θες γιατί γερνάμε, τώρα νοείται η παραλία που σου σπανε τα κροκάδια με τα ντάπα-ντούπα.

- Πάμε Φούρκα;
- Να πάτε, εγώ μπαραλία δεν γουστάρω, θα την κάνω για Δεύτερο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο (νεαρός, αρσενικός) κάτοικος των Εργατικών Κατοικιών της περιοχής Φοίνικα Θεσσαλονίκης (Προσοχή, να μην συγχέεται με του Βότση).

Εναλλακτικός, τοπικής εμβέλειας, χαρακτηρισμός για: τον κάγκουρα, το ταγκαλάκι κτλ.

- Καλά, τι φώναζε ο τύπος με το μηχανάκι;
- Άντε μωρέ τον φοίνικα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρχικά, χρονικό επίρρημα. Στην μπαμπαδοσλάνγκ εκδοχή του, επίκληση παρελθόντος νεωτερισμού, προοδευτικότητας, ευμάρειας και εν τέλει αποστασιοποίησης του πατρικίου ομιλούντος από τους συνχνωτιζόμενους πληβείους. Βασικά, περασμένα μεγαλεία και διηγώντας τα να κλαις.

Τοποθετείται εμφατικά στο τέλος της πρότασης.

- Φιλαράκι, το ΄76είχα πάρει με τα λεφτά από το πρώτο ταξείδι ένα Rover 2.200 με διπλά καρπυρατέρια, υδραυλικό τιμόνι και αιρ-κοντίσιο, τότε! Μετά το πάρκαρα έξω από τη μπαρμπουτίερα του Χάσου.

- Ο προπάππος σου ο Λαλα-Μάρκος κάθε δύο τρία χρόνια που έκλεινε καλά η χρονιά, έπαιρνε την κυρά-Δέσποινα παίρναν το ποστάλι και τραβούσανε Τεργέστη και από κει Βιέννη, Πράγα και Λειψία για ψώνια και βόλτες, τότε!

(από Khan, 30/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ομοφυλόφιλος ανήρ

Εκ των αγγλικών Back-Love-Ass

(Τα εύσημα στον κ. Ν.Λ.)

Δεν χρήζει παραδείγματος

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λαϊκή απόδοση του Sic transit gloria mundi.

Μιας και οι μακροσκελείς ορισμοί δεν είναι το φόρτε μου, παναπεί πως όσο καλά και να περνάς τώρα, κάποια στιγμή στο μέλλον τα γούστα πλερώνονται.

Πάσα ομοιότητα με άτομα, ομάδες και εθνικές οικονομίες στην ζώνη του ευρώ είναι συμπτωματική.

— Φιλαράκι, πώς σε φαίνεται η Μπέμπα;
— Μπράβο ρε κολλητέ, καλοτάξιδο!
— Η Eurobank να 'ναι καλά!
— (Τώρα γαμιέσαι χαίρεσαι, στην γέννα θα τα πούμε!)

Ακόμη: γαμιέσαι κόρη χαίρεσαι, μα θα 'ρθ' η γέννα και θα δεις, γαμιεσαι κορη χαιρεσαι στη γεννα θα τα πουμε. Δες και γλυκοφάε-πικροχέσε, γλυκοφάγωμα-πικροχέσιμο και σύγκρινε με το θα γυρίσει ο τροχός, θα γαμήσει κι ο φτωχός.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μέτριας έντασης καψόνι στους σχολικούς χώρους της δεκαετίας του 80.
Το θύμα συλλαμβάνεται από ομάδα συμμαθητών του, συνήθως κατά την διάρκεια του διαλείμματος, μεταφέρεται στην -άδεια- έδρα όπου τοποθετείται ανάσκελα και γαργαλάται ομαδηδόν από τους θύτες.

Συναντάται σχεδόν αποκλειστικά μεταξύ αρρένων (τόσα ξέραμε, τόσα κάναμε).

- Ντου, εγχείρηση τον Παναγή!
(ακολουθούν κραυγές του θύματος)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το προστάδιο εξέλιξης του κάγκουρα.

Η λέξη οδεύει προς την αχρηστία καθώς, λόγω της βελτίωσης στην διατροφή και τις βελτιωμένες ιατρικές υπηρεσίες, τα ταγκαλάκια εισέρχονται τάχιστα στην ηλικία του κάγκουρα.
Αυτή η εξέλιξη συνεπικουρείται από:
α) την άνοδο του εισοδήματος, επιτρέποντας την αγορά / επιχορήγηση τετράτροχου σε τρυφερή ηλικία,
β) την ευελιξία της δανειακής αγοράς που διαθέτει πόρους για μαλακίες και
γ) το διαδίκτυο που υποδαυλίζει τα α) και β) βάζοντας ιδέες.

Το ταγκαλάκι, ή ορθότερα τα ταγκαλάκια, καθώς ζούνε σε αγέλες, συνήθως
α) έχουν τα ενδιαιτήματα τους σε λαϊκές συνοικίες, β) βόσκουν σε παρακείμενα πάρκα,
γ) φωλιάζουν καθήμενα στις ράχες από τα παγκάκια στα πάρκα,
δ) φωράνε τιραντέ φανελάκι και συχνά διχάλα 1-4,
ε) κάνουν οικονομίες για να πάρουνε ΒΜΧ ή παπάκι (αναλόγως εποχής και ηλικίας),
ζ) κοιτάνε τα παρερχόμενα πιπίνια με κάτι μάτια να, και τα χέρια στις τσέπες.

Από τις 17/07/1996 τα ταγκαλάκια έχουν περιληφθεί στον Κατάλογο Απειλούμενων Ειδών της IUCN (http://www.iucnredlist.org)

- Ποίος φώναζε ρε συ μεσημεριάτικα;
- Έλα μωρέ, κάτι ταγκαλάκια ήτανε, αλλά φύγανε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρχικά παρότρυνση διδάσκοντος /-ουσας προς διδασκόμενο /-η (συνήθως παριστάμενος /-η του πίνακος), όπως αποδώσει το ζητούμενο χρησιμοποιώντας εναλλακτική, οικεία, ορολογία.

Μεταγενέστερα χρησιμοποιήθηκε και ως ελαφρώς ειρωνική επίπληξη προς οικείο πρόσωπο που μας τα έχει κάνει τσουρέκια, μέχρι να πει τι θέλει ο μπαγλαμάς!

Συναφή:
αατα
Ζωγράφισέ το!

  1. - ... και τότε ο Σόλων έδωσε... την συστάθεια... εεε... την... συνάφεια... εεεε...
    - Έλα Νικολάκη, πες το με δικά σου λόγια!

  2. - ...και βασικά η Ελένη είπε, δηλαδή, εεε, βασικά δεν, αλλά... ρε γαμώτο...
    - Χαλάρωσε δικέ μου, με δικά σου λόγια!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified