Παράφραση του τίτλου της γαλλικής εφημερίδας «Le Monde Diplomatique», που ανήκει στην «Le Monde», και εννοεί τον moderator, άκα ιστομάστορα, άκα γουεμπμάστορα, που δεν κερνάει αμέσως την μπανάνα, δεν σε πάει αμέσως για μπανάκι, αλλά το πάει διπλωματικά, στο φέρνει έξω έξω κτλ.

Ο όρος χρησιμοποιήθηκε από τον Χαλικούτη.

– Τι θα γίνει με την λημματολάσπη;
– Λημματολάσπη like diamonds is forever!, που λέει κι ο Vrastaman. Ανάθεμα τους mod diplomatiques, που την έχουνε δει «everything goes»!

Baruch Spinoza. Σαν τον "κυβερνήτη" του οι mods diplomatiques του slang.gr. (από Hank, 13/02/09)

Σχετικά: μοντέλο, μόδιστρος, ο, Μ.Ο.Δ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ζοχαδιακός, κατηφής, ασήκωτος με ύφος «μη του μιλάτε του παιδιού», και ελαφρώς τζαναμπέτης.

- Γιατί είναι έτσι τζόρας σήμερα ο Βάγγελας;
- Κλεφτήκανε ο Πέρι με τη Λίλιαν πάλι.
- Την αγαπάει πολύ ε;
- Τον, θες να πεις...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το «φιτίλι» είναι θρυαλλίδα πυροδότησης όπλου ή εκρηκτικής ύλης. Ετυμολογείται από το τουρκικό «fitil», απ' το αραβικό «fatil», αλλά κι απ' το αρχαίο ελληνικό «πτίλον», που σημαίνει «φτερό, πούπουλο». Ίσως είναι και τα δύο σωστά και υπήρξε αλληλεπίδραση.

Οπότε η έκφραση σημαίνει: τόσο γρήγορα, όσο ανάβει μια φιτιλιά, όσο εκπυρσοκροτεί ένα όπλο, όσο γίνεται ένα μπαμ.

-Πότε είναι η διορία κύριε Αφεντουλέσκου;
-Χτες! Το θέλω στο πιτς-φιτίλι!
(-Γαμώ το Βουκουρέστι σου, γαμώ!).

Βλ. και σχετικά λήμματα τσακ-μπαμ, καρφί, dt, πατ-κιουτ, στο καπάκι, σούμπιτος, σφαιράδην

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η οσμή του προποτζίδικου, η μανία με το να προβλέπεις αποτελέσματα αγώνων, να βρίζεις διαιτητές για πέναλτι και οφσάιντ, άμα δεν σου ταιριάζουν.

Στο Μουντιάλ του 1994 είχαν σκοτώσει κι έναν παίκτη της Κολομβίας, τον Εσκομπάρ, επειδή έβαλε αυτογκόλ, για λόγους προποτζίλας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πλαστικός χειρουργός. Tom Pousti τι όνομα έχει! Μπορεί να χρησιμοποιηθεί με την ίδια έννοια, όπως και το Φουστάνος, αλλά στον Υπερθετικό. Τι εγχειρήσεις να κάνει; Μήπως αλλαγής φύλου; Μήπως είναι συνώνυμο για τον «εγχειρισμένο»;

(Ανακάλυψη σλανγκιστών).

-The name is Pousti. Tom Pousti.

Tom Pousti τι ιστοσελίδα έχει!

Αυτός είναι! Θαυμάστε τον! Έναν Pousti κοίτα ρε! (από Dirty Talking, 12/02/09)

Βλ. και μπαγαποντοπλαστική, η

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο αχρείος, κακοήθης παλιάνθρωπος.

«Τομάρι» βγαίνει από το «τόμος»-«τομάριον», το οποίο απ' το «τέμνω», οπότε σημαίνει το δέρμα που έχει κοπεί και κατεργαστεί με ορισμένο τρόπο. Κι έτσι κατέληξε να σημαίνει τον παλιάνθρωπο, γιατί τομάρι είναι κάποιος που δεν είναι παρά δέρμα και τίποτα άλλο.

Επίσης, «φιλοτομαρισμός» είναι να θέλεις να σώσεις το δέρμα σου με κάθε κόστος. Ομοίως χρησιμοποιούμε το «σαρκίο» αντί ανθρώπου υποτιμητικά και το «τρύπα» αντί της γυναίκας.

Ευχαριστίες στον Πάνο2 για λήμμα.

Πέρι: Μην τον κάνεις παρέα αυτόν, είναι παλιοτόμαρο.
Βάγγελας: Τέτοιοι, ναι τέτοιοι μ' αρέσουν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πάρα πολύ αδύνατη γυναίκα (ή άντρας).

- Καλή η πιπινέζα.
- Ναι, αλλά οδοντογλυφίδα. Θα την πάρει ο αέρας!

(από Khan, 05/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι προφέρουμε το «μάλιστα», όταν δεν έχουμε τίποτα καλύτερο να πούμε παρά μια ελαφρά συμφωνία, όχι ολόκαρδη, και καλύπτουμε τις επιφυλάξεις μας με έναν σλανγκισμό.

Κατά το αατα.

Ρουμάνος Αφεντικουλέσκου: - Πήρες μια σούπερ προαγωγή, με ίδιες αποδοχές, αλλά δουλειά που θα αξιοποιήσει καλύτερα την παραγωγικότητά σου!
- Μάιστα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται για τον περιπτερά, ο οποίος μπαίνει το πρωί μες στο περίπτερο με το κεφάλι, και το βράδι βγαίνει με τον κώλο.

Γι' αυτό και λένε «το κεφάλι μπαίνει πρώτα», γιατί ο περιπτεράς σκύβει το κεφάλι του για να μπει, να χωρέσει, άμα είναι στενό το περίπτερο.

-Καλά τόσο χοντρός άνθρωπος, πώς χωράς μέσα σε μια σταλιά περιπτεράκι;
-Όπου θέλεις πάνε ρώτα, το κεφάλι μπαίνει πρώτα!
-Θεσσαλονικιός είσαι, και λες «πάνε»;
-Όχι, έτσι λέει το λήμμα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified