Χρησιμοποιείται από τεχνικούς για να δηλώσει ότι ένα μηχάνημα χάλασε.

Επίσης, για να δηλώσει ότι η υγειά ενός ανθρώπου είναι άσχημη.

  1. - Την πήραμε στα χέρια τη γεννήτρια με τις μαλακίες σας.

  2. - Ο Γρηγόρης πώς πάει;
    - Αν συνεχίσει έτσι, θα τον πάρουμε στα χέρια.

(από pvnrt, 27/01/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Για να μην παρεξηγούμαστε, τρέφουμε απόλυτο σεβασμό και θαυμασμό στους αθλητές των Παραολυμπιακών αγώνων.

Παραολύμπικ αποκαλείται ειρωνικά ο άνθρωπος ο οποίος είναι ατζαμής, αδέξιος, ανίκανος και γενικά περιορισμένης ευθύνης.

Η αναφορά έγκειται στους Παραολυμπιακούς αγώνες και στους αθλητές που παίρνουν μέρος οι οποίοι δεν είναι 100% αρτιμελείς.

  1. - Κοίτα τον παραολύμπικ πώς πάει να παρκάρει, έχει κλείσει όλη την κυκλοφορία...

  2. - Ρε Γιάννη για πέτα μια το φόκο.
    (Τον πετάει αλλά στο γάμο του Καραγκιόζη)
    - Τι παραολύμπικ που είσαι ρε πούστη μου, ούτε αυτό δεν μπορείς να κάνεις σωστά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που παραπέμπει σε ενα πολύ απίθανο συμβάν.

- Θυμάσαι τότε που πηγαίναμε διακοπές μόνοι μας, μόνο καρφιά, και περνάγαμε γαμάτα;
- Τώρα με τις γυναίκες και τα παιδιά, αυτά έχουν φύγει ανεπιστρεπτί. Πρέπει να ευθυγραμμιστούν οι πλανήτες για να ξαναγίνει...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράφραση του αγγλικού Troy Story (απόδοση του Τρωικού Πολέμου) στα Ελληνικά δεδομένα της μάσας και της ρεμούλας.

Ο όρος μάλλον είναι εφεύρεση Σεφερλή, καθώς είχε ανεβάσει ομώνυμη επιθεώρηση το 2012.

- Τελικά τα πήρε ο Άκης απο τα TOR-M1;
- Άσε φίλε....μεγάλο τρώει στόρυ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ευπροσάρμοστος απαξιωτικός χαρακτηρισμός που μπορεί να σημαίνει βλάχος, χαζός, ηλίθιος, άσχετος κτλ.

δες και τυρόβλαχος.

  1. - Ααα, εδώ ήταν τελικά;
    - Τύρο...

  2. (Τηλεφωνική συνομιλία)
    - Έλα ρε...
    - Έλα τύρο, τι λέει;

Tyra Banks - η εξαίρεση! (από Vrastaman, 26/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Για να δηλώσει ότι κάτι είναι κοινό, στη μέση, για όλους.

Πολυφορεμένη λέξη σε μεζεδοπωλεία, ταβέρνες και όπου παίζει τρελή μασαμπούκα.

(Συνομιλία πελάτη-σερβιτόρου σε ταβέρνα)

- Δυο τζατζίκια, τρεις πατάτες, μία τυροκαυτερή, μια χωριάτικη, ένα σαγανάκι και ένα λουκάνικο για τη σέντρα και ότι πάρουμε ατομικά.
- Παιδιά είναι πολλά δε θα τα φάτε...
- Ηρέμησε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μια κατάσταση όπου με την πράξη μου προκαλώ πανικό, σοκ, δέος ή γενικότερα διαλύω τον ανταγωνισμό.

Η έκφραση ταιριάζει γάντι σε γκόμενες άλογα, εντυπωσιακές, που όταν πέρνανε προκαλούν θαυμασμό.

  1. - Μαλάκα είδες τι φοράει σήμερα η Τάνια;
    - Γάμησέ τα κι άφησέ τα δικέ μου, μοιράζει εγκεφαλικά η γκόμενα κάθε φορά που περνάει.

  2. - Τι έγινε ρε; Έμαθες Pro; - Όχι απλά έμαθα, μοιράζω εμφράγματα.
    - Ναι, αλλά εγω μοιράζω σακούλες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εναλλακτικό του πούτσος / πούτσα.

πούτσος -> πούλος -> σούλος.

Από τη τακτική του «αλλάζω ένα γράμμα για να διαφοροποιηθώ». Μπορεί να ειπωθεί και «κούλα»

- Ρε, γάμησε χτες ο βάζελος. 0-1 την Ίντερ.
- Στο σούλο μου ρε μαλάκα, ποιος ασχολείται μ' αυτούς;

- Μπόμπα αυτό το ξίου, δεν πίνεται.
- Στην σουλάρα μου, ο καλός ο νεροχύτης όλα τα ρουφάει.

Τι ακροβώς περιγράφει ο Φα σουλας; (από Vrastaman, 27/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το also known as (a.k.a.)

Λέγεται προς αντικατάσταση του δηλαδή, λέγε με, βλέπε κλπ.

  1. - Κάποιος, άκα εσύ, θα έχει το πρόβλημα τoυ με την ψηλή του όταν μάθει τα καμώματα μας χτες.

  2. - Ρε, πώς θα πάμε το βράδυ;
    - Άκα;
    - Δεν έχω αμάξι, με άφησε η κουρέλα.

Βλέπε και ότι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν κάτι έχει αργήσει χαρακτηριστικά να γίνει και τώρα δεν είναι επίκαιρο.

Είναι και ανάλογο του κάθομαι πάνω στο παγωτό, με την έννοια του: τώωωρα, κάτσε στο παγωτό (πιες τα εσύ τώρα).

Στο παράδειγμα από κάτω παραδίδω την original καταγωγή της έκφρασης.

  1. (Σε μπαράκι καλοκαιρινό που κλείνει 01.00 το πρωί)

00.30 (στη γκαρσόνα):
- Θα μας φέρεις από μια βότκα-γκέιγκα να γουστάρουμε;

01.10 (η γκαρσόνα έρχεται)
- Το ποτά σας, 18 ευρώ
- Ε, πιες τα εσύ τώρα...
(και τα χύνεις στα βυζιά της και φεύγεις)

  1. - Ρε μαλάκα Τεο, μην παραγγέλνεις άλλο, ποιος θα τα φάει;
    - Σώπα ρε, θα τα τσαλακώσουμε...
    (Σερβιτόρος):
    - Παιδιά είναι πολλά, δεν θα τα φάτε...
    ...
    (προς τον σερβιτόρο, φέρνοντας τα τελευταία):
    - Πιες τα εσύ τώρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified