Έκφραση γουτσισμού (μάλλον σε αυτή την κατηγορία υπάγεται). Σημαίνει (και λέγεται με το ίδιο ύφος): «τσ-ξςςςς!...», «ατιμούτσικο...», «πονηρούλη!», «δεν μας τά 'χες πει αυτά», «έλα δω να σου πω», και τέτοια. Η πρόθεση αυτού που το λέει είναι περιπαικτική και γουτσιστική συγχρόνως.

Ο τονισμός κανονικά πέφτει στο δεύτερο γκου- : γκουτουγκούτου, προφέρεται τραγουδιστά και καμιά φορά με λίγο τρεμάμενη φωνή (δεν ξέρω γιατί) και με κάπως αργό ρυθμό.

Νομίζω ότι το πρωτολάνσαρε κάποιος από τους διαφόρους Λαζόπουλους, Κλυνν και λοιπούς, αλλά δεν θυμάμαι.

- Χθες σε έψαχνα και δεν ήσουν πουθενά.
- Ναι, είχα βγει με τον Αλέξη.
- Αχά, γκούτου-γκούτου... Και τί κάνατε;
- Μμμμμφ...
- Καλά, δεν σε βρίσαμε κιόλας!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι έτοιμοι, εφεδρικοί και κατεστημένοι συνδυασμοί ρούχων της γυναικείας γκαρνταρόμπας.

Οι «στολές», σωτήρια κατάληξη του γυναικείου ενδυματολογικού αδιέξοδου, υπάρχουν πάντα κρυμμένες, όχι μέσα στο ντουλάπι, αλλά στο μη αυτοκαταστροφικό τμήμα του ασυνειδήτου της γυναικείας ψυχής (υπάρχει και τέτοιο. Ένδον σκάπτε, που έλεγε και ο Μάρκος Αυρήλιος). Καταπολεμούν δραστικά το φαινόμενο κατά το οποίο η γυναίκα κάθεται αγχωμένη και εκνευρισμένη τα μάλα μπροστά στη ντουλάπα (την οποία αδειάζει πάνω στο κρεβάτι, το ένα ρούχο μετά το άλλο, οργισμένη ή/και κλαίγοντας και μισώντας όλον τον κόσμο και κυρίως τους άντρες και τις φίλες της) μην ξέροντας τι να φορέσει, το ένα την παχαίνει, το άλλο την χλωμαίνει, το τρίτο δείχνει το βυζί μικρό, το τέταρτο τετραγωνοποιεί τον κώλο, το πέμπτο θέλει σιδέρωμα, από το έκτο έχει χαθεί το κουμπί, το άλλο φεγγίζει, άλλο ένα παραείναι προκλητικό και κάνει το βυζί αγελαδινό, τα υπόλοιπα όλα δεν της κάνουν πια γιατί πάχυνε).

Οι «στολές» ποικίλλουν ανάλογα με το πού και γιατί θα φορεθούν: στη δουλειά, για την περίοδο, για το σούπερμάρκετ, στις κηδείες, στις εξόδους με φίλες, κλπ.

  1. - Α, τι ωραία που είσαι ντυμένη σήμερα; Δεν τα έχω ξαναδεί αυτά τα ρούχα, καινούργια;
    - Τι καινούργια ρε Βίκη, θα με τρελλάνεις; Στολή είναι, δεν την έχεις ξαναδεί;

  2. - Και τι θα φορέσεις;
    - Ε, στολή, κλασικά, δεν είμαι σε φάση να ψάχνομαι όλο το βράδυ μπροστά στον καθρέφτη!

βλ. και βαφτιστικό, ορισμός doodoon

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τότε που ο άνθρωπος δεν είχε εμφανιστεί ακόμα επί γης, τότε που ο φλοιός του πλανήτη ήταν ακόμα υπό διαμόρφωση (Πλειστόκαινο). Η έκφραση χρησιμοποιείται μεταφορικά για να δηλώσει άκρως παρελθόντα χρόνο.

- ...και πότε έγινε αυτό;
- Ούουουου! Πάνε πολλά χρόνια. Τότε που η Αλίκη τα είχε με τον Στέλιο, νομίζω.
- Α καλά, επί Πλειστοκαίνου δηλαδή!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επήλθε μεγάλη σύγχυση. Προφανώς τα πράγματα μπερδεύτηκαν τόσο πολύ ώστε έγιναν αξεδιάλυτα, όπως γίνεται με ό,τι αλέθει ο μύλος (εκείνος ο καλός ο μύλος που όλα τα αλέθει, ξέρετε).

(Πρώτο θέμα σε δελτίο ειδήσεων των οκτώ):
«Μύλος έγινε στο slang.gr με το θέμα του τί θεωρείται καταχωρίσιμο στο λεξικό και τι όχι. Η συζήτηση επεκτάθηκε και σε άλλα ζητήματα, χωρίς ωστόσο να κακοκαρδιστούν οι χρήστες που συμμετείχαν στον διάλογο.»
- Ε όχι και μύλος ρε φίλε, μια κουβέντα κάναμε, αυτό ήταν όλο. Πολύ δραματικά το είδες το πράμα. Τι ήθελες, να συμφωνούμε όλοι;, μουρμούρισε ο χρήστης (του slang) παρακολουθώντας το δελτίο, και τελικά έκλεισε την τηλεόραση.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μιλάω και κανείς δεν με καταλαβαίνει. Συνώνυμο: αλαμπουρνέζικα.

Παρασκευή, Μάϊος 09, 2008
你想要什麼?

Μήπως τελικά μιλάω Κινέζικα;
Χθες στο γραφείο μιλούσα και κανένας από όσους είχαν έρθει για να εξυπηρετηθούν δεν με καταλάβαινε.
«Τι μέρα είναι» ρωτούσα, «καλοκαίρι» μου απαντούσαν.
Στην ερώτηση «Πώς σας λένε» με κοίταζαν σαν να τους ζητούσα την τετραγωνική ρίζα του 1234567890987654321. (από j-jimmy-rose.blogspot.com)

(από ironick, 21/06/08)

Got a better definition? Add it!

Published

Τα αρχίδια, όταν σερβίρονται μαγειρεμένα. Προφανώς λέγονται έτσι για να μην ειπωθούν με το όνομά τους. Όπως λέμε: «ο ακατονόμαστος».

- Λέω να φάω μια φορά αμελέτητα να δω πώς είναι, τι λες;
- Φά' τα, και φάε μετά και μυαλά πανέ. Τι λε ρε μαλάκα, σοβαρολογείς;!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ποιος άλλος, ο Ρεχάγκελ...

Ήρθε επιτέλους η ώρα να βγεί στην σύνταξη ο ΠΑΛΑΙΩΝ ΠΑΙΧΤΩΝ ΓΕΡΜΑΝΟΣ και όλη η γερολαία της ομάδας μαζί. Όπως έπρεπε να είχε γίνει απο το 2004, μετά την κατάκτηση του Euro.
ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ

από το troktiko.blogspot.com

(από Cunning Linguist, 26/06/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που έχει άσχημη όψη, δείχνει κουρασμένος, έχουν γίνει τα μάτια του κουμπότρυπες, οι ρυτίδες έχουν αναδειχθεί και το χρώμα του είναι κακό.

- Είσαι καλά;
- Γιατί ρωτάς;
- Ξέρω γω, δείχνεις πολύ κομμένη.
- Ίσως επειδή αδιαθέτησα.
- Ε, έτσι πες μας ντε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παλιά έφραση (βαστάει τουλάχιστον τρεις γενιές πίσω) γι' αυτόν που κάνει πάντα παρατηρήσεις στους άλλους, που υποκρίνεται τον τέλειο, που προσποιείται τον καθώς πρέπει -όμως ο κώλος του ξέρει την αλήθεια. Τώρα, γιατί ο κώλος του, δεν ξέρουμε ακριβώς. Πάντως ως κρυφό και προσωπικό σημείο του σώματος, μας αφήνει να συμπεράνουμε πως ο κωλοπρεπούσης α. το παίζει καθαρός ενώ έχει τον κώλο άπλυτο, β. το παίζει αγνός ενώ τον έχει σκίσει τον κώλο του για τα καλά, γ. είναι πρωκτικάτζα του κερατά, δηλ. το μυαλό του κατευθύνεται ακόμα από τον πρωκτό του, βρίσκεται ακόμα στο πρωκτικό (κατά Φρόυντ) στάδιο ελέγχου των πάντων (ο κόσμος είναι δικός μου, μη μου τονε πειράζετε).

Ο άνθρωπος που χρησιμοποιούσε αυτή την έκφραση κατά κόρον καταγόταν από την Πελοπόννησο. Πιθανόν λοιπόν να είναι τοπικός ιδιωματισμός. Ίσως να μας βοηθήσει η γνωστή και διαδεδομένη κατάληξη σε -ούσης: Πανούσης, μπαρμπα-Μυτούσης, κλπ. Όποιος τυχόν γνωρίζει κάτι επ' αυτού, ας μας το καταθέσει!

- Πώς σου φαίνεται η Στέλλα; Καλό κορίτσι ε; Ξέρει κι από τρόπους, είναι προσεκτική, καθαρή... Την είδες πώς την είπε στο γκαρσόνι όταν του ξέφυγε μια σταγόνα από το κρασί στο τραπεζομάντηλο;...
- Άσε μας μωρέ με την κωλοπρεπούσα, έχει το σπίτι της μπουρδέλο μέσ' στα χνούδια και την τουαλέτα της μεσ' στο σκατό και την είπε στον κακομοίρη που ήταν πρώτη μέρα στη δουλειά!...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ηχητικό επιδοκιμαστικό σχόλιο το οποίο χρησιμοποιείται φιλικά αλλά και λίγο ειρωνικά. Σημαίνει: πω πω, μεγάλε, άλα της, άντε-άντε, κττ.

Η προέλευσή του είναι άγνωστη νομίζω, αλλά χρησιμοποιείται εδώ και τρεις δεκαετίες τουλάχιστον... αν και υποπτεύομαι ότι θα βαστά κάναν αιώνα η χρήση του (οι ρεμπέτες, ας πούμε, δεν θα το λέγανε;)

Προφορά: ανοίγουμε τα χείλη στο πλάι (σαν σφιγμένο χαμόγελο ένα πράμα), κρατώντας τα δόντια καλά κλειστά. Το /τσ/ προφέρεται πολύ κοφτά, δηλαδή ίσα που ακούγεται το /σ/. Ακολουθεί απειροελάχιστη παύση. Το /ξ/ προφέρεται με οξύτητα, κάπως σφυριχτό δηλαδή (οπότε η κάτω σιαγών προεξέχει λίγο), και τραβιέται σε χρόνο όσο υπάρχει ανάγκη, ανάλογα με την περίπτωση. Μπορεί να είναι αρκετά βραχύ (αν το λέμε σε κάποιον επιδοκιμάζοντάς τον) ή αρκετά μακρό (αν τον ειρωνευόμαστε λίγο ή δεν τον πιστεύουμε και τόσο).

- Πού ήσουν χθες;
- Είχα ένα ραντεβού και είχα κατεβάσει τα τηλέφωνα...
- Τσ-ξς!...
- Όχι ρε μαλάκα, επαγγελματικό ήταν!
- Τσ-ξςςςςςςςςς!

βλ. και τσσς!, πς / πςςς

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified