Όχι κάνω την πάπια, αλλά παίρνω πίπα στα ποδανά.
Ο Βάγγελας πού έχει εξαφανιστεί και κάνει το παπί τόσα λήμματα πια;
Όχι κάνω την πάπια, αλλά παίρνω πίπα στα ποδανά.
Ο Βάγγελας πού έχει εξαφανιστεί και κάνει το παπί τόσα λήμματα πια;
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Χώρα γειτονική του Τσιμπουκιστάν.
Ο Πιερ είναι μεν από την Ακτή Ελεφαντοστού, αλλά έχει ρίζες και από το Τσιμπουκτού.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Κατά Ρωμαίους συγγραφείς, όπως ο Οράτιος, ο Φελλάτιος είναι ο πεοθηλαστής, σύμφωνα με την λατινική επίσημη ονομασία του όρου fellatio. Όρος του Γιώργου Μητσικώστα.
- Την βγάζει την δημηγορία ο ρήτωρ Φελλάτιος.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Όπως παρατήρησε ο acg, το λήμμα «τσιμπουκώνω» είναι το πλέον θεμελιώδες που λείπει απ' το slang.gr και γι' αυτό, αλλά και για να γιορτάσω τα 10.000 λήμματα του σάιτ μας, και για να αποτινάξω την υποψία ότι είμαι Σλανγκοφοριάζουσα αποφάσισα να κάνω έναν κατάλογο των συνωνύμων του τσιμπουκώνω, κατά το πρότυπο παρόμοιων λιστώνε που είναι της μοδός. Το πρώτο πρόσωπο στα παρακάτω είναι καθαρά γραμματικό, για να μην παρεξηγούμαστε...
Ακόμη δεν καταλάβατε τι είναι το τσιμπουκώνω;;;
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Κακομοίρογλου, παρηκμασμένος τυπάκος. Όπως τραγουδά και η Τζούλια Αλεξανδράτου: «Δεν αγάπησε κανείς τους φτωχούς τους συγγενείς» και η έκφραση αντλείται από την εικόνα ενός φτωχού συμπέθερου, που δεν είναι και ό,τι καλύτερο, και έχει και μικρότερη γνώμη για τα τεκταινόμενα. Επίσης, χρησιμοποιείται για κάποιον που υστερεί πολύ σε ένα σύνολο.
Ασίστ: Σάσα.
Η Ελλάδα ήταν κάποτε ο φτωχοσυμπέθερος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σήμερα είναι η Ρουμανία και η Βουλγαρία. Αύριο, έτσι όπως πάμε, θα είναι πάλι η Ελλάδα...
Τι κάθεσαι εκεί και παριστάνεις τον φτωχοσυμπέθερο;
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Το λέμε όταν καμαρώνουμε για κατόρθωμα. Προέρχεται από στρατιωτικό τραγούδι, όπου λέγεται ρυθμικά. Και μάλιστα αντιφωνικά, οι μεν το «Έλα μά-να να με δεις» και οι δεν το «τώρα πού 'μαι λο-κατζής».
Έλα μάνα να με δεις, τώρα πού 'μαι σλανγκιστής.
(Το λέει καβουροσλανγκοσαυράκι στην μαμά του την «κυρία καβουρίνα»).
Got a better definition? Add it!
Published
Σλανγκίζεται κατά το για τη φουκαριάρα τη μάνα μου..., δηλαδή για να δηλώσει μια βασικά εγωιστική επιθυμία μας, που παρουσιάζεται εξωραϊσμένη σαν να είναι τάμα στον Άι Γιάννη τον Τρέντη, την Αγία Καραμέλα ή για την εορτή του Άη Πούτσου ανήμερα. Τα τάματα είναι συνήθως επώδυνες πράξεις, λ.χ. να πας σε ένα μακρινό μέρος με τα πόδια ή και γονατιστός, οπότε σλανγκίζεται για να περιγράψει κάτι που, αντιθέτως, αποτελεί ονείρωξη του λέγοντος.
Συνήθεις περιπτώσεις: δηλώνει μια ερωτική φαντασίωση που έχει αναχθεί στον χώρο του συμβολικού ή και του ιερού. Επίσης, μια οργή και καζούρα που θέλουμε να κάνουμε σε αντίπαλό μας, παρομοίως συμβολική και ιερή.
Το έχω κάνει τάμα να πάω με το Λίλιαν! Δεν μπορεί να είναι η ονείρωξη 2500 Σλάνγκων κι εγώ να μην την ξέρω!
Το έχω κάνει τάμα να της κάνω αβραάμ λίνκολν της καριόλας. Δεν μπορεί να με περιπαίζει άλλο έτσι!...
Απόσπασμα από το άσμα «Με τη μαμά σου» των Ημισκουμπρίωνε:
όταν στο μπάνιο είσαι με αφρόλουτρο στο σώμα
αυτή με χαιρετά με ένα φιλί στο στόμα
σκύβει να μου δώσει σπιτικό το κανταΐφι
και φαντάζομαι την αύρα μου το στήθος της να γλείφει
το κουτί και το ρεβύθι γίναν σαν καρύδες
και το θέαμα τρομάζει του σπιτιού τις κατσαρίδες
το ζουμερό της το κορμί δεν έχει μια ραγάδα
της έκλεψα για σουβενίρ κυλότα απ' την μπουγάδα
το ξέρω είμαι γύφτουλας που λέω τέτοιο πράγμα
να πάω με τη μάνα σου το έχω κάνει τάμα
στο δαλάι λάμα
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Θρυλική ρήση του Θανάση Βέγγου ως πράκτωρ Θου-Βου. Γενικά είναι μια σλανγκ χαριτωμενιά για να πεις «Απαράδεκτο!», αλλά προσβάλλοντας λιγότερο τον άλλο, αφού τον αναβιβάζεις ταυτοχρόνως σε πράκτορα.
Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και αυτοαναφορικώς, για απαράδεκτες παραλείψεις των σλανγκιστών, δεδομένου του πόσο ψηλά έχουν θέσει τον πήχυ. Εννοείται ότι οι σλανγκιστές πρακτορεύουν την προώθηση της σλανγκ στην ελληνική κοινωνία.
Πηγή: Sasa.
Ύστερα από 11.000 ορισμούς κι ακόμη να λείπει το λήμμα «τσιμπουκώνω»! Απαράδεκτο για πράκτορες!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ατάκα Τριανταφυλλίδη Ιάσονος που έβαζε μόνο 3 στα 10 σε ορισμένα ψώνια στυλ Έφη Βώδη στα ριάλιτι. Για κάποιο περίεργο λόγο έβαζε πάντα ειδικά τρία, κι όχι ας πούμε δύο ή τέσσερα, και με σαδιστικό τρόπο έλεγε στον τραγωδιαστή- θύμα του, ότι θα ήθελε να έβαζε κάτι παραπάνω, αλλά απλά δεν μπορούσε.
Και αυτοαναφορικώς για τους ορισμούς-λήμματα που πιάνουν την βάση, αλλά όχι παραπάνω. (Εδώ η κλίμακα είναι στα 5 αστέρια, κι όχι στους 10 βαθμούς, όπως στον Ιάσονα). Δηλαδή για τα λήμματα που δεν είναι ceci n'est pas slangue, αλλά μπαίνουν απλώς για λόγους σλανγκικής πληρότητας, χωρίς να βγάζουν γέλιο. Και με ορισμούς που δεν είναι ελλιπείς ή λάθος, αλλ' όμως μινιμαλιστικοί.
Αντώνυμα: Αφενός: αστρασπέκια, τα, Dave Brubeck, αστεράτος, ο, απλά σπεκ, σπεκάουα, δεκάστερο κ.ά.
Αφεδύο: λύμα, το, βλήμα, λημματολάσπη κ.ά.
Σλάνγκος προς συσσλαγκιστή: Λυπάμαι φίλε, καλό το λημματάκι, αλλά έχω δει και μεγαλύτερα, κι ο ορισμός επαρκής μεν, αλλά τον πολύ τον μινιμαλισμό τον βαριέται κι ο Philip Glass! Λυπάμαι, δεν μπογώ να βάλω πάνω από τγία.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Άλλη ονομασία για το μουνί από αγάμητες, θεούσες, συνδυασμό των δύο παραπάνω, την Μόνικα στα Φιλαράκια, πωρωμένες με την κηπουρική και ηρωίδες άρλεκιν.
Πηγή: Κνάσος.
Η Νιόβη ένιωθε την ακαταμάχητη έλξη για τον ανδρισμό του Φαίδωνα, αλλά έπρεπε πρώτα να σιγουρευτεί πως η ώρα να κοπεί το λουλούδι της είχε πράγματι έρθει.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified