Συμπληρώνοντας ουσιαστικά τον ορισμό του μαμάκιας:

1. Η έκφραση κάνει κάτι κλύσμα (αποφεύγω το α’ πρόσωπο γιατί σπάνια χρησιμοποιείται σε αυτό οπότε κι αλλάζει νόημα) σημαίνει:

α) ό,τι και τα: «χώνει κάτι στον κώλο / πάτο του», «βάζει κάτι στην τρύπα / κωλοτρυπίδα του», οπότε και:

  • μπορεί να τα αντικαθιστά σαν κυριλέ(!;) κορεκτίλα.
  • εκτοξεύεται επιθετικά προς κάποιον ακυρώνοντας ο,τιδήποτε προσπαθεί να μας επιβάλει καταναγκαστικά, είτε γιατί το θεωρούμε μούφα, είτε γιατί γενικότερα μυριζόμαστε καραπουστιά, οπότε προκειμένου να μας γαμήσει (μ’ αυτό), τον στέλνουμε να γαμηθεί (μ’ αυτό).
  • χωρίς τον επιθετικό τόνο, παίρνει χαιρέκακη χροιά, οπότε υπονοείται πως κάποιος έκανε μια λάθος κίνηση/επένδυση που δεν του ‘κατσε, αλλά στ’ αρχίδια μας κι ας πρόσεχε.

    β) ό,τι και το κάνει κάτι γαργάρα.

Λέγεται όταν κάποιος επιδεικνύει εξαιρετικά ευλύγιστες ηθικές αρχές (χέζοντάς τες με χαρακτηριστική ευ-κωλία), αρπάζοντας μια αμφιλεγόμενης νομιμότητας ευκαιρία απ’ τα μαλλιά.

2. Σε εκφράσεις τύπου:

  • ο Α κάνει στον Β κάτι κλύσμα σημαίνει πως ο Α καταγαμάει / συφιλιάζει / πρήζει τ’ αρχίδια του Β με κάτι, σε βαθμό υπερβολικό κι αφόρητο.
  • Τρώω κάποιον / κάτι κλύσμα που είναι σχεδόν ισοδύναμο του τρώω κάποιον / κάτι στη μάπα.

    Λέγονται τόσο για τραγούδια, διαφημίσεις και λοιπά καταναλωτικά αγαθά, όσο και για πρόσωπα που υπερπροβάλλονται απ’ τα ΜΜΕ σε σημείο πλύσης εγκεφάλου. Άλλωστε είναι εύκολος ο συνειρμός μεταξύ των ζευγών «πλύση εγκεφάλου – βιασμός διάνοιας» και «πλύση του ορθού - παρά φύση βιασμός».

Εννοείται, πως η ποιότητα των εν λόγω προϊόντων που ενίοτε αποκαλούνται κι αυτοτελώς κλύσματα είναι του κώλου / για τον μπούτσο.

Συχνά παίζουν και τα βάζω/φορώ/τρώω στη θέση του κάνω.

Παρεμπιπτόντως, ο στίχος των Going Through «...Μην ψάχνεις για βύσμα δε γλιτώνεις το κλύσμα...» απ’ το άσμα τους «301 και σήμερα», έχει αγγίξει αρκετές φανταρίστικες χορδές.

3. Στα φωτογραφικά σινάφια αποτελεί μεταφορά στα Ελληνικά της μεθόδου Rocket Blower για καθαρισμό της σκόνης από τον αισθητήρα (νταξ από το φίλτρο που βρίσκεται μπροστά του) σε φωτογραφικές μηχανές DSLR. Είναι φτηνή, ασφαλής, κι συνήθως αποτελεσματική λύση, που πήρε το όνομά της λόγω της ομοιότητας του εκτοξευτή αέρα που χρησιμοποιείται με το γνωστό εξάρτημα που, εκτοξεύοντας νερό ή ό,τι άλλο, βοηθά στην πραγματοποίηση του κλασικού κλύσματος (βλ μήδι).

Παρεμπιπτόντως, το εν λόγω εξάρτημα λέγεται (σύμφωνα με το Κερκυραϊκό λεξικό) στα Κερκυραίικα «σερβιτσ(ι)άλι» απ’ το ιταλικό serviciale.

  1. Πίσω απ' την κουρτίνα ένα βρίσκεται ο Τέρρυ, ο παράξενος θεός του που μπορεί να είναι καλός και πανάγαθος, αλλά θυσιάζει και δυο χιλιάδες μπόμπιρες στην καθισιά του, και οι πιο παράξενες απόψεις του που μπορεί να λένε σε θεωρητικό επίπεδο για αγάπη και αδερφοσύνη, αλλά αν δεν πιστεύεις στον θεό του, θα σε πάρει ο οξαποδώ και θα σου κάνει κλύσμα τις άρπες των χερουβείμ.

  2. - Και πόσο το μαλλί; - Αδερφέ για σένα μόνο 550 ευρώπουλα. - Πάρτο και κάντο κλύσμα το μαρτζαφλέρι σου που θα μου πεις 550. Μοιάζω για χθεσινός ρε;

  3. ...και την τεχνολογία της activa 2 τι θα την κάνουν που την έχουν έτοιμη στο συρτάρι;
    - Να την κάνουν κλύσμα.

  4. Έχω ορκιστεί στον εαυτό μου ότι δεν θα ψηφίσω ποτέ (X- κόμμα), βασικώς το απαγορεύει η αισθητική μου. Αλλά η αισθητική μου δεν μου απαγορεύει να την κάνω κλύσμα όταν το (X- κόμμα) μου προσφέρει ταξιδάκι.

  5. Η ίδια ερώτηση συνεχώς: ‘πηγες στο Μall;’ ‘όχι’ ‘να πας! Είναι σούπερ, είναι καταπληκτικό, είναι μεγάλο…’. Σ’ αυτό το τελευταίο, το μέγεθος, επιμένουν όλοι. ‘πάμε στο Μall;’ ‘γιατί;’ ‘έτσι, να χαζέψουμε’ ‘όχι ρε, εγώ δεν πάω, ούτε πρόκειται…’ ‘γιατί;’ ‘γιατί μας το έχουν κάνει κλύσμα και σε κάτι τέτοια είμαι αντιδραστικιά, με πιάνει το πείσμα μου’.

  6. Προσωπικώς, δεν έχω κανένα πρόβλημα με το Χ... Όσο καιρό τον έκραζα δεν ήταν για το καλλιτεχνικό του έργο αλλά για την υπερπροβολή του και την υπερκατανάλωσή του. Ευτυχώς έχει παρέλθει η εφιαλτική εκείνη εποχή όπου μας τον είχαν κάνει κλύσμα: Χ. στην Τιβί, Χ. στο ραδιόφωνο, Χ. στο περίπτερο, Χ. στον ΟΤΕ, Χ. να δίνει τραγούδια σε όλους.

  7. Το πρώτο και μεγαλύτερο hit single των Roxette. Μαλάκα, θυμάσαι μέχρι το 2005 τι κλύσμα τους τρώγαμε; Απίστευτο.

  8. Δεν εκφράζω καμιά πίκρα αλλά είναι άθλιο για το μέλλον του τραγουδιού να συμμετέχουν οι παραγωγοί του ραδιοφώνου σε συντονισμένα κλύσματα όπως αυτό το τελευταίο κλύσμα με το «Πάρε με αγκαλιά και πάμε» του Χ. με την Α.. Όταν στον ίδιο δίσκο υπάρχει το «Σαν Αεράκι» που είναι αριστούργημα αλλά δυστυχώς δεν είναι στις προτεραιότητές τους.

(Πλην του 2., όλα απ' το δίχτυ)

Σύγχρονο σερβιτσάλι για να κάνεις κλύσμα σε μηχανή DSLR (από sstteffannoss, 13/02/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από τον γνωστό ήχο «κρακ» (άρα ηχομιμητικό), αλλά μας προέκυψε από το γαλλικό craqueler: διασπώ –ώμαι / ραγίζω / πυρορραγίζω / διακοσμώ κεραμικό (κυρίως πορσελάνη) με ψηφίδες ή βερνίκι με ραγισμένη όψη.

Παίζουν και τα κρακελέ (κάργα), κρακλέ, κρακελάζ, κρακελάρισμα, κρακελαριστός.

Αποτελεί τεχνικό όρο - αθησαύριστο (ακόμη) απ’ τον Τριαντάφυλλο - των σιναφιών που ασχολούνται με βερνίκια, βαφές και γενικά επιστρώσεις υλικών πάνω σε άλλα είτε για να τα προστατέψουν είτε για να τα διακοσμήσουν.

Κυριολεκτικά, αναφέρεται στο φαινόμενο της εμφάνισης τριχοειδών ρωγμών / σπασιμάτων / ραγάδων / χαραγμάτων (ενίοτε πυκνών) στην επιφάνεια του βερνικιού ή της βαφής είτε λόγω επιλογής λανθασμένων, ελαττωματικών υλικών είτε λόγω σκιτζοδουλειάς, είτε λόγω φθοράς που επιφέρει ο πανδαμάτωρ χρόνος τόσο του ίδιου του επιστρώματος όσο και του υλικού που αυτό καλύπτει.

Αν τώρα το γουστάρει η ψυχούλα μας το αντικέ στυλάκι, υπάρχουν τα αντίστοιχα βερνίκια / βαφές, αλλά και τεχνικές, για να το πετύχουμε μέσω κρακελαρίσματος. Διάθεση για τέχνη, διακόσμηση ή και δηθενιά να υπάρχει.

Δεν νομίζω να παραξενεύει κανέναν που η χρήση του επεκτάθηκε και στο φαινόμενο του ραγίσματος γενικότερα κάποιου υλικού, άσχετα αν είναι ή όχι βαμμένο ή βερνικωμένο.

Χρησιμοποιείται και μεταφορικά - σλαγνκικά(;), όταν θέλουμε να δείξουμε πως κάτι / κάποιος έφτασε στα όριά του / είναι τσαλακωμένος / έτοιμος να ραγίσει / καταρρεύσει.

(Aπ’ το ΔΠ κατόπιν προσφοράς vicar)

  1. Όλα τα υαλώματά μας είναι ασφαλή για χρήση, τελείως αμόλυβδα και χωρίς κάδμιο, βάριο. Είναι επίσης πολύ ανθεκτικά καθώς δεν ξεφλουδίζουν ούτε κρακελάρουν ακόμη και μετά από πολυετή χρήση.

  2. ...την άλλη φορά που θα θέλεις το μπολ να μοιάζει με παλιό με χαρακιές και άλλα πάρε βερνίκι κρακελέ διάβασε τις οδηγίες στο μπουκαλάκι και έτοιμο το κρακελάρισμα!!!

3i. Οι ασφαλτοστρωμένοι λειτουργικοί αεροδιάδρομοι του παρελθόντος έχουν γίνει «κρακελέ», έχουν αφήσει ανεμπόδιστα την αέναη κίνηση της φύσης να επιβληθεί, το χορτάριασμα επεκτείνεται παντού και στην τελευταία κρυμμένη γωνιά, το σκουπίδι κυριαρχεί σε κάθε σου βήμα, διαλυμένα κάγκελα, συρματοπλέγματα -ζωντανοί μάρτυρες, καθρέπτης των χιλιάδων χωματερών της χώρας, των σπασμένων πεζοδρομίων, των αυθαιρέτων, των μολυσμένων ποταμών, των οραμάτων και σχεδίων διαδοχικών κυβερνήσεων.

3ii. ...σχετικά με το βάρος του καινούριου ενυδρείου των 180λ ή 220λ και των βάσεων του (δηλ. μαζί με ράφια ντουλαπάκια σετ γνωστής εταιρίας): Θα έχει επίπτωση στο ξύλινο δάπεδο; μήπως κρακελάρει /στραβώσει το ξύλινο δάπεδο;

4i. ...υπερκουφάθηκα. Ακούω παραπάνω απ’ όσο πρέπει και δεν ανέχομαι το θόρυβο. Παλιά, στα κλαμπ, στεκόμουν όρθιος μπροστά στα ηχεία, νταγκλάροντας, και ένιωθα το γούφερ να μου τριμάρει τη μούρη. Δεν το έκανα γιατί μου άρεσε η μουσική, I don’t care about music anyway. Ήθελα απλώς να νιώθω τον αέρα να τρεμουλιάζει κατά κύματα, με ρυθμό, επάνω μου και το γδούπο να κρακελάρει το ρινικό μου διάφραγμα.

4ii. Ένας κόκκος σκόνης μπορούσε να φέρει την καταστροφή! Τα μάτια του πετάγονταν έξω από τις κόγχες τους, οι φλεβίτσες τινάζονταν και πάλλονταν και το κιτρινιασμένο του δέρμα έδειχνε έτοιμο να ραγίσει. Ήθελα να του πω να μην φωνάζει γιατί κινδύνευε να κρακελάρει αλλά σιγά μην ήξερε τη λέξη αυτή. Αυτός δεν ήξερε τίποτα άλλο πέρα από ισοζύγια, λογιστικά ταυ και κέρδη.

(όλα τα’ ανωτέρω απ’ το δίχτυ)

  1. - Και πόσο το μαλλί γιατρέ μου;
    - Έννοια σου βρε Φορεμάνε. Θα τα βρούμε χαλαρά.
    - Για ξηγήσου.
    - Να σου φέρω την κυρά να μου τη σενιάρεις λίγο;
    - Χρειάζεται κάτι;
    - Μπαα κάνα ψιλομερεμέτι να φύγει το κρακελάρισμα απ’ τη μάπα!
    - Χμμ…
    - Άντε να γλιτώσω τη γεύση απ’ αστάρι όταν τη μπαλαμουτιάζω.
    - Εμένα λες; Δε βγάζει κι ο Φάκτορ τίποτε σε μπίο, το φελέκι μου! Το λοιπόν! Μέσα και πατσίσαμε!
    - Τόκα αδερφέ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με πιθανή ετρουσκική ρίζα, μας προέκυψε από το γαλλικό histrion.

Ηθοποιός, αλλά και παντόμιμος στην αρχαία Ρώμη και συχνότατα απελεύθερος, έκανε κολεγιά με άλλους σχηματίζοντας κάτι σαν μπουλούκι. Ελάχιστοι έχαιραν εκτίμησης.

Κατά τον πρώιμο μεσαίωνα είχε εξελιχθεί σε περιπλανώμενο καλλιτέχνη ευρείας ...γκάμας, που διηγούνταν ιστορίες, έπαιζε μουσική, τραγουδούσε, χόρευε, μέχρι και ζώα εκγύμναζε, ώστε να μην παραπονιέται ο λαουτζίκος για φτωχό θέαμα. Σχημάτιζαν συντεχνίες που κυνηγήθηκαν από εκκλησιαστικές κι άλλες Αρχές, πράγμα που κάτι υπονοεί για το ποιόν των παραστάσεών τους.

Απ’ το υπερβολικό του παιξίματός τους προήρθε το ιστριονικός: θεατρινίστικος, μελοδραματικός, υπερβολικός σε χειρονομίες, ένταση συναισθημάτων κι έκφραση.

Υπάρχει και η αντίστοιχη διαταραχή της προσωπικότητας (Histrionic personality disorder), που αποτελεί και όρο της Ψυχολογίας για να περιγράψει άτομα που με τέτοια συμπεριφορά επιζητούν να είναι το επίκεντρο της προσοχής, συχνά χειραγωγώντας τους γύρω τους.

Τον ξεχασμένο όρο ξέθαψε ο Μάριος Πλωρίτης με ένα άρθρο του στο Βήμα της Κυριακής, με τίτλο «Ο ιδιοφυής ιστρίων», με το οποίο κατευόδωνε το Δημήτρη Χορν.

Ο ευφυής Πλωρίτης διαισθανόμενος, ίσως, τον θλιβερό σοδομισμό του «θεατράνθρωπος» (βιρτουόζικα περιγραφόμενο από τον HODJAS), δεν τεμπέλιασε διανοητικά καταφεύγοντας στα εύκολα: χάραξε όριο που, ως τώρα, δεν τόλμησαν ούτε να προσπεράσουν, ούτε να κλισάρουν οι δημοσιογραφίσκοι επιπέδου «άμα σε θέλει το γυαλί, τύφλα να 'χει η σχολή», βάζοντας τον φίλο του από τη μια και τα λιμά απ’ την άλλη.

Το άρθρο είχε κάνει αίσθηση, με πλείστους όσους πράσινους απ’ τη ζήλια να τρώνε σκόνη σε ανήλιαγες καβάντζες, προσπαθώντας να βρουν τι θέλει να πει ο ποιητής, ψάχνοντας σε παλιές εκδόσεις των χρησιμότερων βιβλίων από την ανακάλυψη της γραφής.

(εν είδει σπεκ στον HODJAS)

Από το άρθρο (25/01/1998) του Μάριου Πλωρίτη στο Βήμα της Κυριακής με τίτλο «Ο ιδιοφυής ιστρίων» με το οποίο κατευόδωνε το Δημήτρη Χορν.

…Ποιο είναι, αλήθεια, το γνώρισμα και το χάρισμα του σπουδαίου ηθοποιού, του μεγάλου «ιστρίωνα»; Ο «μαγνητισμός» που εκπέμπει, η «γοητεία» του, η «λαμπερότητά» του -κατά πώς λένε, εύκολα και κοινότοπα; Πολύ περισσότερο -νομίζω- η ικανότητά του να δίνει διαστάσεις και προεκτάσεις σε κάθε ρόλο, πέρα απ' το γραπτό κείμενο, όσο υψηλό κι αν είναι αυτό…

Μοντυπαιθονικό νοσοκομείο για την ιστριονική διαταραχή προσωπικότητας. (από Khan, 21/02/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασική σλαγκιά - λογοπαίγνιο μεταξύ φοιτητών της Φυσικής κι ειδικότερα όσων ασχολούνται με τη Μετεωρολογία, που αναφέρεται στη Δύναμη Coriolis (από το όνομα του Γάλλου μαθηματικού και μηχανικού Gaspard-Gustave Coriolis 1792-1843).

Είναι μια φαινομενική δύναμη που χρησιμοποιεί κάποιος που κινείται, για να περιγράψει την παρέκκλιση απ’ την ευθεία που παρατηρεί στην κίνηση άλλων σωμάτων.

Μια και η Γη περιστρέφεται γύρω απ’ τον άξονά της, οτιδήποτε κινείται πάνω της δέχεται τις... καργιολο-επιδράσεις που γίνονται εμφανείς από κάποιον που παρατηρεί από την επιφάνειά της Γης, αλλά όχι από κάποιον αστροναύτη.

Η τιμή της εξαρτάται από την απόσταση του σώματος που κινείται από τους Πόλους και η φορά της από το ημισφαίριο στο οποίο γίνεται η κίνηση. Έτσι π.χ, στο Βόρειο ημισφαίριο, το νερό που τρέχει από την ανοιχτή βρύση στο σιφόνι, κυλάει με φορά αντίθετη των δεικτών του ρολογιού (στο Νότιο ημισφαίριο ρέει αντίστροφα).


Πριν κατηγορηθώ για τη μόρφωση που έπαθες αγαπητέ αναγνώστη, ομολογώ πως η φλασιά για τον άνοστο (για πολλές –τότενες- ανασφαλείς φελολόγους τουπαραλιγοναμπεί) όρο, προέκυψε απ’ τα εδώ σχόλια.

- (Κοιτά δεξιά) Πού θα πέσει ο πύραυλος το φελέκι μου;
- Στ’ αρχίδια μου. Εγώ για τα θέματα ήρθα.
- (Κοιτά ...έξω αριστερά) Πού θα πέσει ο πύραυλος το ξεσταύρι μου μέσα;
- Στο άσυλο. Πού αλλού;
- (Κοιτά ...πίσω) ψψττ! κοπελιάαα;
- Εμένα;
- Ναι! ναι!! Πού θα πέσει ο πύραυλος;
- Με λένε ...Πάτη.
- Ενδιαφέρον, εμένα Σσ ...Μίλτο, αλλά πού θα πέσει ο πύραυλος;
- Στo σημείο Τζι!!
- Την καργιόλα τη δύναμη την υπολόγισες;
- Χιχιχι! Χαλαρά.

Το κόκκινο παριστάνει τον παρατηρητή το μαύρο μια μπάλα που κινείται (από sstteffannoss, 26/02/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως νεόκοπο σλαγκικώς μπορεί να σταθεί άνετα δίπλα στα περισσότερο ή λιγότερο κλασικά δόντι, bluetooth και χαυλιόδοντας που επίσης περιγράφουν το βύσμα αυτόν δηλαδή που έχει γλείψιμο, κονέ, άκρες, για να πετύχει ένα οποιοδήποτε ρουσφέτι σε μια κοινωνία που ακόμα έχει μεγαλύτερη σημασία το ποιος είσαι, από το τι μπορείς να κάνεις.

Επιπροσθέτως, παρουσιάζει κι άκρως ενδιαφέρουσες ιδιότητες, αφού μια και αποκαλείται και σκυλόδοντο και αποτελεί βασικό γνώρισμα βρικολάκων και μοδάτων βαμπίρ κάθε είδους, η χρήση του μπορεί να δώσει επιπλέον διαστάσεις στο διαχρονικό φαινόμενο.

Η αμφίβολη (;) ανθεκτικότητά του στο χρόνο κι η ευρύτητα της χρήσης του, είναι κάτι που μόνο το μέλλον θα επιδείξει αφού η εμφάνισή του οφείλεται στην απροσδόκητα επιτυχημένη, ομώνυμη πολυβραβευμένη ταινία του Γιώργου Λάνθιμου που προκάλεσε αντικρουόμενες κριτικές κι έφτασε να διεκδικήσει (δυστυχώς χωρίς επιτυχία) το Όσκαρ Ξένης Ταινίας για το 2011.

Η ομοιότητα του επωνύμου του σκηνοθέτη με το όνομα του μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Άνθιμου ήταν ζήτημα χρόνου να αποβεί παραγωγική (έστω και σε επίπεδο λογοπαιγνίου) αλλά ομοίως με τον όρο, μένει στον πανδαμάτορα Χρόνο να αποδείξει αν το «κυνόδοντας του Άνθιμου» θα γνωρίσει επιτυχία παροδική (το πιθανότερο) ή όχι.

Για την ώρα χρησιμοποιείται (το τονίζω: περιορισμένα –δεν θα μπορούσε άλλωστε να είναι αλλιώς-) τουλάχιστον από κάποιους φαντάρους για συστρατιώτες - θρησκευτικά βύσματα (όχι απαραίτητα του συγκεκριμένου ιεράρχη).

Τα περιορισμένα κονέ μου δεν επιτρέπουν την επαλήθευση των (βάσιμων βλ. μήδι) υποψιών μου πως ο όρος παίζει (έστω εν είδει αθώου λογοπαιγνίου αδιάφορου για τον οποιοδήποτε -πλην του εχέμυθου σλάνγκου εξομολογητή) και στα εκκλησιαστικά ή όποια άλλα σινάφια.

  1. Χρειάζεται κυνόδοντας για να μπεις κάπου, σε αυτή τη χώρα.
    - Αυτοί που τα ‘φαγαν, δεν είχαν απλώς γερά δόντια, αλλά κυνόδοντα.

(Απ’ το δίχτυ)

  1. –Θα ‘ρθει τελικά για το τριήμερο;
    - Μπααα. Γαμήθηκε το σύμπαν. Τους βυσμάτωσε όλους ένας κυνόδοντας του Άνθιμου. (sic - σπαρταριστό)

Με έκπληξη (το ομολογώ) το βρήκα στο νέτι (από sstteffannoss, 28/02/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

1. Τα κάτσε στην F-Laplace, και χλάαατς στην F-Laplace (προφέρεται: εφ λαπλάς) με ταυτόχρονη την επίδειξη του κωλοδάχτυλου υπονοούν πως κάποιος, πάνω στην (ή παρά την) προσπάθεια να κάνει κάτι, τα γάμησε τη μάνα, τα ‘χεσε μ’ αποτέλεσμα να[/I] την πιεί, να του ‘ρθει το τσιβί στον κώλο να καρφωθεί σαν πούστης, να πάθει μεγάλη νίλα, να υποστεί μέγιστη ταπείνωση, να [I]του τη φέρουν από πίσω και όλα τα αντίστοιχα.

Απευθύνεται προς τον παθόντα με χαιρεκακία, στυλάκι: εγώ σου τα ‘λεγα, δεν ήξερες, δεν ρώταγες;, τα ‘θελε ο πάτος σου και τα σχετικά.[/list]

Κλασική λυκειακή σλαγκιά εμπνευσμένη από τον «κανόνα των τριών δακτύλων του δεξιού χεριού» που εφαρμόζουμε όταν θέλουμε να βρούμε τη φορά της δύναμης Laplace η οποία εμφανίζεται όταν ένας αγωγός που διαρρέεται από ηλεκτρικό ρεύμα βρίσκεται μέσα σε μαγνητικό πεδίο.

Κρατήστε τον αντίχειρα, το δείκτη και τον μέσο (κοινώς κωλοδάχτυλο) του δεξιού σας χεριού όπως κάνουν τα παιδιά όταν θέλουν να παραστήσουν πως κρατάνε ένα όπλο (κάθετα το κάθε δάχτυλο στα άλλα δυο: βλ. μήδι).

Αν ο αντίχειρας δείχνει τη (συμβατική) φορά που έχει το ρεύμα που διαρρέει τον αγωγό και ο δείκτης δείχνει τη φορά των δυναμικών γραμμών του μαγνητικού πεδίου τότε τη φορά της δύναμης Laplace (F) τη δείχνει το... κωλοδάχτυλο οπότε και εξού!!

Από τους μνημονικούς κανόνες που έφεραν σε αμηχανία πολλούς καθηγητές Φυσικής στην προσπάθεια τους να εξηγήσουν τις αρχές του ηλεκτρομαγνητισμού σε ορμονικά διαταραγμένους εφήβους κι έδωσε σε άλλους πιο προχώ την ευκαιρία να τις εντυπώσουν, έστω επιφανειακά, σε ανεπίδεκτους ως προς τέτοιου είδους... φυσικά φαινόμενα μαθητές τους.

2. Όμως ο μεγαλοφυής Pierre-Simon, marquis de Laplace (1749 – 1827) είναι ο εμπνευστής και των περίφημων, στα σινάφια μαθηματικών και φυσικών, «μετασχηματισμών Laplace» που οι γνώστες τους διατείνονται πως διευκολύνουν τα μάλα στην επίλυση γραμμικών διαφορικών εξισώσεων. Οι υπόλοιποι νοιώθουν την ομώνυμη δύναμη να τους χτυπά την πίσω πόρτα.

Εξού λοιπόν τα: τράβα / κάτσε / εφάρμοσε / φερμάρησε (της) έναν Laplace (να ξεμπερδεύεις / ξενοιάσεις) και τα παρόμοια που κυριολεκτικά υπονοούν την πουτάνα... εξίσωση και μεταφορικά... τα πάντα όλα αφού οι συνδυασμοί είναι ατελείωτοι:

  1. –Πω ρε πούστη μου τσαλάκα!! -Γάμησέ τα. Ό,τι μαλακία και να του πω θα με γαμήσει ανάποδα. -Ξύδια και φιγούρες γούσταρε ο γκαζοφονιάς. Κάτσε τώρα στην F-Laplace και μόκο!!

  2. –Μμμ, ναι…καλά – καλά. Θα σε πάρω ‘γω.
    -Χαχαχα.
    -Τι γελάς ρε μαλάκα;
    -Πάρτην ντε!! μόνο λόγια!! Χαχα!!
    -Δε γαμιέσαι ν’ ασπρίσεις; λέω ‘γω!
    -Εκείνη η γαρίδα η ..Πάτη πάλι;
    -Θέλει να διαβάσουμε ΜΜΦ-2 μαζί. Έχει απορίες λέει.
    -Βρε φερμάρησ’ την έναν Laplace να την ξεμπερδέψεις την κοπέλα!-Λες ε;

  3. Συγκαλυμμένη χρήση και εδώ

Ο μνημονικός κανόνας των 3 δακτύλων του δεξιού χεριού (από sstteffannoss, 06/03/11)Ο μνημονικός κανόνας των 3 δακτύλων του δεξιού χεριού (από sstteffannoss, 06/03/11)Εκπαιδευτικό βινεομήδι - πείραμα για αγγλομαθείς. Προσφορά στη δια βίου μάθηση. (από sstteffannoss, 06/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στανταρισμένη καθημερινή έκφραση μπάτσων κάθε συνομοταξίας εν ώρα εκτέλεσης μάχιμου καθήκοντος.

Αν αναφέρεται σε άτομο, σημαίνει πως είτε αυτό δεν είναι σταμπαρισμένο σαν ύποπτο για κάτι, απλώς βρίσκεται στο πεδίο δράσης του οργάνου, είτε πως δεν αποτελεί τον κύριο στόχο.

Αν αναφέρεται σε αντικείμενο, τόπο, κατάσταση, σημαίνει πως δεν έχει θεωρηθεί, καταγγελθεί ή καταχωρηθεί σαν κλεμμένο, επικίνδυνο, ύποπτο, άξιο επιτήρησης, επιθεώρησης, παρακολούθησης.

1. - ...Η Αναΐς τσιμπουκώνει στέρεο Μπόλεκ και Λόλεκ πίσω από κάδους Μεγαλέκου-Κολοκυνθούς. Όβερ.
- Δεν απασχολεί.
- Πάκης τσουρνεύει Αλβανό τουρίστα Τζέισον-Κεραμικού. Όβερ.
- Μην καρφώνεσαι!! Δεν απασχολεί!! Εσύ, την αποστολή (το φελέκι μου για νέοπα γαμώ!)
- Διπλοπαρκαρισμένο βανάκι αδειάζει παστωμένα ξανθά πιπίνια Κολωνού-Αγησιλάου. Όβερ.
- Δεν απασχολεί. Εσύ, την αποστολή!
- Μοντέλα δίνει χαλαρά κοκό σε μπέμπα και τσιμπάει μωβ μασούρι Αη Κώτσου και Μενάνδρου. Όβερ.
- Χέσ’ το βαποράκι! Δεν απασχολεί! Εσύ, την αποστολή!
- Ζαλωμένος Νιγηριανός σιντάκιας πουλά Κυνόδοντες και Χούλιες-2 Ζήνωνα – Κεραμικού. Όβερ.
- Μπίνγκο αγορίνα μου!! Μπαγλάρωσέ τον τον μπινέ που θα μου κάνει την Ομόνοια Ταχρίρ μη χέσω!! Στέλνω ενισχύσεις!!


- Ενημερώνω: Όλα υπό έλεγχο! Όβερ!
- Εύγε όργανον! Και κοίτα: κράτα τον Κυνόδοντα και φέρε ‘δω τις Χούλιες, είναι αποδεικτικά στοιχεία.

2. ...Φίλε, μπορεί να πήγε και να το έλεγξε κάποιο όχημα της ασφάλειας, όποτε δεν το κατάλαβες, και να εξακρίβωσε μέσω τερματικού ότι το όχημα δεν απασχολεί, οπότε από εδώ και πέρα, αφού είναι εγκαταλειμμένο, αρμόδια είναι η δημοτική αρχή. (αναφέρεται σε καταγγελία πολίτη για πιθανώς κλεμμένο όχημα)

(Από το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται σαν απαξιωτικός χαρακτηρισμός για άτομα (πολιτικούς, αθλητές, καλλιτέχνες, ηγέτες ή διοικητές κάθε είδους ακόμη κι εραστές).

Σημαίνει αυτόν που παρότι έχει, φαινόταν, ή πλασαριζόταν (π.χ. από τα ΜΜΕ) πως έχει πολλές δυνατότητες, ικανότητες, ταλέντο, υπολείπεται οικτρά σε αποτελεσματικότητα κι απόδοση κι αποδεικνύεται κατώτερος των προσδοκιών ή των περιστάσεων, απογοητεύοντας έτσι όσους στηρίζονταν ή περίμεναν πολλά περισσότερα από αυτόν.

Επίσης, αυτόν που δεν έχει ψυχή, ζωτικότητα, κότσια, αρχίδια, που έχει πέσει σε μια φάση παραίτησης, αδράνειας, απάθειας.

Σε κάθε περίπτωση, το αποτέλεσμα είναι πως, παρότι διατηρεί ακόμα όνομα, μούρη (το κέλυφος) στην όποια πιάτσα, θεωρείται πλέον τελειωμένος, κούφιος, τζούφιος, δήθεν, τίποτας, τενεκές ξεγάνωτος.

Ανάλογα με την περίπτωση, υπονοείται ο βλάκας, ο χαντούμης, ο ατάλαντος.

Σχετικό (αν και σαφώς ...βαρύτερο): «Άδειο παντελόνι».

Όταν αναφέρεται σε ένα έργο, μια επένδυση, μια ενέργεια, μια διακήρυξη, ένα θεσμό και τα συναφή, σημαίνει πως είτε αποδείχτηκε φούσκα, μάπα, μούφα, δηθενιά, αέρας κοπανιστός, είτε πως κατάντησε (με ευθύνη κάποιων γνωστών – αγνώστων) άνευ περιεχομένου και ουσίας, αν κι είχε ξεκινήσει με τις καλύτερες προϋποθέσεις και με μεγάλες προσδοκίες.

Αν το δούμε από οικονομική άποψη, απλώς, δεν τα φέρνει.


Ως προς την ετυμολογία, φρονώ πως μας προέκυψε σαν (μάλλον κακή) απόδοση από τη γαλλιά coquille vide: άδειο κέλυφος / τσόφλι / κοχύλι, παρά απ’ την αντίστοιχη αγγλιά empty shell, που σημαίνει το ίδιο.

Κι αυτό γιατί απ’ το coquille vide αφαιρώντας (pun intended) το q, προκύπτει το «couille vide»: άδειο αρχίδι, γαλλικό λογοπαίγνιο που αποδίδεται συστηματικά σε Γάλλους πολιτικούς, (ενίοτε και μακρινής Ελληνικής καταγωγής –τυχαίο; Δε νομίζω).

Η σχέση (Θεμουσχώραμε τέτοιες μέρες) μυδιού (παντός είδους ) – αρχιδιού στο παρόν σάιτ, είναι αρκούντως γνωστή.

Όχι πως δεν παίζουν και τα «άδειο κέλυφος» / «άδειο όστρακο», αλλά μάλλον μόνο σαν ακριβείς μεταφράσεις της αγγλιάς και χωρίς να σλαγκίζουν (κατά την άποψή μου).

(Απ’ το ΔΠ, κατόπιν ανάρτησης απ’ τον elias_petropoulos)

  1. Όταν ένας ποδοσφαιριστής μένει από δυνάμεις, είναι άδειο μύδι. Δεν έχει να δώσει απολύτως τίποτα. Ακόμα και ο ιδρώτας που βγάζει χαμένος πάει.

  2. ...μπορεί κάποιος με τον μηχανισμό που διαθέτει να μπορεί να εκλεγεί σε κάποιον δήμο. Είτε επειδή δεν τον ξέρουν ότι είναι «άδειο μύδι» και τον ψηφίζει ο κόσμος από άγνοια, είτε γιατί μπορεί να έχει τον τρόπο του να σπρώξει κάποια ψηφοδέλτια στις ευπαθείς κοινωνικές ομάδες.

  3. Γεια σου ρε Κ.. με την τρέλα σου. Δε λέω, μπορεί να καις λάδια, μπορεί το μυαλό σου να είναι άδειο μύδι, αλλά μας διασκεδάζεις ρε παιδί μου. Τύφλα νa ‘χει το Δελφινάριο.

  4. «Άδειο μύδι» η επίσκεψη Ερντογάν.
    Περισσότερο επικοινωνιακή παρά ουσιαστική ήταν η επίσκεψη Ερντογάν στην Αθήνα.


(κι εντελώς διεκπεραιωτικά:)

Για τον Γκρατσόφ, «η πίστη είχε πεθάνει πολύ πριν καταρρεύσει το σύστημα. Πέθανε στην Πράγα, όταν το σύστημα έστειλε τανκς εναντίον των κομμουνιστών που προσπαθούσαν να εκδημοκρατίσουν το σύστημα. Πέθανε στην Πολωνία, όταν ο εργατικός κόσμος στράφηκε εναντίον του συστήματος. Πέθανε στο Αφγανιστάν, όπου η Σοβιετική Ένωση έχασε το καθεστώς της μεγάλης δύναμης, και στην ίδια την ΕΣΣΔ, όταν η οικονομική καταστροφή έγινε η καθημερινότητα του κάθε πολίτη. Τι απέμενε; Ένα άδειο όστρακο.

Σκέπτομαι δηλαδή ότι η βιοηθική είναι μια πολύ ωραία λέξη ¬ αλλά όταν δεν υποστηρίζεται στην πράξη δεν έχει καμία σημασία, είναι ένα άδειο κέλυφος. Με πόσα τέτοια άδεια κελύφη δεν είναι εξοπλισμένο σήμερα το όραμα της ευρωπαϊκής μας ουτοπίας;

(όλα απ’ το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ραντάρ (radio detecting and ranging - ραδιοεντοπιστής, επί το ελληνικότερο) είναι βέβαια το ηλεκτρονικό εκείνο σύστημα που με τη χρήση ραδιοκυμάτων βοηθά στον εντοπισμό και την παρακολούθηση κινητών κι ακίνητων αντικειμένων – στόχων, εξυπηρετώντας τα μάλα στρατιωτικούς, μετεωρολόγους, ναυσιπλοείς, ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας και άλλους πολλούς.

Όταν λοιπόν εκτός τέτοιων σιναφιών λέμε πως έχουμε κάτι ή κάποιον στο ραντάρ, εννοούμε πως μας ενδιαφέρει, πως τον παρακολουθούμε από κοντά, πως ελέγχουμε τις κινήσεις του.

Αλλά μοιραία το σύστημα, όπως κάθε σύστημα, έχει κι αυτό τις αδυναμίες του. Έτσι, αν κάτι (π.χ. μικρό αεροπλάνο κάργα στο κοκό) κινείται στα μουλωχτά κοντά στο ύψος της επιφάνειας του εδάφους, (κάτω απ’ το πεδίο δράσης του ραντάρ) δεν μπορεί να γίνει αντιληπτό. (Μια απ’ τις εξελίξεις του «βαποριού απ’ την Περσία» είναι «το Τσέσνα απ’ την Κολομβία»).

Η έκφραση αποτελεί μετάφραση των αγγλικών «fly/slip under somebody’s/ the radar» και σημαίνει πως κάτι συμβαίνει κρυφίως (κι ενίοτε δολίως και υπούλως), χωρίς να γίνεται αντιληπτό και χωρίς να τραβά την προσοχή (συχνότατα του νόμου, των ΜΜΕ άρα του κοινού) αν και θα έπρεπε.

Είναι η τεχνολογική εξέλιξη – ευφημισμός του «κάτι γίνεται κάτω απ’ τη μύτη κάποιου άλλου».

Ειδικότερα, στα πολιτικά σινάφια αναφέρεται στο παρασκηνιακό νταλαβέρι που συμβαίνει μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας (π.χ. μυστική διπλωματία, κατάστρωση μη ανακοινώσιμης ατζέντας και γενικά όλα αυτά που φοβίζουν το Βασίλη) και συμπληρώνει -κατά μια έννοια- τον διεθνή δημοσιογραφικό όρο «off the record» (ελληνιστί: «με κλειστό μαγνητόφωνο» και σλαγκιστί μεταξύ μας, Μεταξά), υπονοώντας πως κάποιοι τα κάνανε πλακάκια / τάτσι, μήτσι, κότσι.

1. Στο ραντάρ της Λίβερπουλ ο Ντιέγκο Περότι
(υπονοείται το ενδιαφέρον της ομάδας να αποκτήσει τον παίκτη)

2, Δεδομένου ότι ο χημικός δουλεύει «υπό πίεση» (παράνομο ντε είναι αυτό που κάνει), πιθανόν να χρησιμοποιήσει και ακάθαρτα υλικά για να μείνει κάτω από το ραντάρ. Δεν έχει την πολυτέλεια να παραγγείλει καθαρότατα χημικά από εταιρίες και να κινήσει τα βλέμματα πάνω του («τι τα θέλει αυτός αυτά όλα;»). (αναφέρεται στην κατασκευή ναρκωτικών)

3.Σήμερα το σκάνδαλο δεν είναι μόνο το βιτριόλι, αλλά το ότι χιλιάδες Έλληνες και αλλοδαποί ακροβατούν στην κόψη του «ηθικού και νόμιμου», κάτω από το ραντάρ της εργατικής νομοθεσίας. (αναφέρεται στο αίσχος που υπέστη η Κωνσταντίνα Κούνεβα)

4.Η κίνηση να παραγραφούν οφειλές προς το δημόσιο ύψους 24 δισεκατομμυρίων είναι η πρώτη και βασική κίνηση για αύξηση των εσόδων του δημοσίου το επόμενο διάστημα. Από αυτό το ποσό μεγάλο μέρος είναι όντως οφειλές από χρεοκοπημένες επιχειρήσεις ή αδύνατο να εισπραχθούν. Δεν υπάρχει όμως πλήρης διαφάνεια στη διαδικασία γιατί μεγάλο μέρος αφορά και μια ανεπίσημη -«κάτω από το ραντάρ»- παραγραφή χρεών διαφόρων μεγάλων επιχειρήσεων.
(υπονοείται πιθανή συνταγματική παραβίαση της παραγράφου 5 του άρθρου 4 του Συντάγματος –«οι Έλληνες πολίτες συνεισφέρουν χωρίς διακρίσεις στα δημόσια βάρη, ανάλογα με τις δυνάμεις τους».)

5.Μα έχω καταθέσει εδώ και πολλούς μήνες δημόσια μια αναλυτική πρόταση με τίτλο «εδώ και τώρα επανατοποθέτηση του ελληνικού ζητήματος στην ευρωζώνη», που, εκτός των άλλων, περιλαμβάνει τη συντεταγμένη «αναδιάρθρωση» του χρέους, δηλαδή τον συνολικό αναπρογραμματισμό του και την de facto αναμόρφωση του μνημονίου με αναπτυξιακά κριτήρια, ενώ αναδεικνύει τις εγγενείς αντιφάσεις και ανισορροπίες της ευρωζώνης. Η υποδοχή της, κάτω από τα ραντάρ, ήταν εντυπωσιακή σε όλο το πολιτικό φάσμα.
(από πρόσφατη συνέντευξη του Μίμη Ανδρουλάκη)

(όλα από το δίχτυ)

Άντε απο κάτω απο τα ραντάρια... (από HODJAS, 18/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προς + κυνέω –ώ: φιλώ, ασπάζομαι, και κυριολεκτικά σημαίνει:

  • υποκλίνομαι, γονατίζω σε ένδειξη υποταγής,
  • ασπάζομαι κάτι (συνήθως θεωρούμενο ιερό ή αξιοσέβαστο) σαν ένδειξη λατρείας, σεβασμού, ευλάβειας,
  • συμπεριφέρομαι μειωτικά για να γίνω αρεστός σε κάποιον.

    1. Επί το σλανγκικότερον: αποδίδω τα καρασπέκια μου.

Αν το συμβάν που προκάλεσε τέτοια αντίδραση έλαβε χώρα μπροστά σε πλήθος, τότε αυτό ένθεο προσκυνά ενίοτε τον υπεύθυνο κινώντας ομαδόν τα χέρια από την ανάταση στην πρόταση με ταυτόχρονη μικρή έως μέτρια υπόκλιση: θέαμα σε παντός είδους γήπεδα που ίσως και να ενέπνευσε τον Τζιμάκο.

(H σλαγκιά δεν περιορίζεται στις λέξεις, λέω ‘γω.)

2. Όταν η βαρεμάρα ή η κούραση ή ο συνδυασμός τους χτυπάει ταβάνι, τότε παρατηρείται το εξής φαινόμενο: ο παθών πασχίζει να κρατήσει τα μάτια ανοιχτά και την προσοχή του τεταμένη αλλά -φευ!- εις μάτην˙ το κεφάλι παλινδρομεί μεταξύ γερσίματος προς τα πίσω (με παράλληλο, ενίοτε, άνοιγμα της γνάθου κι ευκόλως εννοούμενη ηχητική υπόκρουση) –θέση Α- και γερσίματος προς τα εμπρός –θέση Β (της προσκυνήσεως)- μετά μεταμορφώσεως σε ρόμπα λουλουδάτη στα μάτια των πέριξ.

Αν δεν σας έχει τύχει, απλά δεν ξέρετε τι σημαίνει:

  • ξεπάτωμα (νταξ κατά μια έννοια),
  • να χτυπάς γερμανικό,
  • να είσαι φρέσκος γονιός,
  • να συνοδεύεις τελειωμένη από υπερκουλτουρίαση γκόμενα σε σινεμά,
  • κονσέρτο οργάνου μετά από ολοήμερη τουριστική περιήγηση,
  • μεσημεριανό σεμινάριο.

    3. Η παγιωμένη έκφραση Προσκυνώ τη χάρη σου Λαέ μου! προέρχεται από τον τίτλο του ομώνυμου τραγουδιού που ερμηνεύει ο Χαράλαμπος Γαργανουράκης με μουσική Γιάννη Μαρκόπουλου σε στίχους Μιχάλη Σταυρακάκη και φέρνει σε ύμνο-εμβατήριο.

Εμφανώς θρησκευτικής εμπνεύσεως, (χαλαρά χριστιανοσλάνγκ, ακόμη και χωρίς το «Λαέ μου»), χρησιμοποιείται εν είδει μαζικού γλειψίματος για λόγους χειραγώγησης, όταν το πλήθος πρέπει να ντοπαριστεί θεοποιούμενο.

Έτσι μοστράρεται σε κάθε είδους αθλητικό έντυπο που σέβεται το μεγαλείο των εκδηλώσεων του λαού–πελάτη του, όπως και από τους περιγράφοντες μαζικές συγκεντρώσεις-εκδηλώσεις συνηθέστερα συνδικαλιστικές, κομματικές (σαφώς αριστερής απόκλισης) κι όχι μόνο.

Μια ακόμη άποψη του αμαλγάματος Θρησκεία, Πολιτική, Θέαμα, ΜΜΕ.

1. …αν ισχύει τότε προσκυνώ!! ο τύπος είναι παγκόσμιος! Την Καθαρή Δευτέρα με την μεγάλη κακοκαιρία , κάπου στην Εθνική οδό κοντά στην Λαμία είχε χιονοθύελλα. Τα αυτοκίνητα χρειαζόντουσαν αλυσίδες διότι ο δρόμος γλιστρούσε. Ο οδηγός του SEAT (….)δεν είχε αλυσίδες. Και τότε ο γίγαντας , ο ένας , ο μοναδικός ο Θεός , ο.................. τι σκέφτηκε;;;; Έντυσε καλά την γυναίκα του , της έβαλε κασκόλ γύρω από το κεφάλι και την έβαλε να κάτσει πάνω στο καπό ώστε να πατάνε καλά οι ρόδες του αυτοκινήτου του. Η διαδρομή κράτησε περίπου στα 7 χιλ όσο ήταν και το πρόβλημα του δρόμου. (βλ. μήδι)

2. Βλέπε βιντεομήδια.

3. Προσκυνώ τη χάρη σου Λαέ μου! Αυτό ήταν Παλέ! Αυτός ήταν Λαός! Τέτοιες εικόνες μάς προκαλούν γλυκόπικρα συναισθήματα, γιατί αναρωτιόμαστε για ποιο λόγο δεν τις βλέπουμε σε ΚΑΘΕ αγώνα του Αυτοκράτορα μέσα στο θρυλικό Παλέ!

(όλα από το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified