Η ορίτζιναλ ατάκα ανήκει στην Δήμητρα Λιάνη- Παπανδρέου και εννοούσε ότι μετά τον Ανδρέα έκλεισε ως γυναίκα, γιατί δεν μπορούσε ποτέ να περιμένει τίποτις καλύτερο, ο Ανδρέας ήταν το άπαν, μετά απ' αυτόν το χάος, η γυναίκα ολοκληρώθηκε.

Η έκφραση μοιάζει να είναι συγκεκριμένα ανατομική, αναφερόμενη σε μια κλειστή vagina. Πλην η Μιμή φαίνεται ότι είπε ξείπε, την παρόλα της την έχεσε, γιατί πριν αλέκτωρ φωνήσαι τρις, αναγκαστήκαμε να φωνάξουμε «Πόοοοορτα!», έτσι όπως ξανάνοιξε η Μιμή πάλιν και πολλάκις.

Η έκφραση «έκλεισα ως» μπορεί πλέον να χρησιμοποιηθεί συνεκδοχικά για πολλά άλλα πράγματα, όταν φτάνουμε το τέλειο, και αποσυρόμαστε από φόβο να μην το χαλάσουμε.

Μετά από το λήμμα We have not seen him yet, and we have removed him John έκλεισα ως Σλάνγκος!

Μετά από το μήδι στο λήμμα φυλλάδα, η έκλεισα ως Γανυμήδης!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λέξη απαντάται στην Μεσσηνία, την λεβεντομάνα πολλών υπερασπιστών του έθνους μας. Περιγράφει μονολεκτικά τους εχθρούς του Ελληνισμού, ιδίως στην εποχή που ήταν πιο έντονος ο «από Βορρά κίνδυνος». Σημειωτέον το «κου» του «κουμμουνιστο-».

Είναι μια εξωνημένη συνείδηση, ένα μίσθαρνο όργανο, ένας αθεοαναρχοκουμμουνιστοσυμμορίτης!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σκοτεινά κέντρα που δρουν εναντίον του Ελληνισμού. Περιλαμβάνει ιησουίτες, σιωνιστές, καθώς και μασόνους, Βούλγαρους (παλιότερα), Σκοπιανούς (τώρα) και ομοφυλόφιλους. Επίσης, μίσθαρνα όργανα εν ημίν.

- Τι διαβάζεις παιδάκι μου; Αυτός είναι μίσθαρνο όργανο του παποσιωνισμού!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπέμπελη είναι η ιλαρά. Από το σλαβικό pepeli που σημαίνει «στάχτη».

Βγάζω την μπέμπελη σημαίνει ζεσταίνομαι υπερβολικά, αντιστοίχως προς κάποια συμπτώματα της ιλαράς.

- Άνοιξε κανά παράθυρο, γιατί έχουμε βγάλει την μπέμπελη εδώ μέσα!...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει αποδέχομαι, υιοθετώ απόψεις, ιδέες, γνώμες.

Αλλά, εφόσον ετυμολογηθεί από τον «κόλπο» με την στενή ανατομική έννοια (δηλαδή εν & κόλπος), σημαίνει πολύ απλά τον παίρνω (και ενίοτε γέρνω).

Ο σλανγκισμός χρησιμοποιείται κυρίως για «ενστερνισμό» ιδεών / ιδεολογιών, που, κατά βάθος, σημαίνουν γαμήσι κυριολεκτικό ή μεταφορικό.

Οι εργάτες εγκολπώθηκαν τις αρχές του κοινωνικού διαλόγου με την κυβέρνηση.

Η Λάουρα εγκολπώθηκε τις αρχές του πριαπισμού που εκπροσωπεί ο Μένιος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται μετά από σεφερλίτιδα. Την έκφραση εισήγαγε ο ίδιος ο Σεφερλής, σε κρίση αυτοσαρκασμού για την κακή ποιότητα του χιούμορ του.

Το χαρακτηριστικό της φράσης είναι ότι το «ευθυμώ» φέρνει λίγο σε καθαρευουσιανισμό και παλαιότερες γενεές.

- Μεταξάς Citron, είπε τότε ο Βλάχος...
- Σε καλό μας, ευθυμήσαμε πάλι ρε Ντέρτι...

(από Khan, 02/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Θα μπορούσε να είναι ένα λικέρ Μεταξάς με γεύση λεμόνι (citron στα γαλλικά είναι το λεμόνι), αλλά είναι απλώς ατάκα από ανέκδοτο, όπου ο Βλάχος πάει από το χωριό στην πόλη κι όταν το γκαρσόν του προτείνει «Μεταξάς;», ο Βλάχος το ερμηνεύει ως «Με τα ξας; = Μου τα ξύνεις;» κι απαντά «Γιατί; Ση τρών'; = Σε τρώνε;». Με αποτέλεσμα να έρθει το λικέρ Μεταξάς Citron. Σε καλό μας, ευθυμήσαμε πάλι. Τέσπα, η φράση δηλώνει καταστάσεις δυοξύνης και ξυσαρχιδισμού ή εναλλακτικώς Βλάχων.

Μεταξάς Σιτρόν είμαστε πάλι μέχρι να βγει η διεθνής οικονομία απ' την μπίχλα!...

Προυσ\'χή στς ιοί! (από knasos, 16/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατάκα κάγκουρα που, βασικά, δεν ξέρει τι άλλο καλύτερο να πει. Η ατάκα καθιερώθηκε από την ταινία «Οι Ραδιοπειρατές» (1982) με Στάθη Ψάλτη και Μιχαλόπουλο, που έχουν πειρατικό ραδιοφωνικό σταθμό στα '80ς. Ίσως η πλέον σλανγκ εποχή του ελληνικού κινηματόγραφου.

- Και πώς ν' αρχίσω το μπίρι-μπίρι καμάκι ρε επαΐοντα;
- Ρίξε πρώτα ένα «Βασικά, καλησπέρα σας» και βλέπουμε...

Πολύ κωλόπαιδο ο Κυριάκος! (από Dirty Talking, 14/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το γαλλικό très comme il faut, που σημαίνει «πολύ καθώς πρέπει», είναι η επιτομή του ιδανικού των καλοβλαμμένων μικροαστών.

Χρησιμοποιείται για σλανγκοπλάκα από μαγκίτες που έχουν αναθραφεί με γαλλικά και πιάνο, ιδίως (πολύ) παλιότερα, που η γαλλική ήταν η γλώσσα της αστικής τάξης.

Στην εποχή μας σλανγκίζεται επίσης για να δηλώσει το πολύ καθώς πρέπει milf.

Βγήκε η Μενεγάκη στον αέρα μ' ένα αβυσσαλέο ντεκολτέ τρε κομιλφό!

(από Khan, 19/07/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπερθετικός του τζιτζί, το οποίο προέρχεται από το τουρκικό cici = όμορφο, χαριτωμένο. Για κάτι που είναι τρε κομιλφό!

Μας κλείναν το μάτι κάτι γκομενάκια τζιτζιμπρίτζι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified