Ο τύπος που δεν βολεύεται πουθενά, με αποτέλεσμα να είναι διαρκώς μέσα στα νεύρα.

Πολύ ζοχάδας ο Παύλος! Ό,τι και να του πεις τσαντίζεται!

Σχετικό: ζοχάδα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αν τα αυτιά του σκύλου είναι γερμένα προς τα πίσω και η ουρά είναι ανάμεσα στα σκέλια, τότε το σκυλί είναι τρομαγμένο.

Όταν έχουμε κάνει κουτσουκέλα και μας ανακαλύπτουν, όταν έχουμε λερωμένη τη φωλιά μας και αρχίζει και βρωμάει, τότε σαν φοβισμένα σκυλιά βάζουμε την ουρά κάτω από τα σκέλια και την κάνουμε με ελαφρά πηδηματάκια, γιατί δεν μας παίρνει για κάτι άλλο. Επίσης με την ουρά κάτω από τα σκέλια φεύγει ντροπιασμένος και ένας τζάμπα μάγκας που κοκορεύεται για κάτι και βρίσκεται αντιμέτωπος με μάγκα μ' αρχίδια.

Δεν ξέρω αν η έκφραση λέγεται γιατί γίνεται παρομοίωση με τον σκύλο ή γιατί οι πρόγονοί μας είχαν και αυτοί ουρά και είχαν τέτοια αντίδραση σε καταστάσεις που τους φόβιζαν. Ίσως να ισχύουν και τα δύο ανάλογα την περίπτωση.

  1. Από διαδυκτιακή κοινότητα φοιτητών μηχ.μηχανικών ΑΠΘ.
    Οι βάζελοι παίζουν στην Ελλάδα ωσαν πριμαντόνες όπως και ο συμπαθής Τεν Τεν κατήγγειλε και γι αυτό δεν παίζει την καλή μπάλα γιατί αγχώνεται να αποδείξει ότι είναι ο ΠΑναθηναικός. Μετά Στα ματς της Ευρώπης, έχοντας την ουρά στα σκέλια, στήνεται στο γήπεδο σαν μικρή ομάδα, που φυσικά δεν είναι.

  2. Τι να μας πει και ο Ντίνος για το τι έκανε στο γραφείο του διευθυντή... δεν τον είδες πως έφυγε με την ουρά κάτω από τα σκέλια χωρίς να πει κουβέντα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ό,τι κάνει ένα μούλτι μπλέντερ μπορεί να κάνει και ένα μούλτι μύδι.

Ένα καλό μούλτι μπλέντερ μπορεί να κόψει, να αλέσει, να ξεζουμίσει πολλών ειδών τρόφιμα, μαλακά ή σκληρά. Έτσι και το μούλτι μύδι μπορεί να επεξεργαστεί παντός είδους τσουτσούνες. Μπορεί να ξεζουμίσει μικρές, μεγάλες, χοντρές, ψιλές σε ό,τι χρώμα και σχήμα υπάρχουν και κυκλοφορούν.

Η Λίλιαν είναι καρατσεκαρισμένο μούλτι μύδι!

Σόσιαλ μύδια. (από Khan, 01/12/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φανταστικό χόρτο που όποιος το τρώει αποβλακώνεται.

Αν το κουτόχορτο σερβιριστεί σε καλό πιάτο με τις ανάλογες γαρνιτούρες, τότε αυτός που το τρώει είναι αμφίβολο αν θα ξυπνήσει και πάρει χαμπάρι με τι κουμάσι έχει να κάνει.

Τι μας πέρασε ο Κώστας; νομίζει οτι τρώμε κουτόχορτα και δεν καταλαβαίνουμε τι πάει να σκαρώσει;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μεταθανάτια ζωή. Στην εγκόσμια ζωή το συναντάμε συνήθως σε τηλεφωνικές συνδιαλέξεις με κακή επαναφορά ήχου ή σε συνομιλίες με άτομο που είναι στην κοσμάρα του και δεν έχει καμία επαφή με την κουβέντα που γίνεται είτε γιατί είναι αγουροξυπνημένος και ο εγκέφαλός του είναι ακόμα σε κατάσταση νάρκης είτε γιατί το μυαλό του τρέχει σε άλλη διάσταση.

  1. Έλα μ' ακούς; δεν σ' ακούω καλά... λες και βρίσκεσαι στο υπερπέραν!!
  2. Γη καλεί Σωτήρη! μπορείς να επιστρέψεις από το υπερπέραν να μπορέσουμε να συνεννοηθούμε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέω κακίες, ή βγάζω στη φόρα τα άπλυτα γνωστού μου. Συνήθως το θάψιμο γίνεται στον κολλητό μας, καθώς γνωρίζουμε και πολλές λεπτομέρειες από τη ζωή του.

Στο σπορ του θαψίματος επιδίδονται άτομα που δεν έχουν να ασχοληθούν με κάτι άλλο και συνήθως έχουν εντύπωση πως οι δικές τους πράξεις είναι ανώτερες και καλύτερες όλων.

Οι κατίνες της παρέας, όταν σε καλούν για καφέ, φροντίζουν να έχουν τα φτυάρια τους έτοιμα, γεμάτα από τις κακίες τους για τη «φίλη» που απουσιάζει και μόλις τα αδειάσουν τα ξαναγεμίζουν με τα δικά σου χαμπέρια. Όσο πιο μεγάλο φτυάρι, τόσο πιο βαθύ το θάψιμο. Να σημειωθεί ότι, το άτομο που θάβεται είναι ζωντανό και ακμαιότατο, αλλά η τύχη του μετά την ταφή εξαρτάται από τους παρευρισκόμενους στην τελετή.

Τελετές θαψίματος είναι συχνές ανάμεσα σε συναδέλφους στη δουλειά, με σκοπό την ευνοϊκότερη μεταχείριση του νεκροθάφτη, ανάμεσα στις κυρα-περμαθούλες της γειτονιάς και, γενικά, σε κάθε παρέα που έχει τελειώσει τα υπόλοιπα νέα, αλλά για να μην τελειώσει ο καφές στο μουγγό, βγαίνουν τα φτυάρια για όποιον έχει άχτι (π.χ. τον προϊστάμενο πωλήσεων της εταιρείας).

- Τόνια θα πάμε για καφέ σήμερα; Έχω να σου πω νέα για τη Σούλα...
- Ναι ναι... να πάρω μαζί μου το μεγάλο φτυάρι ή το μικρό;

(από vip, 05/04/09)Φτυάρι κι αυτό (από GATZMAN, 14/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Να θυμηθούμε λίγο φυσική: οπισθέλκουσα, δύναμη αντιτιθέμενη στην κίνηση ενός σώματος μέσα σε ρευστό. Είναι ανεπιθύμητη στους αεροναυπηγούς και προσπαθούν να την μηδενίσουν δίνοντας στις κατασκευές τους το κατάλληλο σχήμα.

Στις παρέες μας είναι σπάνιο να έχουμε έναν αεροναυπηγό και όμως η λέξη είναι ευρέως διαδεδομένη όταν πηγαίνουμε για «ψάρεμα» ή για κουσκούσιν πίνοντας την φραπεδιά μας ή το ποτό μας. Μπανίζουμε το κάθε γκομενάκι που περνά από το οπτικό μας πεδίο, το νετάρουμε και κάνουμε ζουμ στα σημεία που μας ενδιαφέρουν: μπαλκόνια, τσιμπουκόχειλα, καπούλια...

Μόλις φτάσουμε στα καπούλια γινόμαστε γνώστες της φυσικής και αεροναυπηγοί, δίνοντας την ανάλογη τιμή στην οπισθέλκουσα. Μεγάλες τιμές δίνουμε στους χοντρούς κώλους λόγω της δυσκολίας που παρουσιάζουν από τα ξύγκια που ξεχειλίζουν και κάνουν αδύνατη την προσέγγισή τους γιατί δεν έχουμε το κατάλληλο αεροδυναμικό σχήμα ώστε να μηδενίσουμε την τιμή της οπισθέλκουσας.

- Πώς σου φαίνεται το γκομενάκι δίπλα στην ξανθιά;
- Δεν λέει άστο, την είδα που σηκώθηκε και είναι για τα μπάζα... Μπαλκόνια που βλέπουν στον ακάλυπτο και μεγάλη οπισθέλκουσα!

Υψηλός συντελεστής. (από Galadriel, 26/02/09)(από vip, 01/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λύση της συνέχειας του δέρματος, γδάρσιμο από νύχια. Μικρή χαραγματιά σε λεία επιφάνεια από σκληρότερο αντικείμενο (μάλλον από τον ήχο γρατσ γρατσ). Συνώνυμο του «γδέρνω», που μεταφορικά σημαίνει εξαντλώ κάποιον οικονομικά. Επίσης γράφεται και με ζ αντί του σ.

Γρατσουνίζω κάποιον, όταν του παίρνω, συνήθως, μικροποσά. Αυτός που δίνει τα χρήματα γνωρίζει ότι είναι δανεικά και αγύριστα, αλλά τα δίνει, ή γιατί έχει καλή ψυχή και μεγάλο πορτοφόλι, ή γιατί ελπίζει οτι θα αποζημιωθεί σε «είδος».

Οι γρατσουνιές είναι ανεπιθύμητες από όλους, γιατί σε κάνουν να υποφέρεις με πολλούς τρόπους:

  1. Βρίσκεις το καινούριο σου αυτοκίνητο με γρατσουνιές από κλειδί από τη μια άκρη μέχρι την άλλη! Υποφέρεις ψυχολογικά, γιατί τραυματίστηκε το άλλο σου εγώ, και οικονομικά, γιατί πρέπει να διορθώσεις τη ζημιά πάραυτα.

  2. Ανακαλύπτει η γυναίκα σου νυχιές στην πλάτη σου και τρώει φλασιά, γιατί θυμήθηκε την ηλίθια κλασική δικαιολογία «γεύμα με πελάτες», που της είπες γιατί άργησες χθες βράδυ. Υποφέρεις σωματικά πρώτα, από τρομερό πονοκέφαλο από τις φωνές της και μετά ακολουθούν οι πόνοι στα παΐδια, από την παντόφλα που πέφτει χωρίς να ξεχωρίζει κανένα σημείο του σώματος. Υποφέρεις και διανοητικά, γιατί μόλις τα πράγματα ξεχαστούν λίγο, πρέπει να βάλεις τη γκλάβα σου να κατεβάσει πιο πειστική δικαιολογία για το καινούριο ξεπόρτισμά σου.

Η Φωφώ γνώρισε ένα ραμόλι που είναι τρελός και παλαβός μαζί της. Συνέχεια της ζητάει να πάνε σπίτι του να της δείξει τη θέα από τα μπαλκόνια και εκείνη τον έχει στην αναμονή, αλλά όσο την περιμένει, όλο και τον γρατσουνάει...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Άντρας, συνήθως σε μπαράκι, που δίνει μάχη με τους κολλητούς του να προλάβει να τα ρίξει στο ξέκωλο με τα μπαλκόνια σε κοινή θέα που πίνει τα σφηνάκια δίπλα. Όταν τα ρίξει το τρόπαιο θα είναι το μουνί.

    1. Άντρας με πολύ χοντρή παρτενέρ στο γαμήσι, οπότε αναγκαστικά θα πρέπει να δώσει τη σχετική μάχη με τα ξίγκια για να μπορέσει να βρει την κατάλληλη τρύπα!
  1. Πάμε στο μπαράκι της γωνίας να χαζέψουμε τους μουνομάχους;

    1. Πως τα καταφέρνει ο Τάκης με τον μπόγο που έχει μαζί του; Κάθε φορά που θα θέλει να γαμήσει, πρέπει να παίρνει πρώτα τα δυναμωτικά του, γιατί η μουνομαχία που θα δίνει πρέπει να είναι σκληρή!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το καρναβάλι είναι η εορταστική περίοδος της αποκριάς (λατινικά carnem levare= εξαφανίζω το κρέας) που παραπέμπει σε κατάσταση διασκέδασης χωρίς τελειωμό.

Μεταφορικά χρησιμοποιείται, για να περιγράψει άνθρωπο γελοίο, που δεν μπορείς να πάρεις στα σοβαρά αυτά που λέει, τον τρόπο που συμπεριφέρεται ή ακόμη και τον τρόπο που ντύνεται.

Επίσης περιγράφει και καταστάσεις που είναι για γέλια λέγοντας ότι είναι για τα καρναβάλια.

Την είδες πώς ήρθε η Βούλα για καφέ; Σκέτο καρναβάλι! Αμ εκείνος ο κότσος πάνω στο κεφάλι της τι σου έλεγε! Πρέπει να τραβήξει την προσοχή και στο τέλος καταντάει για τα καρναβάλια!

Ωραία μωρέ τα καρναβάλια... (από Galadriel, 23/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified