Πρόκειται για την εξελιγμένη εκδοχή της κοπέλας-κομοδίνο, η οποία πέραν του κατά τας γραφάς πατροπαράδοτου χαρακτηριστικού της ως ιδανικού τόπου εναπόθεσης φιάλης μπύρας κατά τη διάρκεια πεολειχείας σε όρθια στάση ενώ ο σύντροφός της παρακολουθεί ποδόσφαιρο, μπορεί προ της ενάρξεως της πεολειχείας ή κατά τη διάρκεια αυτής να αποσφραγίσει την φιάλη μπύρας απομακρύνοντας το καπάκι αυτής με τα προτεταμένα και χαρακτηριστικά μεγάλα μπροστινά πάνω δόντια της, καθιστώντας την ενασχόληση του ερωτικού της συντρόφου και με αυτήν την κρίσιμη λεπτομέρεια παντελώς περιττή.

- Ρε Μάκη γιατί δεν ήλθες χτες να δούμε τον ΠΑΟΚ στον καφενέ; Δεν τό 'δες το ματς;
- Πώς δεν τό 'δα ρε... Με το Ριτσάκι...
- Καλά ακόμα με αυτό το κομοδινοκούνελο τραβιέσαι;
- Έεε ανάγκης ένεκα... Βολεύει άμα έχει μπάλα στην τηλεόραση αφού...

Χάρη στον ορισμό του Άθενζ κατάλαβα για πρώτη φορά γιατί ο Ρακιντζής απειλούσε την γκόμενά του ότι θα την παρατούσε αν έφτιαχνε τα κουνελίσια δόντια της. (από Khan, 21/04/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρακτικό αστείο κατά το οποίο ο αστειάτωρ εναποθέτει την (συνήθως βρώμικη) πατούσα του στο πρόσωπο ανυποψίαστου και συνήθως αφηρημένου θύματος.

- Ποδομουτράκι να κεράσω;
- Άι σιχτίρ ρε μπίχλα... Παρ' την ποδάρα σου από τη μάπα μου...

έλληνας ποδομουτρίζει το μυ της πατούσας με θύμα μυ.   (από xalikoutis, 04/11/08)

Βλ. και ποδομουτροfighting το παραθαλάσσιο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Κλπ.

  2. Μη πειστικές δικαιολογίες, παραμύθια της Χαλιμάς.

  3. Ακατάσχετη φλυαρία, μη αποδεκτή.

  1. - Πω ρε πούστη, για να συναρμολογήσω αυτήν τη βιβλιοθήκη [IKEA] θέλει να αγοράσω κατσαβίδια, σφυριά και μα-μου ιστορίες... Για έξοδα είμαστε;

  2. - Και την λέω «Πού ήσαν χτες;» και με λέει «ε να ξεχαστήκαμε με τη Ρίτσα εκεί στον καφενέ» και «είναι μόνη της μωρέ και θέλει παρέα» και «είναι άρρωστη και η θειά της» και μα-μου ιστορίες... «Καλά, για μαλάκα με έχεις» την λέω, «τα χάφτω εγώ κάτι τέτοια;»

  3. - Ήρθε ψε η Νίτσα από το σπίτι και μου τα 'πρηξε με τα γκομενικά της. Και ο Μάκης έτσι, και ο Μάκης αλλιώς και δεν με κάνει, δεν με ράνει, δεν με δείχνει και μα-μου ιστορίες... Ποιος σε ρώτησε, κυρά μου;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρήμα ποικίλου και εποχικού περιεχομένου.

Μέχρι προ 6 μήνών σήμαινε κουρεύω την κόμη μου τύπου ημί αφανέ, ημί μακριά κατά τα πρότυπα της ευήθους καλλιφώνου τραγουδίστριας εκ Γεωργίας, Τάμτας.

Πλεόν χαρακτηρίζει την έχουσα κόμη τύπου κοτσίδας τελευταίας Ρωσίδας στριπτιτζούς, συνοδευόμενη από ατάλαντο γκόμενο με κακή άρθρωση του σίγμα κατά τα πρότυπα της ευθήους καλλιφώνου τραγουδίστριας εκ Γεωργίας, Τάμτας.

- Άχου το βρε το Ριτσάκι πως μεγάλωσε, δεν φαντάζεσαι.. Ψήλωσε... Ομόρφυνε... Τάμτεψε...
- Ά το χρυσό μου... Έκανε το μαλλί του σγουρό κοντό;
- Όχι, κυκλοφορεί σα Ρωσίδα και τά 'μπλεξε με τον πέμπτο ξάδερφο του Νίκου Μίχα.

(από acg, 22/04/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αποκριάτικη χοροεσπερίδα δια μαθητάς δημοτικών σχολείων Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. Αποτελεί την κορυφαία στιγμή όχι μόνο του Απόκρεω, αλλά και της χρονιάς για μαθητές εως 12 χρονών, τους αποκαλούμενους και ως «καρναβαλάκια» και τυπική αγγαρεία για τους γονείς αυτών. Η προέλευση της λέξης παράμενει άγνωστη.

- Ρε Μάκη θα πάμε να δούμε τον ΠΑΟΚ το απόγευμα;
- Άσε ρε Φώντα ναούμ, έχω να πάω το παιδί στο μπαλνταφάν. Ελπίζω να χει καμία καλή μάνα τουλάχιστον.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση συχνά απαντώμενη σε εναλλακτικά χαμαιτυπεία της πόλεως των Αθηνών εκφράζουσα την απογοήτευση θαμώνων στην θέα νεαρών θηλυκών εξ' αιτίας της αιφνίδιας επί το χειρίστον εξωτερικής μεταλλάξεως αυτών λόγω συγχρωτισμού αυτών με υπερ-εναλλακτικούς θαμώνες των ιδίων μπαρ που είθισται να είναι φιλόδοξοι καλλιτέχναι και διασκεδασταί.

(βλ παράδειγμα)

- Ρε συ Μάκη, αυτή δεν είναι η Νίτσα από τη γειτονιά; Καλά, πώς έχει γίνει έτσι; Τι χαϊμαλιά και τζιβομπίχλες είναι αυτά; Και βλέπω καλά; Το παντελόνι της είναι από τσουβάλι; Κρίμα ρε... το θυμάσαι το Νιτσάκι μικρό πώς ήταν;... Με τις μπουκλίτσες του, με τα ματούδια του, με τα μινάκια του... Και τί ειναι αυτός ο μπαμπουϊνος που σέρνει;
- Άσε Μηνά... Έχεις χάσει επεισόδια... Ο μπαμπουϊνος είναι ο εικαστικός Πυγμαλίων Τσαλταμπασίδης και από τότε που τά 'μπλεξε μαζί του το Νιτσάκι έχει αναμφίβολα ασχημindie... Άλλαξε και το όνομά της σε Ουρανία... Φτιάχνει μόνη της τα ρούχα της και πάει διακοπές στην Ίφκινθο... Αχ τι να πεις... Κρίμας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ακούων ροκάκια έχει μικρή σχέση με τη μουσική. Κατα βάση νομίζει ότι έχει μεγαλύτερη σχέση από τους άλλους διότι έχει 3 δίσκους U2 και έχει ακούσει 4 φορές το Χατζηγιάννη. Στην έννοια «ροκάκια» εμπίπτει ένα μεγαλό μουσικό φάσμα σχετιζόμενο με την ποπ και ροκ μουσική των τελευταιων δεκαετιών και περιλαμβάνει καλλιτέχνες από την Πωλίνα και τον Κώστα Χαριτοδιπλωμένο έως τους Dire Straits, τους Whitesnake και τους James.

Πιστεύει ακράδαντα πως το συγκρότημα εκ Θεσσαλονικής Ονειράμα «ροκάρει άγρια» και εν γένει «τα σπάει».

Ροκάκια δεν είναι : όσα ο ακούων ροκάκια δεν ξέρει διότι είναι κουλτουριάρικο και άρα δεν φταίει αυτός αλλά και τα μπίτια ή μπιτάκια, τα οποία ωστόσο μπορεί και αυτά να τα εκτιμά.

Αγαπημενό μαγαζί εν Αθήναις : Εν Δελφοίς
Αγαπημενο μαγαζί εν Θεσσαλονίκη : Μπελ αίρ.

Ο ακούων ροκάκια ακολουθεί το τρίπτυχο «sex and drugs and rock 'n' roll» σε όλη του τη ζωή.

  • Σύνηθες επάγγελμα : Ασφαλιστής, πολιτικός μηχανικός, δικηγόρος
  • Αγαπημένη φίρμα: Burberry
  • Αγαπημένοι πολιτικοί : Αλέξης Τσίπρας, Σπύρος Βούγιας, Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης
  • Αγαπημένο ποτό : Gin & tonic, kir royal, σπάνιες μπύρες.

- Και να σου πω μανίτσα... Τι μουσική ακούς;
- Αααα απ' όλα... Και μπίτια και ροκάκια και άμα είμαι και χαλαρωτή ακούω και καμμία μπαλλλάντα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είμαι κίναιδος, ελληνιστί gay.

- Ρε συ Μάκη; Τ' ειν' τούτος ρε; Πώς κυκλοφορεί έτσι...
- Αφού τον βλέπεις ρε... Τη σιδερώνει τη γραβάτα...

Βλ. και πνίγω το λαγουδάκι, το και την τρίζει την όπισθεν για περισσότερες αντίστοιχες εκφράσεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από την τοποθεσία Manhattan της Νέας Υόρκης. Υποδηλώνει άνθρωπο πιο πλούσιο και πιο γλεντζέ ακόμα και από τον μπρούκλη.

- Είδες ο Γιώργος; Δύο-δύο τις σαμπάνιες και βροχή το λέλουδο στην Έφη Σαρρή... Μανχάτας σου λέω... Άλλη κλάση...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο έχων εξαιρετικά μικρό πέος.

— Πώς πήγε χτες το βράδυ με τον Μάκη;
— Άσ΄τα Νίτσα μου, τζάμπα η αναμονή... Όλα καλά στην αρχή, με πήγε στο καλό εστιατόριο, με τα ακριβά κρασιά, μετά για ποτό στο Galaxy... Αλλά... όταν πήγαμε στο σπίτι του και αρχίζουμε τα διάφορα, βγάζει κάποια στιγμή το παντελόνι και τι να δω; Μια σταλιά... Λιλιπούτσειος, σου λέω Νίτσα μου... Λιλιπούτσειος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified