Υποστήριξη σε κάποιον για συγκεκριμένο θέμα, συνήθως αθόρυβα αλλά με ικανά αποτελέσματα.
Εκ του λατινογενούς «advantage».

- Τελικά την έριξες τη Μαρία ρε;
- Μπααα. Αφού ρε ο κολλητός της, έκανε αβάντα στον Χρήστο. Οπότε την έφαγε ο Χρήστος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κατάσταση αποχαύνωσης και ηρεμίας (από τα γνωστά ηρεμιστικά χάπια). Γενικότερα η απόλυτη βαρεμάρα και η σήψη.

- Πάλι ρε ξάπλα είσαι;
- Αρντάν σ' λέω...

(από jesus, 24/11/08)Αρνταν-Αρνταν (πως λέμε Μπούτρος-Μπούτρος;) (από Vrastaman, 24/11/08)γκάλη (από jesus, 24/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στον πλυθηντικό, ο σύντομος ύπνος. Χρησιμοποιείται ως φράση δε, «πάω για τούφες».

Χαλάρωσα τώρα απ' τη μάσα. Πάω για τούφες.

Μετά τη μάσα πήγε για τούφες. (από panos1962, 12/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που τα λεγόμενα του, οι πράξεις του και η εν γένει συμεριφορά του χαρακτηρίζεται από μαλακίες και δεν υπάρχει και τρόπος ίασης του.
Συνώνυμο : Στόκος

Ο Ανδρέας είναι μεγάλο τελάρο. Αν ανοίξει το στόμα του, ή μαλακία θα πει ή θα ρευτεί...

Got a better definition? Add it!

Published

Άγνωστα τηλέφωνα που ανακαλύπτουμε στην ατζέντα μας ή στο οργκανάιζερ και που αδυνατούμε να θυμηθούμε ποιανού είναι.

Η Όλγα μπήκε στον πειρασμό να καλέσει το ποιανουλέφωνο και να ρωτήσει ποιον πήρε, αλλά τελικά επικράτησε η λογική και ο φόβος μη γίνει ρεζίλι.

Πηγή: Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007, του Λύο Καλοβυρνά

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η δουλειά που αναλαμβάνει ο ελεύθερος επαγγελματίας.

Εκ του αγγλικού freelancer.

Πήρα μια φριλάντζα εργολαβεία και σε 2 μήνες θά'χω βγάλει 2000 ευρά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ατσούμπαλος και συνάμα υπέρβαρος άνθρωπος (ασχέτου φύλου), που σου πατάει το πόδι στις πιο άκαιρες στιγμές. Στο λεωφορείο, στο τρόλλεϋ, στην ουρά μιας υπηρεσίας κ.α.

Κι ενώ χάζευα τη μικρούλα στη διπλανή θέση, μου ρίχνει μια πατημασιά ένας ποδοστρωτήρας...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ανθρωπόμορφο ον ενδεδυμένο με γούνα ζώου, που ανεξήγητα κατοικεί στο άστυ αντί για τις βουνοπλαγιές της Πίνδου. Συνήθως απαντάται σε θηλυκό...

- Τι τά' θελα εγώ τα μέγαρα μουσικής;; Ίσα με 50 γουνίσιες είχε εκεί.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

'Εργο τέχνης με φρικτό θέμα αλλά αδιαμφισβήτητη καλλιτεχνική αξία. Ο δημιουργός του συνήθως είναι ακαθορίστου ηλικίας και φύλου. Στο χώρο που εκτίθεται θα βρείτε δέκα με δεκαπέντε άτομα (κι αυτά ακαθορίστου ηλικίας και φύλου) να το κοιτάνε αποχαυνωμένα ωσάν κέρινα της Madame Tussaud. Εάν τους ενοχλήσεις δε και τους διαταράξεις την έκσταση, ακούς θορύβους πρωτόγνωρους που ελάχιστα φέρνουν σε ανθρώπινη ομιλία.

Χάζευε το αρρωστούργημα και έλεγε «Ο μάι Γκοντ! Μετά τον Πικάσσο είναι ότι συγκλονιστικότερο έχω δει!»... Και μιλάμε για έναν πίνακα πού'δειχνε μια λαχανί κότα με τρία μπλε κεφάλια καθισμένη σ'έναν κόκκινο νεροχύτη...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Θαυμάζω τον εαυτό μου στον καθρέφτη επισυνάπτοντας και την ενθαρρυντική ατάκα: «Φτου σου! Είσαι Θεός / Θεά!».

- Έβλεπα το κουστούμι, τη γραβάτα και καθρεφτυνόμουν. Κούκλος ρε ήμουν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified