Έκφραση η οποία αφορά συνήθως σε μια κατάσταση η οποία δεν πάει άλλο, είναι απελπιστική ή μας προκαλεί σοβαρή δυσφορία.

- Πώς τα βλέπεις; Θα βάλουμε κανα γκολάκι να πάμε παράταση;
- Καλά στραβός είσαι ρε; Δε βλέπεις που γαμιέται ο Δίας τόση ώρα;

(από jesus, 12/09/11)αν ψηφίσετε Σύριζα... (από MXΣ, 22/05/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο υπερθετικός βαθμός του «γαμάει» με την καλή έννοια, ήτοι τα σπάει, είναι φοβερό, είναι douze points και βάλε, έχει πολύ μεγάλη πέραση.

Τώρα, γιατί τα σίδερα μπορούν και προδίνουν αυτή την ιδιότητα σε μία κατάσταση ή ένα αντικείμενο, δεν είναι απόλυτα σαφές. Η πιο πιθανή εξήγηση είναι ότι έχει να κάνει με την σκληροπυρηνικότητα της γαμιστερότητας των ανωτέρω, η οποία τρώει (ή μάλλον γαμάει) τα σίδερα για πρωινό.

- Άκουσες το καινούργιο CD των The Last Bribe; Μιλάμε, γαμάει σίδερα, thunder σαν να μπαίνει η άνοιξη, εντελώς όμως...

- Α;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η αγαπούλα, το ζετεμάκι, που μας παιδεύει και μας στεναχωρεί πολλές φορές, αλλά εμείς του έχουμε αδυναμία και το αγαπάμε.

Απ' την τόση παραζάλη, πονεί το κεφαλάκι μου! Πάρε με στην αγκαλιά σου, πάρε με, βασανάκι μου! Πάρε με στην αγκαλιά σου, πάρε με, πάρε με, βασανάκι μου!

Το γιατρό και το σπετσιέρη, δε ζητώ μανάκι μου! Πάρε με στην αγκαλιά σου, πάρε με, βασανάκι μου! Πάρε με στην αγκαλιά σου, πάρε με, πάρε με, βασανάκι μου!

Συ που μ' έχεις αρρωστήσει, διώξε το φαρμάκι μου! Πάρε με στην αγκαλιά σου, πάρε με, βασανάκι μου! Πάρε με στην αγκαλιά σου, πάρε με, πάρε με, βασανάκι μου!

Παλιό ρεμπέτικο. Στίχοι: Χαράλαμπος Βασιλειάδης Μουσική: Απόστολος Χατζηχρήστος
Πηγή: Rebetiko_wiki

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλλιώς, είμαι σε απελπιστική κατάσταση και δεν αντέχω άλλο, βαράω μπιέλα, τα παίζω. Η λέξη «τιλτ», προέρχεται από τα παλιά φλιπεράκια, τα οποία, εάν κουνούσες για πάνω από 2-3 δευτερόλεπτα, μπλόκαραν σκόπιμα και έχανες τη μπάλα, ενώ σε εμφανές σημείο αναβόσβηνε η ένδειξη «tilt» («κλίση»).

- Ρε φίλε δεν αντέχω άλλο με αυτή τη δουλειά, κάθε μέρα με πάει γαμιώντας. Όπου να 'ναι θα βαρέσω τιλτ μου φαίνεται...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επαινετική έκφραση προς κάποιον που κατάφερε κάτι δύσκολο ή αξιοθαύμαστο, άξιο πολλαπλών σπεκίων.

- Τι έγινε χτες με το Μαράκι; Σας χάσαμε...
- Να μωρέ, είπαμε να πάμε κάπου πιο ήσυχα...
- ...και;
- Αράξαμε σπίτι μου...
- Αυτός είσαι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασικότατη έκφραση - ρητορική ερώτηση επιδοκιμασίας, ενθουσιώδους συμφωνίας και ταύτισης αναφορικά με ένα σχόλιο ή πρόταση του συνομιλητή μας, πάνω στη συζήτηση. Συνήθως παίζει και η προσθήκη της λέξης «τώρα» στο τέλος στης φράσης («αυτό πού το πας τώρα»), γεγονός που την ενισχύει ελαφρά ως προς την ένταση της επιδοκιμασίας καθεαυτήν.

Εναλλακτικά, λέγεται και από εμάς τους ίδιους στην αρχή ή στο τέλος των λεγομένων μας, με σκοπό την δημιουργία προβληματισμού στον συνομιλητή μας, για να τον πείσουμε ή για να αποτρέψουμε τυχόν αντιρρήσεις και διαφωνίες.

- Η μάνα μου γκρινιάζει γιατί μπαίνω, λέει, συνέχεια στο σλανγκ.γκρ και δεν κάνω τα μαθήματα μου...
- Ε, πες της ότι το 19 στην Έκθεση το χρωστάς στο σλανγκ.γκρ και θα κάνει μόκο...
- Εμ, αυτό πού το πας;
- Καλό αυτό, να πάρω τη σλανγκασίστ;
- Άσε, το έχει βάλει ο Jonas...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στρατιωτική απειλητική έκφραση ανώτερου (συνήθως σπασαρχίδη υπαξιωματικού, ο οποίος είναι ενδεχομένως τσάτσος του διοικητή λόχου ή και μονάδας σε ακραίες περιπτώσεις) προς στρατιώτη που υπέπεσε σε παράπτωμα, το οποίο και αντελήφθη. Υπονοεί το δώσιμο του εν λόγω στρατιώτη και την έξοδό του στον τάκο της επόμενης ημέρας όπου θα βγει αναφερόμενος και θα αναγκαστεί να χαιρετήσει το διοικητή του, με πιθανότερο αποτέλεσμα τη λήψη καμπάνας.

Επισημαίνεται η χρήση του ενεστώτα παρά του μέλλοντα στην έκφραση, γεγονός το οποίο δίνει μια αίσθηση τετελεσμένου στην απειλή. Το φαινόμενο αυτό συναντάται και σε άλλες (μη σλανγκ) εκφράσεις στον Ε.Σ. (λ.χ. «φεύγεις για μαγειρία-σκουπίδια-οπλοασκήσεις» κλπ)

- Ψωλάρεις νέος; Είπαμε γόπινγκ όλο το προαύλιο μέχρι τις δώδεκα! Και μη δω γόπα κάτω, γιατί αύριο χαιρετάς!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λέξη «ατελείωτο» έχει την έννοια του «αφάνταστα υπέροχο», που δεν χορταίνεις να το βλέπεις και να το θαυμάζεις.

Το λέμε κυρίως στην έκφραση «ατελείωτο μωρό», δηλ. η φοβερή γκόμενα, το αμαρτωλό τρελό μωρό, το «πολύ παιδί»!

Αντωνυμία: τελειωμένος (ειρωνικά).

- Αυτή η Ρίτσα... τι ατελείωτο μωρό...
- ...και να σκεφτείς ότι γεννήθηκε Μπάμπης...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένας διαφορετικός, ολίγον μάγκικος τρόπος να πούμε σε κάποιον «μη με κοροϊδεύεις, αλλού αυτά».

Συνώνυμο της έκφρασης: «άσ' τα σάπια».

- ...αλήθεια ρε συ, μου έδωσε το τηλέφωνό της!
- Άσ' τα ψόφια είπαμεεε... τι δουλειά έχει η σούπερ λίγκα με το ερασιτεχνικό;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασική αμυντική έκφραση απέναντι σε κάποιον που προσπαθεί να μας πουλήσει παραμύθι, να μας ξεγελάσει ή εκμεταλλευτεί. Του δίνουμε να καταλάβει δηλαδή, ότι αυτά δε περνάνε σε μας.

- Τη βλέπεις εκείνη εκεί τη μελαχρινή; Ήμασταν μαζί χτες στη σχολή σε ένα μάθημα και ανταλλάξαμε τηλέφωνα!

- Ποια λες, το άλογο εκεί στη γωνία; Ασ' τα σάπια ρε!

Got a better definition? Add it!

Published