Mπαρμπούνι - θηλ. μπαρμπούνω: μαμαδο-/γιαγιαδοσλάνγκ, χαϊδευτικός χαρακτηρισμός για κοριτσάκι, κυρίως μπεμπάκι, που είναι αφρατούλι και λαχταριστό για μαμαδο-τσιμπιές και μαμαδο-δαγκωνιές, με τσουπωτά μπουτάκια και μπρατσάκια γούτσου-γούτσου.

Ο χαρακτηρισμός χρησιμοποιείται και για στρουμπουλά αλλά τριζάτα ζουμπουρλούδικα παστάκια που σου 'ρχεται να τα δαγκώσεις (παίζει και σε ψαροδιασταύρωση).

Τώρα γιατί το μπαρμπούνι με τα μουστάκια του μπορεί να είναι χαρακτηρισμός για λιγουρευτικά μωρά, άβυσσος η ψυχή της γιαγιάς μου και της σειράς της, το πιθανότερο επειδή το μπαρμπούνι είναι χρυσοκόκκινο κι όμορφο, νόστιμο και λαχταριστό μιαμ μιαμ.

-Θεία τη θυμάσαι την Αρτεμούλα;
-Πω πω καλέ πώς μεγάλωσες εσύ;! (μάτσα μούτσα) Σε θυμάμαι ένα κοκκαλιάρικο μωρό και κοίτα τώρα... τι μπαρμπούνω έγινες! Σεφάω!
-Ίου μωρέ θεία με γέμισες σάλια!
-Α, όμως είσαι αγενέστατη πρέπει να μιλήσω στη μάνα σου.

Εδώ - πρωτότυπα προσκλητήρια για βάφτιση: -[...]ομως εγω εχω 3 (2κοριτσακια κ 1 αγορακι) κ θελω ενα ποιηματακι και για τα τρια.απ'οτι βλεπω εχεις πολυ δουλεια,μηπως εχεις λιγο χχρονο κι για μας; [...] προς το παρον τα φωναζουμε χαιδευτικα μπαρμπουνο(κοριτσακι),φλουφλι(αγορακι) (σ.ς. κυρία μου, τι να σχολιάσω τώρα λέτε το αγόρι φλούφλη...) κ μινιατουρα(κοριτσακι). ευχαριστουμε!!!!!!!!
-[...]Για το τέλος αφήσαμε / το γλυκό μας το μπαρμπούνι / που είναι το τσαχπίνικο / το ροδαλό μας το ζουζούνι!!!

Εδώ - αφιερώσεις εξαιρετικές: Για το μπαρμπουνάκι, γνωστότερη σαν KV (Al Dente), μια σούπερ σπέσιαλ αφιέρωση, ειδικά για τις ακαδημαϊκές της εμπειρίες και το σεβασμό που αυτές απαιτούν: Η Μαίρη του Χάρυ Κλυν (χαμογελάτε, κάνει τους άλλους ν' ανησυχούν).

Ποιος πεινάειιι;;; (από Galadriel, 31/08/10)Απο που κλανει το μπαρμπούνι; (από perkins, 01/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στο ΔΠ υπήρχε το λήμμα από τον χάνκυ με επεξηγηματικό σχόλιο: «ποιο; αυτό! 1-0».

Σύμφωνα με τον ορισμό γαμάω θα πει μεταξύ άλλων καταστρέφω. «Μη μου γαμάς» θα πει «μη μου καταστρέφεις»: το σκηνικό όπως το ‘χω στήσει μετά από κόπο, το όνειρο, το όραμα, την ψυχολογία, τη συζήτηση, την φαντασιακή μου αυτοθέσμιση. Μπορείς να γαμήσεις σε κάποιον ό,τι μπορεί να καταστραφεί, πρακτικά (π.χ. το σπίτι - ως οικοδομή γκρεμίζεται) ή θεωρητικά (π.χ. το σπίτι - ως πιστή σύζυγος ξενογαμιέται κ.λπ.). Μπορείς να γαμήσεις την αγωνία απέναντι στο άγνωστο (...τέλος μιας ταινίας), οπότε αποκαλείσαι και σπόιλερ.

Μη μου το γαμάς: Έκκληση για έλεος προς αυτόν που έχει τη δύναμη να καταστρέψει ό,τι. Μην του το γαμάς, γιατί είναι αμαρτία από το θεό. Σα να λέμε ρίχνεις τον άλλο στο φιλότιμο (δεν αποκλείεται βέβαια η φράση να περικλείει υποβόσκουσα απειλή για συνέπειες, τ. «μη μου το γαμάς μη σε γαμήσω...»).

Μη μου το γαμάς: Λέγεται επίσης αφού ο άλλος έχει ήδη γαμήσει ό,τι (συνώνυμο: «Ε, μου το γάμησες τώρα.»). Εκφράζει δυσάρεστη έκπληξη, απογοήτευση και αποδοκιμασία, ελάχιστη ελπίδα όσον αφορά στο σώσιμο της κατάστασης έως και παραίτηση.

Το χειρότερο πάντως είναι να σου γαμάει κάποιος την ελπίδα που αφορά σε οτιδήποτε, όταν δηλαδή εσύ πιστεύεις στο νόμο του πούστη κι ο άλλος σε ψήνει ότι τελικά ισχύει ο νόμος του πούστη του Μέρφυ.

Μη εξαντλητική λίστα παραδειγμάτων:

Μη μου το γαμάς το θρεντ στο φόρουμ:
από Iznogoud » Είσαι μουνί, άνοιξε νήμα νέο, ρε, μη μου το γαμάς, πάμε αλλού να πλακωθούμε, εδώ είναι το δικό μου επετειακό.

Μη μου το γαμάς το θέμα: Κοίτα, αλήθεια θέλω να κάνουμε μια γαμημένη κωλο συζήτηση, μην μου γαμάς το θέμα και εσύ...

Μη μου τη γαμάς τη συζήτηση:
Απ: Σάλος στην Τουρκία από δηλώσεις Ερντογάν για εκδίωξη μειονοτήτων -ρε κόλλημα με τους τσάμηδες και τους τσάμηκους.... όλη η ελληνική ιστορία συνοψίζεται στο πογκρόμ εναντίον των τσάμηδων...... και γαμώ τις πηγές που διαβάζεις ιστορία. να μας τις λινκάρεις πλιζ...... -μη μου τη γαμάς τη συζήτηση ρε.... ασε με και έχω καταλήξει ότι έχουμε μέγα ιστορικό θέμα ως έθνος με τους τσάμηδες.....

Μη μου το γαμάς το όνειρο:
-...και είμαι εκεί σκυμμένος πάνω στο ποτήρι μου... και νιώθω ένα χέρι στον ώμο και γυρίζω... και ποια βλέπω; Την Αντζελίνα να με κοιτάει... βυθίζομαι στα υγρά μάτια της και την ακούω να λέει με βραχνή φωνή «έχω ώρα που σ' έχω προσέξει, θα με κεράσεις ένα ποτό;»...
-Σε τι γλώσσα στο 'πε ρε μαλάκα, αφού δε μιλάς Εγγλέζικα, μιλάει αυτή Ελληνικά;
(παύση... έναρξη απάντησης με ένρινη φωνή που ανεβαίνει σταδιακά σε απελπισμένους υπερήχους)
-Μα τι μαλάκας είσαι ρε Μιχάλη, φαντασίωση είναι, μου γαμάς το όνειρο, μη μου το γαμάς το όνειρο, τι μου το γαμάς το όνειρο, άι γαμήσου ΝΤΕ!

Σπύρος Χαλβατζής, "Μη γαμάς τη συζήτηση" (από patsis, 30/08/10)(από allivegp, 31/08/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μαίρη Παναγιωταρά: Χαρακτηρισμός, συνήθως αυτοσαρκαστικός, για τη γυναίκα-θύμα, που γίνεται θυσία για όλους, ενώ αυτοί (περιλαμβανομένων και των αγαπημένων προσώπων) την εκμεταλλεύονται (ή βολεύονται απλώς) για την ικανοποίηση των αναγκών τους. Η ίδια δεν ασχολείται με τις αντίστοιχες δικές της ανάγκες και αν κάποτε το κάνει επειδή το πράμα ξέφυγε ή πάνω στην τρέλα της, νιώθει τύψεις και της βγαίνει ξινό.

Οι στίχοι του Κηλαηδόνη έδωσαν ονοματεπώνυμο στη μίζερη πραγματικότητα μιας κοινωνίας που έχει δεχτεί επιρροές από ανατολικά και δυτικά, αλλά δεν έχει βρει ακόμα τις ισορροπίες της.

Το τραγούδι / λήμμα είναι εϊτίλα προφ και, παρόλο που δυστυχώς παραμένει σε αρκετές περιπτώσεις επίκαιρο, το σύμβολο Μαίρη Παναγιωταρά σιγά σιγά (αλλά πολύ σιγά όμως) φθίνει: τα νέας κοπής αποδέχονται τις επιθυμίες τους και επιδιώκουν την εκπλήρωσή τους, ενώ έχουν τις απαιτήσεις που προβλέπονται για να τηρηθεί το ισοζύγιο πόρων. Για έναν περίεργο λόγο αυτό ακριβώς κάνει τους πάντες να τις σέβονται και περισσότερο από τις γυναίκες-χαλιά-να-τις-πατήσεις...

...αλλά και πάλι όλα είναι σχετικά γιατί το Desperate Housewivesείναι αμερικανιά και πρόσφατο - ούτε εκεί ξέρουν τι τους γίνεται, άσε που αυτές δε δουλεύουν κιόλας...

Σχετικές αναφορές είναι πολύ διαδεδομένες στο νετ, ενδεικτικά παρατίθεται μερικές εδώ, εδώ, εδώ. Άλλα παραδείγματα:

  1. Γελούν (σ.ς. αυτά που λέγαμε περί αυτοσαρκασμού):
    frapedia72 - Απ: Ειμαι η Μαιρη Παναγιωταρα!!!!! οχι σαφως και οχι, ξερω οτι δεν ειμαι μονη, αλλα ειπα ν ανοιξω το ποστ να γελασουμε λιγακι με ... τα χαλια μας!!!! αααχχχ

  2. -Ελένη τάξε μου. Έκλεισα πλήρες πρόγραμμα spa μιας μέρας και για τις δυο μας, θα στο κάνω δώρο για τα γενεθλιά σου ρε.
    -... ευχαριστώ ρε συ, αλλά δεν ξέρω πότε θα βρω χρόνο...
    -Το ήξερα! Ξεκόλλα απ' τη ζωή σου μωρή Μαίρη Παναγιωταρά όλη μέρα τρέχεις και έχεις παρατήσει τον εαυτό σου τελείως, έλεος!

  3. Αυτή λέει «ΔΕΝ είμαι η Μαίρη Παναγιωταρά part 1»: Καλή μου κυρία. Εννοείται, μα εννοείται, μα δεν τίθεται θέμα καν, ότι όταν κάνουμε σεξ πρέπει να χύνουμε αμφότεροι. [...] Αν έχουμε πρόβλημα λοιπόν με την μυρωδιά του λέμε χαλαρά να κάνει κανένα μπανάκι. [...] Το να πεις την φαντασίωσή σου, δεν σημαίνει απαραίτητα ότι θες να την πραγματοποιήσεις. [...] Αν αντιδράσει, απλά τον χωρίζουμε! Το να ΜΗΝ το απαιτήσεις είναι ντροπή!

(από HODJAS, 31/08/10)Η κυρία Μαίρη γίνεται θυσία για όλους (β γραμμή ορισμού)  (από GATZMAN, 15/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γύρισε το μάτι μου (ανάποδα): εκνευρίστηκα, θύμωσα έντονα και ξαφνικά, μου ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι, πήρα ανάποδες, βγήκα εκτός εαυτού, τα πήρα στην κράνα, βιδώθηκα. Η κρίση μου σταμάτησε να λειτουργεί, έχασα την επαφή με την πραγματικότητα, με αφορμή ένα συνήθως αιφνίδιο ή κλιμακούμενο εξωτερικό ερέθισμα που προκάλεσε ξέσπασμα θυμού (παρ. 1, 2) ή σπανιότερα άλλο έντονο συναίσθημα (π.χ. τρελή καύλα - παρ. 3).

Αρχή λειτουργίας: Σαν να λέμε, ενώ είμαι γενικώς σε μια κατάσταση νορμάλ, τρώω μια σφαλιάρα από το πουθενά ή ακούω π.χ. αναπάντεχα την τρελή μαλακία: Βντίιιιιιινγκ... μπαμ! Θυμός ξεκινάει σαν τσουνάμι από κάπου βαθιά μέσα μου και ξεχύνεται σε ντετέ προς τον εγκέφαλο, κατακλύζοντας στο δρόμο του τα πάντα. Παρασέρνει θεωρητικά μεταξύ άλλων και τις οφθαλμικές σφαίρες σε ανορθόδοξη κίνηση (σ.ς. ορίστε το λήμμα), ενώ ταυτόχρονα επηρεάζει τη δυνατότητα διαμόρφωσης συγκροτημένης λογικής σκέψης και μπορεί να οδηγήσει σε απρόβλεπτα λόγια ή ενέργειες ενδεχόμενης βίας.

Πώς μας ήρθε: Το μου γύρισε το μάτι παραπέμπει, όπως κι άλλες εκφράσεις αντίστοιχου νοήματος τ. «έπαθα κρίση», «έτρεμα από τα νεύρα μου», «έβγαλα αφρούς», «άρχισα να κοπανιέμαι» κ.λπ., στην τρομακτική για τους μη εξοικειωμένους εικόνα επιληπτικής κρίσης – ποιος είδε το Θεό και δε φοβήθηκε. Οι λοιποί διαβασμένοι ή έμπειροι κάθονται σοφά και κοιτούν τον βιδωμένο χωρίς να αντιδρούν για να μην τους πάρει και τους σηκώσει, περιμένοντας να του περάσει και μετά αν αντέχουν τον παίρνουν κι αγκαλίτσα (χαρακτηριστική η σκηνή από το «Γκαρσονιέρα για δέκα» με τον Εξαρχάκο να λέει «μμμμμμη μου μιλήσει κανείς τώρα, βιδώθηκα» αααχαχαχαχα).

Παράδειγμα 1 - Καπνιστήςεδώ:
...τώρα που το λες, ρε σεις έπεσαν και άλλες αυξήσεις στα τσιγάρα; Ο καπνός μου από 3 πήγε 3,20 και ξαφνικά ακούω τον περιπτερά να με λέει 3,80 και γύρισε το μάτι μου :P
Χάνω επεισόδια ή ζήλεψε ο Καρέλιας τους άλλους;

Παράδειγμα 2 - Απελπισμένη εδώ:
[…] Ντίνο κρατά τον μικρό να πλύνω πιάτα. οκ τον παίρνει αγκαλιά στον καναπέ κ έβλεπε τηλεόραση. Ο μικρός όμως είναι σε φάση που θέλει όλο να ζουζούνιζει. Άρχισε να γκρινιάζει, ο Ντίνος έβλεπε ατάραχος τηλεόραση, εγώ άρχισα να φορτώνω. Ο μικρός άρχισε να γκρινιάζει πιο έντονα κ να ψιλοκλαίει, ο Ντίνος ατάραχος τηλεόραση, εγώ άρχισα να φορτώνω πολύ άσχημα. μετά ο μικρός ούρλιαζε στο κλάμα, ο Ντίνος απλά τον κρατούσε κ έβλεπε τηλεόραση σαν να μην συμβαίνει ΤΊΠΟΤΑ. Εεεε γύρισε το μάτι μου άρχισα να τσιρίζω παράτησα τα πιάτα στην μέση πήρα το μωρό κ προσπαθούσα να το ηρεμήσω. ΜΙΑ ΧΑΡΆ ΤΟΥ ΈΚΑΤΣΕ διότι δεν είχε πλέον το μωρό να τον ενοχλεί για να δει τις μαλ. . ες του στην τηλεόραση![…]

Παράδειγμα 3 - Πρωτάρα στα ξινά εδώ: Ο Αντώνης κοιτώντας με πάντα στα μάτια, άρχισε να γλύφει τα μπαλάκια μου… μου γύρισε το μάτι ανάποδα από το πολύ γλείψιμο…! Καύλαααα! Και μόνο καύλαααα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πελοποννησιακά: Φλομώνω, βουλώνω / φράζω (αναφορά: εδώ), ταπώνω / πωματίζω (αναφορά: εδώ). Σε λεξικό το βρίσκουμε ως μετάφραση του αγγλικού «stuff».

Ένα σπίτι μπορεί να πουμώσει από καπνό, να ντουμανιάσει σε φάση. Μια μύτη μπορεί να έχει πουμώσει από τις μύξες, η φάση που είσαι εντελώς φρακαρισμένος, αλλά δεν πάει ούτε μπρος ούτε πίσω, όσο και να φυσάς / ρουφάς.

Στη Ναύπακτο όπως και στη Λακωνία φαίνεται να έχει και την έννοια σκεπάζω καλά, κρύβω κάτι, συγκαλύπτω για το οποίο όμως δεν εβρέθη σχετικό παράδειγμα, ο έχων ακούσει παρακαλώ να συνεισφέρει σχετικά.

Παραδείγματα από σλανγκογιαγιά:

-Ανοίχτε κανα παράθυρο, έχει πουμώσει ο τόπος εδώ μέσα από τα λιβάνια.

-Πω πω δεν είναι συνάχι αυτό, ρίχνω σπρέι, κάνω εισπνοές, ό,τι και να κάνω νιώθω τη μύτη μου εντελώς πουμωμένη είναι εντελώς δυσάρεστο (φφφφρ στο μαντήλι άκαρπη προσπάθεια).

Περαστικά. (από Galadriel, 21/08/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύμφωνα με τον ήδη αναρτηθέντα ορισμό από τον χάνκυ, Αντουανέτα χαρακτηρίζεται «ο πολύ υψηλόφρων, που σνομπάρει τα προβλήματα άλλων», ή ο «που έχει λύσει ανάλογα προβλήματα οι απόψεις του είναι τελείως ουτοπικές».

Να πω εδώ ότι Αντουανέτα παίζει να χαρακτηρίζεται και η μη μου άπτου, η πριγκιπέσα με την κακή την έννοια, αυτή που έχει μάθει τα προβλήματά της να της τα λύνουν άλλοι όσο εκείνη ασχολείται με σοβαρές δουλειές π.χ. να επιβλέπει τις εργασίες μανικιούρ που γίνονται στα δαχτυλάκια της ενώ είναι καθισμένη στον λαμπερό της θρόνο.

Μπορεί να αποτελεί χαρακτηρισμό μόνιμης κατάσταση χαρακτήρος και συμπεριφοράς ή να αναφέρεται σε κάποια που με τυχαία δήλωσή της παραπέμπει σε τέτοιο κατάπτυστο μοντέλο φτου φτου βλ. σενάριο επιστημονικής φαντασίας - παράδειγμα.

(Προ ΔΝΤ: Πωλητής - Σοφία Αντουανέτα - Θανάσης Γκόμενος)
Πωλητής: Κυρία μου, σας συστήνω αυτό το μπαχαρικό, όταν μαγειρεύετε θα μοσχοβολάει το φαγητό σας. Σοφία: (τσίχλα φούσκα μιαμ μιαμ φφφφ τσακ) Μπα, εγώ δε μαγειρεύω, μου μαγειρεύουν άλλοι.
Θανάσης: Τείπες τώρα!
Σοφία: Μαλακία είπα ε; Καλά πάμε να κάνουμε έρωτα γουγουγού μωλάκι μου που σε πεθύμησα πάνε και τρεις ώρες που δεν σε έχω μέσα μου και νιώθω ένα συναισθηματικό κενό... (τσίχλα φούσκα μιαμ μιαμ φφφφ τσακ)
.......
Κατερίνα: Λέγε ρε κανα νέο πώς περάσατε στο Πήλιο;
Σοφία: (μπλα μπλα) και ήμαστε στο δρομάκι εκεί που μπαίνεις στην Τσαγκαράδα είναι κάτι υπαίθρια που πουλούνε γλυκά του κουταλιού, μυρωδικά και τέτοια... (μπλα μπλα)
Κατερίνα: Τι λες μωρή Αντουανέτα και σε άκουσαν κι άλλοι εκτός από τον καλό σου να κάνεις δήλωση; (Αχαααχαχα. Χα.)

(από Galadriel, 21/08/10)(από Galadriel, 09/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Άντρας με τον οποίο σχετίζεσαι ερωτικά χωρίς να έχεις νομικό δέσιμο μαζί του όπως γάμο κλπ. Συνώνυμο των «ο φίλος μου», «το αγόρι μου» πιο προχώ «ο σύντροφός μου», εν αντιθέσει όμως με αυτούς τους όρους που δηλώνουν ένα σεβασμό και μια τρυφερότητα κατά περίπτωση, εμπεριέχει μια άνεση και καλούα νταξ και δεν τρέχει τίποτα. Λίγο σαν το «ο δικός μου» στο πιο κλασικό και ανέμελο.

  2. Άντρας, καταρχήν άγνωστος, που έχει δυνατότητες και είναι ενδεχόμενο να γίνει το παραπάνω 1.

  3. Άντρας εντυπωσιακής εμφάνισης, ιδιαιτέρως ελκυστικός και ποθητός, ο τύπος που γυρίζεις να κοιτάξεις και που ευχαρίστως θα δεχόσουν να γίνει το παραπάνω 1. Παρ. 3.

  4. Υποτιμητικός χαρακτηρισμός για φίλο απειλούμενου που τον συνοδεύει σε δύσκολες συναντήσεις. Παρ. 4

*Asist: vikar από ΔΠ*

Π1 - Απόσπασμα απολαυστικής περιγραφής:
Το μαλακισμένο το πιτσιρίκι, που δεν ξέρει πώς είναι η αιτιατική πληθυντικού του τοίχου, μου έλεγε αλήθεια. Έχει γκόμενο γιατρό κι αυτός έχει έναν πολύ ωραίο φίλο, διαθέσιμο και εν δυνάμει γκόμενο μου, επίσης γιατρό.

Π2 - Φιλοσοφική συνέντευξη:
α. ΕΧΕΙΣ ΓΝΩΡΙΣΕΙ ΓΚΟΜΕΝΟΥΣ ΣΕ ΣΥΝΑΥΛΙΕΣ;
Μπα, δεν έχει τύχει. Κοίτα, έτσι κι αλλιώς εκείνη τη στιγμή είμαι τόσο επηρεασμένη από τη μουσική, που δεν έχω χρόνο για γκόμενους! (σ.ς. άντρες, χχχχκ φτου, πεταμένα λεφτά, γκόμενοι και αηδίες, έχουμε σοβαρά θέματα να ασχοληθούμε)
β. ΘΑ ΜΟΙΡΑΖΟΣΟΥΝ ΜΕ ΜΙΑ ΦΙΛΗ ΣΟΥ ΕΝΑΝ ΓΚΟΜΕΝΟ;
Όχι, θα προτιμούσα μόνο τη φίλη.

Π3 (Μία που έτυχε να δει αγώνα στο Μουντιάλ σε μια βαζελίνα):
-Ρε συ, τι γκόμενος είναι αυτό το Τζόρβας; Γιατί το άλλο το επιθετικό πωστολένε; Μμμ!
-Όχι που με περνάς για μαλάκα με το διαρκείας στη λεωφόρο, στόκε, και καλά κάνω χάρη στον Βασίλη και σε όλο τον αγώνα χαζεύω τα μωρά, χαζή που δεν έρχεσαι.

Π4 (Μετά από το «άμα έχεις αρχίδια ρε σε περιμένω στην πλατεία σε μισή ώρα ακριβώς»)
- Ωπ, ήρθαμε; Τι σκοπό έχεις φίλο; Θα μας δείρεις δηλαδή; Κι ο κύριος τι είναι; Γκόμενός σου; Θα μας δείρει κι αυτός;

(από Galadriel, 05/07/10)(από Khan, 02/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξεροκέφαλο που δεν αλλάζει γνώμη με την καμία, ακόμα και όταν ο συνομιλητής προβάλει αδιάσειστα επιχειρήματα περί του αντιθέτου, ακόμα και αν νέα στοιχεία που συνηγορούν για το αντίθετο έρθουν στην επιφάνεια, ακόμα κι αν κατέβει ο θεός: Διαμόρφωσε άποψη; Πεισματικά θα τη διατηρήσει, σωστή - λάθος δεν έχει σημασία, σημασία έχει ότι αυτή δεν πρόκειται να αλλάξει στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

(Σ.ς. Άντε, τέλος πάντων, μπορεί να αλλάξει γνώμη, αλλά πολύύύ δύσκολα και η διαδικασία είναι ανυπόφορη για τους υπόλοιπους.)

Το πείσμα, μαζί με την ανδρεία και την προσήλωση στις οικογενειακές αξίες, είναι στοιχείο που προσδίδεται στους αρβανίτες - ειδικά πάντως το πρώτο, προφ ξεπέρασε λαούς και σύνορα ως χαρακτηρισμός.

Σχόλιο Hodjas εδώ: Οι Τούρκοι ακόμα λένε αρναβούτ καφάς (αρβανίτικα - αγύριστα κεφάλια) τους πείσμονες απο ιμπρέτι/ίρτζι.

Σωτηρία Μπέλλου:
...Η Ελένη Μπέλλου, γνήσια Αρβανίτισσα, δεν ήθελε ποτέ να δει τη μεγαλοκόρη της τραγουδίστρια. Η Σωτηρία (αρβανίτικο κεφάλι κι αυτή) εγκατέλειψε το σπίτι της. [...] Το αρβανίτικο πείσμα να εγκαταλείψει το σπίτι της, τους γονείς στη Χαλκίδα, την οδήγησε σε μεγάλες περιπέτειες.

Εδώ:
«Ο Χατζημιχάλης ήτονε κουζουλός» μου απάντησε τσαντισμένα πριν καιρό ο γέρο Κρητικός συνομιλητής μου [...] «αυτός κάθησε στο Καστέλι και όχι μόνο αυτό, αλλά ήθελε να βγει και στον κάμπο να κάμει πόλεμο και πήρε τα παληκάρια του στο λαιμό του »[...] Οι Σφακιανοί του προτείνουν να μην σταθεί εκεί [...] αλλά ο Χατζημιχάλης είναι ξεροκέφαλος και αρνείται. Του λένε ότι [...] Αυτός επιμένει. (σημείωση: φαίνεται ότι ήταν πρώτη φορά που οι Σφακιανοί ερχόντουσαν σε επαφή με Αρβανίτικο κεφάλι). Στο τέλος θεωρώντας τους δειλούς,τους λέει περιφρονητικά. «Λοιπόν φυλάγετε τους από τα όρη σας για να μη φύγουν και αφέτε ημάς εδώ κάτω και κοιτάζετε να μας βλέπετε πως πολεμούμεν εμείς».

Got a better definition? Add it!

Published

Κλίμα: οι μετεωρολογικές συνθήκες μιας περιοχής ή / και οι επικρατούσες ψυχολογικές και ηθικές συνθήκες στις σχέσεις των ανθρώπων, η ατμόσφαιρα που λέμετε. Ωραία και λεξικογραφημένα ως εδώ.

Το κλίμα δεν σηκώνει τα ξινά: Σαν να λέμε, το κλίμα στα βόρια δεν ευνοεί τις λεμονιές, είναι εχθρικό γι' αυτές. Μια λεμονιά στη Μακεδονία θα ζορίζεται από το κρύο, θα είναι αντιπαραγωγική, θα παραμείνει κοντή και μίζερη, παίζει να ξεραθεί και τελείως δηλαδή, γιατί δεν την σηκώνει το κλίμα.

Άντε λεμονιά μου στην Πελοπόννησο να γίνεις ευτυχισμένη, γιατί ότι αν περιμένεις να αλλάξει το κλίμα θα περάσουν μερικές δεκαετίες, δε λέει.

Το κλίμα δε σηκώνει τους ανθρώπους: Ένας άνθρωπος σε περιβάλλον ψυχολογικής παγωμάρας ζορίζεται δυσανασχετώντας, μένει κλεισμένος στον εαυτό του μέσα στη μιζέρια του, αντιπαραγωγικός, παίζει να πέσει και στο κρεβάτι να πεθάνει και τελείως δηλαδή, γιατί δεν τονε σηκώνει το κλίμα.

Άντε άθρωπά μου στην άλλη εταιρία / στο άλλο γραφείο / στο άλλο μαγαζί / στο άλλο φόρουμ να γίνεις ευτυχισμένος. Ή...(και εδώ η διαφορά με τη λεμονιά) περίμενε πότε κάποια παράμετρος θα αλλάξει, π.χ. παίζει να μεταναστεύσει ο μίζερος μαλάκας της παρέας / να αλλάξει ο διευθυντής μπλα μπλα και να στρώσει το κλίμα για τους λοιπούς και για την πάρτη σου.

Εκεί:
Παραιτήθηκε ο Νίκος Χατζηνικολάου από το ALTER. ‘Δεν με σηκώνει το κλίμα’ φαίνεται να δήλωσε στους φίλους του Μάκη Τριανταφυλλόπουλο και Θέμο Αναστασιάδη. ‘Είναι τελείως μπανάλ ο σταθμός για τα δικά μου γούστα’ εκμυστηρεύτηκε στον Άκη Παυλόπουλο. ‘Η Πάνια με συμβούλευσε να φύγω, για να μην κάψω το όνομά μου’ είπε στη Φαίη Σκορδά.

Παντού τα ίδια:
Τέλος σε καμία περίπτωση δεν σου επιβάλλω τι να κάνεις και τι όχι.Μην παρεξηγηθώ!Δεν σου απαγορεύω να μπαίνεις(δεν είναι ιδιοκτησία μου το φόρουμ για να έχω τέτοια εξουσία) αλλά προσωπικά αν καταλάβαινα ότι κάπου δεν με σηκώνει το κλίμα θα έφευγα με το κεφάλι ψηλά και με αξιοπρέπεια δεν θα κλαιγόμουν σε μια απέλπιδα προσπάθεια να με συμπαθήσουν.

Ταξιδάκια:
Η Βηρυτός είναι όντως μία πόλη που την απολαμβάνεις περισσότερο από το απόγευμα και μετά. [...] Στην Τρίπολη δεν μπόρεσα να μείνω πάνω από 2 ώρες. Μη με ρωτήσετε γιατί, δεν με σήκωνε το κλίμα, δεν μπορώ να το εξηγήσω. Θα προτιμούσα να είχα πάει στη κοιλάδα με τα οινοποιεία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μόμπιλομόμπιλε) - πληθυντικός: τα μόμπιλα ή τα μόμπιλο (ως ξενικό άκλιτο). Προφ είναι σχετικό με το αγγλικό mobility (κινητικότητα) και αφορά κάτι που κουνιέται: πρόκειται για εντυπωσιακά κρεματζόλια που αποτελούνται από διάφορες φιγούρες και λιλιά που κρέμονται από κλωστές, σπάγκους κ.λπ. και τοποθετούνται συνήθως στο ταβάνι ή γενικώς ψηλά για να κινούνται άνετα και να φαίνονται τι ωραία που είναι.

Η λέξη είναι γνωστή στις μαμάδες γιατί τα μόμπιλα είναι δημοφιλή δωράκια για μωρά (μήδια 1, 2). Το νεογέννητο γουστάρει τρελά την προβλεψιμότητα των γεγονότων γιατί νιώθει ασφαλές στον άγνωστο κόσμο εκτός μήτρας, όπου όλα είναι νέα και φοβιστικά. Σο, άμα του κρεμάσεις ένα έντονα χρωματιστό μόμπιλο κατά προτίμηση με επιπρόσθετη μηχανική κίνηση γύρω γύρω, άντε άμα παίζει και μουσικές τόσο το καλύτερο, καρφώνεται ο μπέμπης κι αποχαυνώνεται και, λαμβάνοντας οπτικοακουστικές παραστάσεις, πέφτει τέζα για ύπνο. Έτσι ξεκινάει ο δρόμος στη ζωή με χρώματα και μουσικές. Τα παιγνίδια αυτά τα ήξερα αλλά δεν ήξερα το σλανγκρ για να μάθω πώς τα έλεγαν - εσείς όμως τώρα ξέρετε.

Για μεγάλους έχει μόμπιλα με όμορφες φιγούρες, χορευτριούλες, καραβάκια, αεροπλανάκια, να π.χ. μήδι 3.

Τα γκλιν γκλιν είναι κι αυτά μόμπιλα για μεγάλους, αρέσουν όμως και στις γατούλες.

Κι άλλοι απορούσαν, τι δρόμοι ανοίχτηκαν πια με αυτό το λήμμα: Πώς λέγεται στα Ελληνικά αυτό το σκατουλάκι που κρεμάμε στο δοκάρι της πόρτας ή στο ταβάνι και κουνιέται πέρα-δώθε και μας χαλαρώνει (το ξέρω μόμπιλε αλλά κάτι πιο δόκιμο θέλω). [σ.ς. Άμα βρείτε κάτι πιο δόκιμο πέτε μου να βάλω λυνξ]

Ορίστε κι άλλο:
Οι ανοιξιάτικες βροχές βοηθάνε τα λουλούδια να μεγαλώσουν και να μοσχοβολάει όλη η πλάση! Αυτό το χαριτωμένο μόμπιλο τα λέει όλα με τον ήλιο να βγαίνει μέσα από τα σύννεφα και τις στάλες της βροχής να πέφτουν να ποτίσουν τα λουλούδια! (μήδι 2)

-Αχ πόσες φορές έχω κάνει ευχές για σένα ρε Χρύσα με αυτό το μόμπιλο που πήρες στο μωρό... -Σώπα ρε συ, σιγά το δώρο, αν δεν είχα το δάνειο θα του 'χα φέρει κανα χρυσό, επιφυλάσσομαι στο είπα.
-Ρε τι λες, αυτό καλύτερο από χρυσό, είμαι ρετάλι όλη μέρα να με τρέχει ουά ουά, το κάνω μπανάκι, το βάζω στην κούνια με το μόμπιλο και ξεραίνεται λες και το βάρεσες με σφυρί στο κεφάλι, ζωή να 'χει το πουλάκι μου. Και βρίσκω πέντε λεπτά να κάνω ένα ντουσάκι πριν πέσω και εγώ νεκρή, την ευχή της μάνας να 'χεις κορίτσι!

Τι \'ναι αυτά; Μανιτάρια μαγικά. (από Galadriel, 25/06/10)Και για μεγάλους άμα λάχει να \'ουμ\'. (από Galadriel, 25/06/10)(από dryhammer, 15/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified