Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης (Π.Ο.Π.) επιχείρησης εστίασης που ευρίσκεται πλησίον στρατοπέδου, στρατιωτικής μονάδας, γραφείων, επαγγελματικών χώρων, συνεργείων αυτοκινήτων, γηπέδου, γυμναστηρίου, σχολείου, νυκτερινών κέντρων, οίκων ανοχής και αλλαχού.

Είναι συνήθως ατομική επιχείρηση, βία Ο.Ε., αλλά μπορεί να είναι και περιστασιακή φουφού, χωρίς καμία απολύτως άδεια η νομική υπόσταση.

Η εγκαταστημένη ισχύς της κυμαίνεται από ξυλοκάρβουνα μέχρι μερικά KVA. Απασχολεί 1-3 άτομα (καντίνα, μικρό εστιατόριο, κιόσκι, πάγκος, ψησταριά). Ο χώρος υγιεινής W.C. μπορεί να είναι από υποτυπώδης έως το παρακείμενο δέντρο. Δεν είναι καταχωρισμένη στον Χρυσό Οδηγό η στο 1188... ούτε θα την συναντήσετε σε κάποιο τηλεοπτικό σποτάκι.

Δεν απαιτείται ινδιάνος Απάτσι για την ερμηνεία των σημάτων καπνού από τη τσιμινιέρα του καταστήματος που αποτελούν τον καλύτερο κράχτη τής εν λόγω επιχείρησης, μαζί με τη τσίκνα της παντσέτας (χοιρινό έδεσμα, πλήρες τριγλυκεριδίων) και τα περιφερόμενα πειναλέα κοπρόσκυλα.

Παρά την αποθαρρυντική έως αποτρεπτική οργάνωση-στήσιμο, οι επιχειρήσεις αυτές σπάνε ταμεία.

Στο γραφείο:
- Αχ, σας έφερα κάτι τυροπιτάκια απ' το σπίτι, που τα 'φτιαξα μόνη μου.
- Άσε, ρε Γιώργη, πετάξου στον βρομιάρη και πάρε κάνα κιλό παντσέτα με τα συναφή να ντερλικώσουμε, κερνάω εγώ σήμερα.

(από iwn, 30/10/10)(από iwn, 30/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλη μια γείωση. Απάντηση στο: - Μη φοβάσαι.

Σώζεται και ως:

- Φοβάσαι; - Όχι, σκιάζομαι.

- Μη φοβάσαι. - Δε φοβάμαι, μόνο που σκιάζομαι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλη μια γείωση. Απάντηση στο: - Ορίστε;

- Ορίστε; - Τον κώλο μου μυρίστε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει ίσα ίσα, σχεδόν, με το ζόρι (με τη βία, εξ ου και η προέλευση του λήμματος).

Απαντάται και ως «βία-βία».

Ήσαντε πεντ- έξι, βία εφτά νοματαίοι εκεί γύρω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μικρόφωνο που χρησιμοποιείται με σκοπό να καταγράψει και αποθηκεύσει (μαγνητοφωνήσει) μια ιδιωτική ή μυστική συνομιλία μεταξύ δυο η περισσοτέρων προσώπων, κατά κανόνα εν αγνοία τους (υποκλοπή).

Το μέγεθός του πρέπει να είναι αρκούντως μικρό, σαν το μέγεθος, φερ' ειπείν, του ομωνύμου εντόμου, απ' όπου έλκει και την ονομασία του, έτσι ώστε και να είναι αθέατο ή δυσδιάκριτο, αλλά και να καταχωνιάζεται κρυφά σε μικρές κρυψώνες. Ο σύγχρονος cutting edge tech κοριός είναι ενσωματωμένος με μυστική κάμερα.

Σήμερα διατίθενται κοριοί σε πολλές παραλλαγές όπως μπρελόκ, αναπτήρας, πακέτο τσιγάρων, καρφίτσα πέτου κλπ κλπ.

Στο δωμάτιο που θα πάμε τώρα μέτρα τις κουβέντες σου, γιατί σίγουρα έχει βάλει κοριό.

Οι κοριοί του τρόμπα (1988) (από Mpiliardakias, 03/02/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βαρύτατη προσβλητική η απειλητική έκφραση που χρησιμοποιείται για κάποιον που ανακρίνεται και καταθέτει πράγματα που γνωρίζει κατόπιν βασανισμού.

Σημαίνει ότι κατέθεσε τα πάντα, εξωτερίκευσε όλα όσα γνώριζε ή έμαθε καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής του μέχρι και τη βρεφική ηλικία του, (αν είναι δυνατόν), και, καθ' υπερβολή, έβγαλε από μέσα του μέχρι και το γάλα που θήλασε από τη μητέρα του. Δηλαδή, τα κατάθεσε όλα, τα μαρτύρησε όλα, τα ξέρασε όλα, τα πρόδωσε όλα.

Η φράση σήμερα πλέον, πέραν της αρχέγονης ερμηνείας, προσδιορίζει είτε γερό ξυλοδαρμό είτε έντονη ταλαιπωρία, λόγω του ξυλοδαρμού και της ταλαιπωρίας που περιεχέι ένας τυπικός βασανισμός.

Συχνά συγχέεται με το εκεί που φτύνουμε, δε γλείφουμε.

Συνώνυμο: εδώ θα φτύσεις αίμα.

  1. Μετά από τόσο ξύλο που έφαγε στο καρακόλι, τα ξέρασε όλα, έφτυσε και της μάνας του το γάλα.

  2. Θα σας περιμένουμε έξω από τη θύρα 4 , θα φτύσετε της μάνας σας το γάλα.

  3. Άσε Βούλα μου, χάλασε το ασανσέρ και ανέβηκα με τα πόδια στο 5ο, τι να σου πω, έφτυσα της μάνας μου το γάλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση συνώνυμη με το μπερδεύω την Πούτση με την Βούρτση.

Καντηλανάφτης: ο νεωκόρος του Ιερού Ναού, επιφορτισμένος με την έναυση (άναμμα) των κανδηλιών κλπ.

- Και γιατί τόσο ακριβό εισιτήριο εκεί, παρακαλώ;
- Α, όλα κι όλα, άλλη η δουλειά του ναύτη κι άλλη του καντηλανάφτη.

(από GATZMAN, 31/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ερωτηματική έκφραση απορίας που σημαίνει «από πού, κι ως πού;», «πώς προκύπτει;», «από πού βγαίνει;»,«τι 'ναι πάλι τούτο», «πού το βρήκες αυτό πάλι;», «πώς το διαπίστωσες», «πώς γίνεται και ..», «πώς γίνεται να ...» κλπ κλπ.

Από το τούρκικο «nereden nereye», που σημαίνει «από πού, μέχρι πού», το οποίο χρησιμοποιείται παρομοίως.

Λέγεται και νερεντενερέ.

- Νερντενερέ γυρεύεις τόσον παρά για ένα ψιλό μερεμέτι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλες δυο ζόρικες, εναλλακτικές εκφράσεις για το γνωστό χρονικό επίρρημα τότε.

-Τότενες πηγαίναμε όλοι μαζί για μπάνιο στα απολυμαντήρια

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το χρηματικό αντίτιμο γενικότερα, σε κάθε του μορφή. Συχνά και στον πληθυντικό: παράδες.

Από την ομώνυμη τούρκικη νομισματική μονάδα.

Επίσης μπαγιόκο, φράγκα, γκαφρά, μπακίρι, μουρμούρια, μπακοτσέτουλα, αργύρης, χρήματα, λεφτά, όβολα, τάλαρα κλπ κλπ.

-Με κείνη τη δουλειά τότενες, κονομίσαμε καλές παράδες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified