Ύστερα από υπόδειξη του Χότζα, στο τάβλι σώγαμπρος είναι το πούλι ή τα πούλια που έχουν τοποθετηθεί επιθετικά (ιδίως μετά από διπλές), σε περιοχή που ορίζει ή έλπιζε να ορίσει ο αντίπαλος. Κατ' επέκταση και ο παίκτης που χρησιμοποιεί τέτοια επιθετική τακτική. Μοιάζει σαν μια οικογένεια πουλιών, όπου έχει έρθει και εγκατασταθεί ένα πούλι άλλου χρώματος ως ξένο στοιχείο.

Τι είναι αυτός ο σώγαμπρος που μου κουβάλησες και δεν τολμώ να ξεμυτίσω από την μάνα μου;

Ταβέρνα "Ο σόγαμπρος" στον Ταξιάρχη Χαλκιδικής (από allivegp, 04/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως μας επέστησε την προσοχή ο Χότζας, το τσιμπούκ-ογλάν ήταν το παιδί που περιποιούνταν, έφερνε κι άναβε τα τσιμπούκια των πασάδων [στην Τουρκοκρατία] και μετέπειτα των καπετανέων του '21 (και των κατοπινών ληστών)». Σύγκρινε με τσογλάνι.

Σήμερα χρησιμοποιείται ο όρος για κάποιον που κυριολεκτικά φροντίζει να προσφέρει άρτιο τσιμπούκι στον δυνάστη του.

  1. Από το Νέτι:
    ..απο την ακαθεκτον ορμην εως να ξεπλυνουμε την ντροπη των ιμιων υπαρχει μεγαλη αποστασης.
    σημερα ειμαστε τα τσιμπουκ-ογλαν της γειτονος...και Βενιζελος στην ακρη του τουνελ δεν φαινετε...

  2. Από βλόγιον:
    Καίσαρες στη Βουλή και τσιμπούκ-ογλάν στου κάθε Νταβατζή το μαγαζί.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κωλόμπα που της έκοψαν τον κω, ο κολομπαράς / κωλομπαράς.

Πηγή: Χότζας.

Στα παλιά φλιμπεράδικα κυκλοφορούσαν και λόμπες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτό ακριβώς λέγεται ότι είπε ο Θεόδωρος Πάγκαλος στην Μάργκαρετ Θάτσερ, αν έχετε τον Θεό σας, ως υφυπουργός Εξωτερικών Ελλάδας ο ένας, πρωθυπουργός της Μ. Βρετανίας η άλλη. Είναι βέβαια δυσχερές να αποδειχθεί αν πρόκειται για ιστορική πραγματικότητα ή για αστικό μύθο. Πάντως, όπως γράφει το Βήμα, τουλάστιχον ο Μίμης Ανδρουλάκης περιέχει την ιστορία στο βιβλίο του «Ζητούνται Αλχημιστές» ως πραγματικό γεγονός. Το περιστατικό αναφέρεται ως εξής:

«Ποιος είναι αυτός ο χοντρός;» ψιθυρίζει η Μάργκαρετ Θάτσερ στον διπλανό της για τον Θ. Πάγκαλο, που αναπλήρωνε τον Ανδρέα Παπανδρέου σε ένα συμβούλιο κορυφής, όμως τα άτιμα τα μικρόφωνα το μεγέθυναν. «Σε έχει πηδήξει ποτέ χοντρός;» άφησε να του ξεφύγει τσαντισμένος ο Πάγκαλος, η αφηρημένη μεταφράστρια αυτομάτως το μετέφρασε και πάγωσε το συμβούλιο.

Επίσης, για μια πιο λάιτ, αλλά επίσης διασκεδαστική βερσιόν της σχέσης Πάγκαλου και Θάτσερ, βλ. το σχετικό άρθρο της Καθημερινής. Το άρθρο αυτό περιγράφει ένα ειδυλλιακό όχι τόσο μακρινό παρελθόν της ένδοξης εϊτίλας, όταν ο Ανδρέας Παπανδρέου ζήταγε λεφτά από την Ευρωπαϊκή Ένωση, εκβιάζοντας ότι σε αντίθετη περίπτωση θα έθετε βέτο για την ένταξη Ισπανίας και Πορτογαλίας. Μάλιστα στην κρίσιμη συνεδρίαση αποχώρισε μαζί με τον ΥΠΕΞ του Χαραλαμπόπουλο για να κανονίσει την εκλογή του Σαρτζετάκη ως Προέδρου Δημοκρατίας στην Ελλάδα και άφησε τον νεαρότερο τότε Πάγκαλο μόνο του στην αρένα με τα θηρία. Ο πιο λάιτ διάλογος, όπως καταγράφεται στην Καθημερινή, έχει ως εξής:

Θάτσερ: - Excuse me, what is your name my boy;
Πάγκαλος: - Τeo.
Θάτσερ: - Are you sure you are qualified to negotiate;
Πάγκαλος: - Of course! Will negotiate.

Η Καθημερινή αποσιωπά το μπινελίκι πλην αφήνει να εννοηθεί ότι ο Πάγκαλος κατήγαγε διπλωματικό θρίαμβο, και η continental Ευρωπαϊκή Ένωση πλήρωσε ασμένως τα γαμησιάτικα στον «χοντρό».

Τι είχε διαδραματιστεί; Μπορεί ο ιστορικός να συμπεράνει ότι οι ηγέτες της ηπειρωτικής Ευρώπης είχαν σπασαρχιδιαστεί με την συμπεριφορά και το μοντέλο της Θάτσερ επί σειρά ετών. Χαρακτηριστική και η αλαζονεία της επί της προκειμένης συνδιάλεξης. Μην ξεχνάμε ότι Καγκελάριος της Δ.Γερμανίας ήταν ο «πληθωρικός» Χέλμουτ Κωλ που είχε κάθε λόγο να ταυτιστεί με τον Πάγκαλο και να χαρεί με την απάντησή του. Κάτι λοιπόν το ζήτημα χοντρός έναντι καρακάξας ως προς Γερμανία, κάτι το ζήτημα σοσιαλιστής έναντι νεοφιλελεύθερης ως προς Γαλλία -Μιτεράν- και Ιταλία -Κράξι-, ο Πάγκαλος είπε την κατάλληλη ατάκα στην κατάλληλη στιγμή.

Ας φύγουμε όμως από την ιστορική ενδεχομενικότητα και ας περάσουμε στο σλανγκικό καθολικό. Η έκφραση αποτυπώνει έναν σλανγκικό μηχανισμό που συνδυάζει δύο ήδη γνωστούς μηχανισμούς ήτοι το: θα γυρίσει ο τροχός, θα γαμήσει κι ο φτωχός και το σ' έχουνε γαμήσει τέτοια ώρα;.

Εν προκειμένω δεν μας ενδιαφέρει ειδικά ο χοντρός. Θα μπορούσε να είναι και κουτσός, φτωχός, κοντός κ.ο.κ. Θίγουμε μια συγκεκριμένη σλανγκική στρατηγική στο πλαίσιο του βρις-οφ. Ήτοι, όταν κάποιος σου αποδίδει έναν υβριστικό χαρακτηρισμό (που ενδεχομένως εμπίπτει στην πραγματικότητα), εσύ δεν τον αποκηρύσσεις, αλλά σπεύδεις να τον υιοθετήσεις μέσω της στρατηγικής πανηγυρισμού και υπονόμευσης (celebrating & undermining κατά Judith Butler). Δηλαδή, ναι, είμαι χοντρός, αλλά σε έχει γαμήσει ποτέ χοντρός να δεις την γλύκα; Θέτεις έτσι τον συνομιλητή σε ξενερουά ματ (όπως και στο «σ' έχουνε γαμήσει τέτοια ώρα»). Αν πει όχι, θα θεωρηθεί ως συναίνεση για επιτόπιο γαμήσι. Αν πει ναι, θα παραδεχτεί ευθύς εξαρχής την ήττα του. Οπότε η σλανγκική στρατηγική έχει εξασφαλισμένη επιτυχία.

Συν ότι μιλάμε για τους απόκληρους της κοινωνίας, χοντρούς, κοντούς, κουτσούς, φτωχούς, για τους οποίους πολλά θα μπορούσε να πει ένα ντιριντάχτα λήμμα, όπως λ.χ. το μπουρδελές. Φανταζόμαστε ότι ένας τέτοιος άντρας, στερημένος καθώς θα είναι, λόγω κοινωνικού αποκλεισμού θα γαμήσει πιο λυσσαλέα, πιο παθιασμένα, κοινώς θα γαμήσει σαν να μην υπάρχει αύριο, το οποίο φωτίζει έναν επιπλέον λόγο γιατί ο συνομιλητής μας θα έπρεπε να εύχεται να τον γαμήσει χοντρός.

Περιττό να πούμε ότι η εν λόγω στρατηγική δεν δουλεύει με όλες τις ομάδες κοινωνικής ετερότητας, λ.χ. δεν πιάνει το κόλπο για τρανσέξουαλ, κομμένες, εκτομίες, σπάδωνες και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις. Αν και στην αντιουσιοκρατική εποχή μας πάντα μπορείς να φορέσεις ένα strap-on και να κάνεις την δουλειά σου.

Trivia: Ο Θεόδωρος Πάγκαλος, σλανγκιστί Παν-κάλος ή Μεγάλος Τραγουδιστής είναι, ως γνωστόν, μια εξαιρετικά σλανγκενεργή προσωπικότητα για τον οποίο έχει σχηματιστεί πλούσια ανεκδοτολογική βιβλιογραφία. Έχει μείνει στην Ιστορία και για τις σεξιστικές του παρεμβάσεις και πέρα από την Θάτσερ. Λ.χ. λέγεται η εξής ιστορία εδώ:

Είναι ο Πάγκαλος και κατεβαίνει την Πανεπιστημίου με το φτωχικό του σαραβαλάκι. Στο φανάρι τον ρωτά μια κυρία ειρωνικά «Μα καλά κύριε Πάγκαλε, εσείς ένας ολόκληρος Πάγκαλος και οδηγείτε αυτό το αυτοκίνητο; Τι τα κάνετε όλα αυτά τα λεφτά που παίρνετε;» για να πάρει την απάντηση «Δυστυχώς τα τρώω με πουτάνες σαν κι εσένα.»

Disclaimer: Δεν κρίνεται το θέμα στην πολιτική του διάσταση, απλά καταθέτω την ακατάσχετη νοσταλγία μου για την ένδοξη εϊτίλα («μία είναι η δεκαετία» που λέει κι ο John Black), τότε που μπορούσαμε.

Vrastaman: H Μαριαχόμορφη σχολιάζει παπαραλήρημα του βέλτσιστου Khan.

Απάντηση Khan με ατάραχη ανωτερότητα: Σ' έχει γαμήσει ποτέ ο Βέλτσος;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά μαργαριτάρι του στρατού, ο «εφοδεύων», που ελέγχει τον σκοπό αν κάνει καλά την σκοπιά του, ειπώθηκε «αφοδεύων», δηλαδή «χέζων» στα καθαρευουσιάνικα. Από το αρχικό μαργαριτάρι του άγνωστου στρατιώτη, η έκφραση έχει εξελιχθεί γενικά σε σλανγκιά για τον εφοδεύοντα.

Ασίστ: allivegp, HODJAS

- Αλτ! Τις ει;
- Αφοδεύων!
- Ε, χέσε μας τότε!

(Κόπιράιτ: Χότζας).

Δήθεν ανέκδοτο:
Ο Σάκης όντας καινούριος στο στρατό παρατηρεί κάτι πολύ παράξενο κάθε βράδυ που κάνει την σκοπιά του.Είναι ένας αξιωματικός ο οποίος γυρνάει από σκοπιά σε σκοπιά και χέζει και μετά βάζει και μια υπογραφή στο τετράδιο της σκοπιάς.
«Ρε συ»,ρωτάει τον Τάκη που είναι παλιός και θα ξέρει κάτι παραπάνω,«τι είναι αυτός ο τύπος που ξεκωλώνεται στο χέσιμο κάθε βράδυ στις σκοπιές;»
«Τη δουλειά του κάνει και μάλιστα πολύ ευσυνείδητα.»
«Ποια δουλειά ρε με δουλεύεις;«
«Είναι αφοδεύων.»

Βλ. και περνάω περιοδεύον

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το κασέρι μπορεί να σημαίνει:

  1. Τα μετρητά χρήματα εκ του αγγλικού cash, βλέπε τον άλλο ορισμό και κασερόπιττα.

  2. Το χασίς.

  3. Την ουρδική ουσία που σχηματίζεται στον πέοντα λόγω απλυσιάς και η οποία μοιάζει με τυρί, είτε κασέρι είτε φέτα, είτε κεφαλοτύρι.

  4. Παραπλησίως λέμε χύνω κασέρια όταν φεύγουν τα χοντράδια, δηλαδή όταν υπάρχει εκσπερμάτιση μετά από μεγάλο χρονικό διάστημα. Αλλά και γενικότερα όταν χύνεται μεγάλη ποσότητα σπέρματος, ή και μεταφορικά για πολλαπλούς οργασμούς.

Η λέξη είναι τουρκική.

  1. Υπερήλικας Σλάνγκος από αυτούς που αποτελούν την πλειοψηφία του σάιτ:
    Καλά μιλάμε κάναμε σεξ χτες με την Λυσισλάνγκη μετά από χρόνια, και μιλάμε έχυνα Έμενταλ! Φίλος: Έμενταλ; Μιλάς με γρίφους, γέροντα.
    Σ.: Τώρα δεν είμαι και σίγουρος... Έμενταλ ήταν; Γραβιέρα, ροκφόρ; Γιατί έχω και μια ασθένεια που λέγεται κασέρι.

  2. Ό,τι κασέρι έχει το τρώει σε κασέρι.

(από GATZMAN, 25/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published

Η σφαίρα. Λέγονται και καραμέλες.

Ετυμολογία: < ιταλικό confetto < ...... < λατινικό conficere= παρασκευάζω.

Πηγή: Bubis.

  1. Δεν κατάλαβε τι παιδί κουφέτο ήταν μέχρι που τον κέρασε κουφέτα.

  2. «Αχ, και θα φάμε επιτέλους κουφέτο», είπε η μαμά του Πέρι για τον επικείμενο γάμο τού κανακάρη της με το Λίλιαν, αλλά τελικά το μόνο κουφέτο που έφαγε ο Πέρι ήταν τα κουφέτα από τον Βάγγελα στο λήαρ-τζετ του Ψινάκη. (Στα σχόλια ντε!).

Χρυσό κουφέτο και φέτο! (από Khan, 28/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Η φυλακή. Βλ. για τα σίδερα.

  2. Έτσι αποκαλείται και η γνωστή μέθοδος ορθοδοντικής, ή υποκοριστικά «σιδεράκια».

  3. Για χρήσεις σχετικές με μπόντι-μπίλντινγκ βλ. σιδεράς και σιδεράδικο.

  1. Της φυλακής τα σίδερα είναι για τους λεβέντες.

  2. Νιώθω σαν κάτι κοριτσάκια πού 'χουνε σίδερα στα δόντια ή σπυράκια.

Got a better definition? Add it!

Published

Αυτοαναφορικώς, είναι τα λήμματα νέας κοπής του σάιτ, που το αποδομούν το νόημα, κάνοντας ευρεία χρήση μετα(σο)δομιστικών κατηγοριών για να προσεγγίσουν το γεγονός του slanguage. Το αποτέλεσμα είναι συχνά κάτι ανάμεσα σε αποδόμηση του Jacques Derrida και σε ανατολίτικους ρυθμούς ντιριντάχτα ή ντιριντάχ τσουτσού. Άλλωστε, όπως κατεδείχθη από τον θεράποντα του είδους John Black, ο μετα(σο)δομισμός έχει ανδρωθεί (pun intended) στο αραβικό Μαγκρέμπ, όθεν κατάγονται οι Ντεριντά, Αλτουσέρ, Σιξούς και όπου δίδαξε ο Φουκώ. Οπότε το «ντεριντάχντα» για την σάτιρα παρομοίων λημμάτων είναι κάτι πολύ πιο βαθύ από ένα απλό λογοπαίγνιο του Βράσταμαν, υιοθετημένο από κουλτουροφοβικούς Σλάνγκους παλαιάς κοπής. Χρήζει περαιτέρω ανάλυσης η σχέση ανάμεσα στην ποστίλα και την ντιριντάχτα αισθητική και είναι συναφές το ερώτημα αν πρόκειται για τον νέο τιραμισουρεαλισμό.

Διάλογοι Σλάνγκων:

- Καλά, τι γυρεύει ο Μισέλ Φουκώ σε ένα λήμμα του σλανγκρ;
- Τίποτα, άρχισαν τα όργανα!
να το βάλει να χορέψει και μπουζούκι να τού παίξει
Ντεριντάχτα, ντερι-ντεριντάχτα...

- Μα καλά πώς είναι δυνατόν 7 Σλάνγκοι να μου βάζουν 10άστερα και μετά να πέφτει η βαθμολογία στα 4;
- Μάλλον πέρασε κάποιος Σλάνγκος παλαιών αρχών, που δεν του αρέσει η ντεριντάχτα αισθητική.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για την «φαιοπράσινη» φανέλα του στρατού. Ξεκίνησε ως μαργαριτάρι, απέκτησε στην πορεία kitsch value. Προφάνουσλυ, κανείς δεν ξέρει το επίθετο φαιός που σημαίνει σκουρόχρωμος και ειδικότερα γκρίζος (οπότε φαιοπράσινος είναι ο γκριζοπράσινος), κι έτσι αντικαθίσταται από το επιτατικό πρόθημα θεο- που έχει χαρακτήρα μεγιστοποίησης, όπως στα θεομουνία, θεόμουνο, θεογκόμενα, πρβλ. και το σκέτο θεό. Γενικά στον στρατό, όλα είναι ψιλοεμφατικά.

Ετυμολογικά Trivia: Κι όμως το φαιός θα έπρεπε να σημαίνει το αντίθετο, αφού ετυμολογείται ως εξής:
< **φαισός* < **φαιFός* < **φαισFός* < **gwhei* = λαμπερός, φωτεινός, όπως και τα ομόρριζα φαιδρός, Φαίδρος, Φαίδρα και ο Φαίδων, ήρωας του Γεωργίου Ζάκκου.

- Να βγούμε έξω με τις θεοπράσινες, είπε ο δίκας.

- Γιατί η φανέλα αυτή λέγεται «φαιοπράσινη»; - Γιατί είναι τόσο πράσινη, που είναι θεοπράσινη!
(Αυτήκοος μάρτυς: Καταδρομέας Vrastaman, '92 στ ΕΣΣΟ)

Η θεοπράσινη στολή (από Khan, 28/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified