Μαζί με τον κακσάκα είναι η πλέον συνήθης ελληνοαμερικάνικη βρισιά. Από το son of a bitch = γιος της πουτάνας / σκύλας.

- Γυναίκα, έδωσες κώλο στον ρουφιάνο τον σαναμαμπίτση;
- Τού 'δωσα και μού 'πε να του ξαναδώσω κι αύριο, που θα έχει περισσότερο χρόνο!

Δες και σαραμπαμπίτς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρήμα με έντονη σεξουαλική φόρτιση. Σημαίνει απομονώνω κάποιον-α από φίλους, από την κοινωνία και τον πολιτισμό, από οπουδήποτε θα μπορούσε να ζητήσει βοήθεια, προκειμένου να του ξηγηθώ αλμυρό φυστίκι ανενόχλητος.

Προσπαθούσε μέρες ο Μπρίλιος να ξεμοναχιάσει τον Πέρι μας, τελικά τον ξεμονάχιασε σε μια ερημιά έξω από την Μονή Κύκκου, που είχαν πάει για τα αξιοθέατα.

Got a better definition? Add it!

Published

  1. Φλερτάρω, κολλάω, καμακώνω, την πέφτω. Επειδή γυρνάω όλο γύρω γύρω απ' τον ερώμενο-η, που με ελκύει.

  2. Φλερτάρω, καμακώνω, την πέφτω στον Πέρι, κύριο πρωταγωνιστή του Slang & the Restless.

-Ποιος θα τό 'λεγε ότι ο Μπρίλιος, ευυπόληπτος γκαλερίστας θα ξεμονάχιαζε τον Πέρι μας!
-Μην είσαι αγαθομούνης! Δεν είχες δει πώς τον περιτριγύριζε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μεταφορά στα ελληνικά του αγγλικού cockblocker. Δηλαδή, ο αδυσώπητος εχθρός του πέφτουλα.

Ο cockblocker είναι ο τύπος που έρχεται εκεί που μιλάς με μια γκόμενα και στο χαλάει. Με όποιον τρόπο μπορεί. Μιλάει σε σένα, μιλάει στην γκόμενα, ή, το πιο συνηθισμένο, της την πέφτει κι αυτός, χαλώντας ό,τι έχεις χτίσει μέχρι εκείνη τη στιγμή και κλέβοντας σου πολύτιμο χρόνο. Γιατί τι είναι το φλερτ: η δημιουργία θετικών για σένα εντυπώσεων σε περιορισμένο χρόνο. Πρόκειται λοιπόν για κατάφωρη παραβίαση του αντρικού νόμου που λέει ότι όταν ο άλλος φλερτάρει με μια γυναίκα και το πράγμα πάει καλά, δεν ενοχλούμε. Περιμένουμε τη σειρά μας, ή ψάχνουμε κάτι άλλο.

Ως γνωστόν, υπάρχει πάντα κάποιος λόγος που μια γκόμενα μιλάει σε αυτόν που μιλάει, και ένας άντρας με αξιοπρέπεια οφείλει να αναγνωρίζει αυτές τις περιπτώσεις όταν τις βλέπει. Ο cockblocker προφανώς δεν έχει ιδιαίτερη αξιοπρέπεια, και τα κίνητρά του είναι ένα μείγμα βλακείας και ζήλειας. Είναι βλάκας γιατί δεν μπορεί κάποιος έξυπνος άνθρωπος να πιστεύει ότι μπορεί να ρίξει μια γκόμενα με αυτόν τον τρόπο. Το μόνο που θα καταφέρει είναι να την τρομάξει ώστε είτε να εξαφανιστεί, είτε να σε κοιτάει με ύφος απόγνωσης, του στυλ «τι είναι αυτός, κάποιος να με σώσει από το λιγούρι». Και είναι κομπλεξικός γιατί ουσιαστικά θέλει να το χαλάσει για όλους. Του αρκεί να σε φέρει στο ίδιο επίπεδο με αυτόν, να μηδενίσει και τις δικές σου πιθανότητες. Μεγάλος μαλάκας.
Πεφτομαλάκας, ας πούμε.

Πηγή: yupi.gr.
Ασίστ: knasos.

Μεγάλος πεφτοχαλάστρας ο Επαμεινώνδας! Πάνω που έψηνε ο Αρίστος το Λίλιαν, μπήκε αυτός στην μέση κι άρχισε να λέει τις παπαριές του.

Βλ. και: κοκομπλόκο, χαλάστρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Το όργανο με το οποίο γίνεται η απόσταξη ενός υγρού, ο αποστακτήρας.

  2. Μεταφορικά, ο,τιδήποτε είναι τόσο καθαρό, ώστε να λάμπει.

Ετυμολογία: λαμπίκος = αντιδάνειο < ιταλικό lambicco < αραβικό al-ambiq < αρχαίο ελληνικό άμβιξ = αποστακτήρας. Η δεύτερη έννοια είναι παρετυμολογική επίδραση από το «λάμπω».

Ασίστ: acg.

  1. Λαμπίκος για το οινόπνευμα.

  2. Σφουγγάρισε το πάτωμα και το έκανε λαμπίκο!

  3. Λαμπίκο του τον έκανε τον πούτσο του μπαρμπα-Μπρίλιου ο Πέρι. Σωστός νοικοκύρης!

Kι εσυ λάμπεις, Μπάμπη! (από Vrastaman, 14/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σλανγκίζεται κατά το «απ' το στόμα μου το πήρες». Η αρχική σημασία είναι «μιλάω μειωτικά για κάποιον», αλλά σλανγκίζεται για να δηλώσει το στοματικό σεξ. Συνήθης έκφραση: «Είναι να μην σε πιάσει στο στόμα του».

Είναι να μην σε πιάσει ο Πέρι στο στόμα του!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται για ερωμένο /-η, που στίβει τους ερωτικούς χυμούς του παρτενέρ του, τον κάνει να φτάσει σε πολλαπλούς οργασμούς, μέχρι να μην μπορεί άλλο.

Είναι να μην σε πιάσει ο Πέρι στο στόμα του! Σε ξεζουμίζει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ανθρωποδιώκτης. Από το ομώνυμο ζώο, που καθώς βρωμάει, διώχνει τους πάντες.

Πηγή: Mes.

Βάγγελας: Τι διάολο; Ασβός κατάντησα και δεν μπορώ να σταυρώσω γκόμενο;

Come to me my little summer rose... (από Vrastaman, 13/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το σεξουαλικό γούστο, το βίτσιο.

Ασίστ: Λήμμα μερακλής, ο.

«Από τεχνίτες με μεράκι, σε πελάτες με γούστο».
Σλόγκαν παλιάς διαφήμισης, ευκόλως σλανγκίσιμο!

Got a better definition? Add it!

Published

Το λέει κι η λέξη, η μαστόρισσα στις πίπες.

Πιπατζού η Ποκεμόνικα: η νέα ηρωίδα Πόκεμον, κατά την Γκατσμάνειο έκφραση.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified