Όταν γίνεται το αδιαχώρητο, επειδή κανείς δεν υποχωρεί. Νεοελληνική συνήθεια. Από μαργαριτάρι.

Μοίρασε ο Καραμανλής τριχίλιαρα κι έγινε το ανυποχώρητο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρήμα με έντονο σεξουαλικό υπαινιγμό. Δηλώνει κυρίως την φάση του φλερτ, με τόση πίεση, ώστε το θύμα να μην μπορεί να προβάλει πολλές αντιστάσεις, αλλά και την καθαυτό πράξη, άμα γίνει με επίτευξη κάμψης των αντιστάσεων.

Γενικά, πρώτα στριμώχνουμε και μετά ζμπρώγνουμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

...δεν αξίζει! Το σύνθημα ζωής του παιδέρα ειπωμένο με μια δόση υπερβολής.

- Πώς πας ρε λολιτοφάγε; Την στρίμωξες την λολίτα;
- Μπα, με ξενέρωσε! Μεγάλη μου πέφτει! - Τι μεγάλη, 13 Μαιών νουαζέτα!
- Μωρ' άμα η γυναίκα βγάλει δόντια!... Κλάφτα!
- Αδιόρθωτος είσαι, φιλάρα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο γύφτος σε λίγο ακόμη-πιο-σλανγκ εκφορά. Υπάρχει πληθώρα βιβλιογραφίας για τους γύφτους στο σάιτ, οπότε τα περισσότερα περιττεύουν.

Ήρθε ντυμένος σαν γιούφτος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Η γυναίκα, που όπως η Κάρε Ότις στην ταινία «Άγρια Ορχιδαία» κάνει τα αρχιδάκια του κάθε αρσενικού να παθαίνουν ταράκουλο από την υπερπαραγωγή σπερματοζωαρίων.

  2. Ο άνθρωπος που έχει μία ή περισσότερες από τις παρακάτω ιδιότητες σε άγριο βαθμό: αρχίδι, αρχιδόπουστας, αρχίδαμος, αρχιδολεβιές σπασαρχίδης ή και σλανγκαρχίδης-σλανγκαρχίδω.

Κάντε το τεστ του Vrastaman στο λήμμα σλανγκαρχίδης, ο - σλανγκαρχίδω, η κι αν έχετε 9 με 10 βαθμούς, τότε είστε άγρια (σλανγκ-)αρχιδαία, αγγλιστί: Wild Slang-orchid !

Άγρια Ορχιδαία & Αρχιδαία! (από Dirty Talking, 11/03/09)Άγρια Ορχιδαία απλώς. (από Dirty Talking, 11/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Θεωρείται κλασικά ως το ατού της Ελληνίδας απέναντι στις Σουηδανές και τις κάθε λογής αλλοδαπές ξεπλενούδες. Προφέρεται και ως «γκαμπuλες» για μεγαλύτερο σλανγκικό εφέκτ.

Έτσι το Λίλιαν και το Καυλαουράκι μας είναι και σέξι θήλεα νέας κοπής, αλλά έχουν και τις γκαμπύλες τους, δεν είναι τίποτα ξεπλενούδες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λήμμα, που αποτελεί τρομερή σλανγκοπλουτοπαραγωγική πηγή, σωστό λατομείο, για την εξώρυξη κι άλλων λημμάτων. Υπάρχουν δύο είδη:
1. Η σλανγκομάνα ή λημματομάνα, δηλαδή λέξεις απ' τις οποίες βγαίνουν πολλά παράγωγα.

  1. Το λήμμα «Λερναία Ύδρα», δηλαδή το λήμμα, που ο συγγραφέας έχει εκών-άκων εγκατασπείρει πολλούς σλανγκισμούς, οι οποίοι βρίσκονται σε νάρκη και αναμένουν τον καβουροσλανγκόσαυρό τους.

Ασίστ: Αυτοκτονημένος.

Λημματομεία πρώτης κατηγορίας είναι λ.χ. το μήδι, το μύδι, το φραπέ και το lol, λολ. Της δεύτερης κατηγορίας πολλά από τα λήμματα του Vrastaman.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ύστερα από πρόταση του χρήστη Χαλικούτη, κατατεθειμένη στα σχόλια του λήμματος λήμμα, ο απεδοκίμασεν ο Μπαμπινιώτης, τούτο εγενήθη εις κεφαλήν της σλανγκ, έτσι ονομάζονται τα λήμματα, που έχουν το χάρισμα να προκαλούν λημματοστιβάδα.

Τσαρούχεια, προς τιμήν του ζωγράφου Γιάννη Τσαρούχη, για λόγους, οίπερ εκτίθενται στο εν λόγω λήμμα και Τσαρούχια, από έλξη από την έκφραση «με τα τσαρούχια», δηλαδή «με άνεση, με ευκολία, χωρίς απώλειες», μια έκφραση, η οποία, σημειωτέον, περιμένει ακόμη τον Κρεψίνη της για ερμηνεία.

To λήμμα μούτσος αποτελεί ένα πρόσφατο τσαρούχι του σάιτ.

Γιάννης Τσαρούχης (από Hank, 11/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Οι ποδοσφαιρικοί ελιγμοί. Και ομοίως οι φιγούρες, οι πιρουέτες σε χορό και πάλη.

  2. Τα νάζια, οι κόνξες, οι ακκισμοί, τα σκέρτσα, τα καμώματα.

Από την τουρκική λέξη çalim.

Ασίστ: acg.

Τελικά τσαλιμάκια ήταν η συμπεριφορά του Πέρι! Τον γούσταρε τον γερομπινέ κι ας ήταν βίαιος. Μέχρι την Κυρήνεια έφτασε και δεν άντεξε να πάει παραπέρα, του έδωσε ραντεβού στην Αμμόχωστο.

Got a better definition? Add it!

Published

Υπονοούμενο για το σεξ, καθώς γκαζόν ιδίως στην γαλλοτραφή σλανγκ είναι η μουνότριχα (με την κυριολεκτική έννοια). Και, ως γνωστόν, η αγάπη είναι σαν ένα ευαίσθητο φυτό, που πρέπει να το προσέχουμε και να το ποτίζουμε (με σπέρμα).

Σημειωτέον ότι:

  1. Η έκφραση έχει την συντακτική μορφή των εκφράσεων τύπου την τρίζει την όπισθεν, αλλά αναφέρεται κυρίως στον στρέιτ εραστή και την γυναίκα γκόμενά του, κι όχι σε πούστη τοιούτον.

  2. Είναι λίγο παρώ λόγω τριχοφοβίας και ξυριζαιδοίζειν. Αλλά δεν κωλώνουμε, θα συνεχίσουμε να την χρησιμοποιούμε κουφάλα τριχοφοβικέ!

  3. «Το κουρεύει το γκαζόν» είναι η ενδεδειγμένη έκφραση για το ξυριζαιδοίζειν.

Ασίστ: Πονηρόσκυλο, Mes.

Λάουρα: Και για πε μου, Λίλιαν, το ποτίσατε το γκαζόν με τον Αρίστο;
Λίλιαν: Ποιο; Το κουρεμένο;

Is that a ποτιστήρι or are you happy to see me? (από Vrastaman, 11/03/09)Στο 0:44, απο το «Στρέιτ Στόρι» του Βλαδίμηρου Κυριακίδη. (από vikar, 15/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified