Σερβιτσάλι = κλύσμα. Χρησιμοποιείται σκωπτικά, πέραν της καθαρά ιατρικής, μιας και πρόκειται για κλύσμα, ήτοι επί τού πρωκτού.
σαράντα σερβιτσάλια
ένα πάνω στο άλλο
όποιο κι αν πάρεις
θα γίνεις καλά!
Σερβιτσάλι = κλύσμα. Χρησιμοποιείται σκωπτικά, πέραν της καθαρά ιατρικής, μιας και πρόκειται για κλύσμα, ήτοι επί τού πρωκτού.
σαράντα σερβιτσάλια
ένα πάνω στο άλλο
όποιο κι αν πάρεις
θα γίνεις καλά!
Got a better definition? Add it!
Ο έξυπνος, ο ατσίδας, αυτός που τα πιάνει στον αέρα.
Είσαι μεγάλη μάρκα!
Got a better definition? Add it!
Ο μπουνταλάς, ο βλάκας, ο μαλάκας.
Για δες έναν χαβιόλο!
Got a better definition? Add it!
Ο ενεργητικός ομοφυλόφιλος, ο κωλομπαράς.
Είναι μπαρός ο κύριος...
Got a better definition? Add it!
Ο ομοφυλόφιλος, ο πούστης.
Τρεις αδελφάδες είμαστε, κι οι τρεις μπαροβγαλμένες.
Got a better definition? Add it!
Got a better definition? Add it!
Got a better definition? Add it!
Got a better definition? Add it!
Ο ταλαιπωρημένος, ο βασανισμένος, αλλά συνάμα στωικός και μάγκας.
«Γεια σου ρε Μάρκο βασάνι!»
Αναφώνηση τού Στράτου Παγιουμτζή στον Μάρκο Βαμβακάρη, ο οποίος τραγουδάει το «όλοι οι ρεμπέτες τού ντουνιά».
Got a better definition? Add it!
Ζάλη, μπέρδεμα, αποβλάκωση, σύγχιση.
Εκ των ΚΟλωνάκι (περιοχή τής Αθήνας) - ΛΟΥμίδη (παλιό καφέ) - ΜΠΡΑζίλιαν (παλιό καφέ). Όποιος τριγυρίζει σε αυτά - τα οποία είναι πολύ κοντινά - ζαλίζεται από το γύρω-γύρω, αλλά κι απ' αυτά τα παράξενα που βλέπει και ακούει στα εν λογω μέρη.
έπαθε κολούμπρα
Got a better definition? Add it!