Μέρος το οποίο μαγνητίζει τον γυναικείο πληθυσμό ή που συχνάζουν πολλά κορίτσια.
Καλά... πήγα χθες σε ένα club... σκέτη μουνοπαγίδα!
Μέρος το οποίο μαγνητίζει τον γυναικείο πληθυσμό ή που συχνάζουν πολλά κορίτσια.
Καλά... πήγα χθες σε ένα club... σκέτη μουνοπαγίδα!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Μέρος στο οποίο συχνάζουν gay.
Χρησιμοποιείται για gay club - bar - cafe.
Συνάντησα τον x σε ένα πουστράδικο.
Got a better definition? Add it!
Published
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η κατάσταση που όλοι περνούν καλά και συνδυάζει την διασκέδαση με αστεία ή ευχάριστα περιστατικά.
1 - Πώς περάσατε χθες στο club;
- Καλά τι να σου λέω... Ήταν όλη η παρέα... Ήπιαμε, χορέψαμε, έγινε έτσι ένας τζέρτζελος ρε παιδί μου!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Υπερβολική καύλα που αρνείται να υποχωρήσει... (ακόμα και όταν προσπαθείς να κατουρήσεις )
Χρησιμοποιείται αστεία ως χαρακτηρισμός προσώπων που προκαλούν έντονη σεξουαλική όρεξη.
Καλά γνώρισα μια γκόμενα χθες... Τι καύλα ήταν αυτή!
Κατουρόκαυλα!... τι να σου λέω..
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Γαμάω ή γαμιέμαι σαν τα ζώα - σκυλιά.
Αναφέρεται σε έντονη σεξουαλική δραστηριότητα, πολλές φορές με αρνητικό - περιπαιχτικό ύφος.
Επίσης και: σκυλογαμάω - σκυλογαμιέμαι.
1
- Αυτή μόνο να σκυλοπηδιέται ξέρει.
2
- Στην προηγούμενη σχέση που είχα... δεν κάναμε
και τίποτε άλλο. Σκυλοπηδιόμασταν όλη μέρα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Όταν βαριέμαι υπερβολικά σαν τα σκυλιά.
- Καλά εσύ δεν κάνεις όλη μέρα και τίποτα... κάθεσαι και τεμπελοσκυλάς!
Got a better definition? Add it!
Published
Το φαγητό που αηδιάζει και μόνο σαν σκέψη.
- Τι έχει για φαγητό; Ελπίζω να μην έφτιαξε πάλι καμιά κωλοτρυπιδόσουπα..
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Το κρεβάτι στον οίκο ανοχής.
- Καθάρισε μωρή την μπουρδελιάστρα σου!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Το άτομο που έχει προσληφθεί απο νυχτερινό κέντρο για να θεωρείται ως (περιστασιακά) υπέυθυνο. Σε περίπτωση ελέγχου απο την αστυνομία, πάει στο αυτόφωρο.
- Και αν έρθει η αστυνομία τι γίνεται;
- Κάθε μαγαζί έχει και τον αυτοφωράκια του... Μην ανησυχείς...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified