Η απόσταση που χρειάζεται 10-15 λεπτά για να την διανύσεις, όσο περίπου διαρκεί και ένα τσιγάρο.
Έλα ρε δεν είναι μακριά... ένα τσιγάρο δρόμος!
Η απόσταση που χρειάζεται 10-15 λεπτά για να την διανύσεις, όσο περίπου διαρκεί και ένα τσιγάρο.
Έλα ρε δεν είναι μακριά... ένα τσιγάρο δρόμος!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Φράση που χρησιμοποιείται αντί της γαμώ τους Αμερικάνους και αναφέρεται στον Χριστόφορο Κολόμβο που ανακάλυψε την Αμερική.
- Γαμώ την περιέργεια του Κολόμβου! Τι μαλακίες λένε πάλι για το πετρέλαιο;;
Επίσης και σε β' ενικό πρόσωπο: Κολόμβε, γαμώ την περιέργειά σου!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Όταν ανταλλάσω πολλά sms.
Συναντάται την Πρωτοχρονιά και σε όλες τις ονομαστικές εορτές, όπως και σε καταστάσεις βαρεμάρας.
Όλη η Ελλάδα εσεμεσιάζεται την Πρωτοχρονιά.
Χθες βράδυ έκατσα λίγο είδα tv... Μετά εσεμεσιάστηκα λίγο με τη Μαρία... και κοιμήθηκα.
Συνώνυμο: μηνυματίζομαι.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Χαρακτηρισμός προσώπου ή κοινωνικής κατάστασης που δηλώνει υποταγή σε ανώτερα συμφέροντα.
Τι Ευρωπαίοι ρε Γιάννη... Ευρω-πέη έχουμε γίνει...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Φλερτάρω, κάνω κατάσταση και γενικώς «κοινωνικοποιούμαι», με την πονηρή έννοια...
- Ρε Κώστα με κοιτάει τόση ώρα... θα πάω να της μιλήσω! - Έτσι ο Μιχαλάκης... Άντε ρε... Παίξε και λίγο μπάλα!
- Ρε συ πάμε να παίξουμε μπάλα με αυτά τα δύο μωράκια; - Πήγαινε να παίξεις εσύ την μπαλίτσα σου... Βαριέμαι εγώ...
- Γιάννη τι έμαθα χθες; Μπαλίτσα με τη Νάνσυ εεε;; - Τι μπαλίτσα ρε... Έναν αναπτήρα ζήτησα!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Αρχιτεκτονική Δύναμη Αθήνας
Ουδέν σχόλιον..
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Μέρος το οποίο μαγνητίζει τον γυναικείο πληθυσμό ή που συχνάζουν πολλά κορίτσια.
Καλά... πήγα χθες σε ένα club... σκέτη μουνοπαγίδα!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Μέρος στο οποίο συχνάζουν gay.
Χρησιμοποιείται για gay club - bar - cafe.
Συνάντησα τον x σε ένα πουστράδικο.
Got a better definition? Add it!
Published
Αυτός που είναι υπεύθυνος για check στις παραγγελίες στο ταμείο ή στο bar.
Συναντάται σε μεγάλα cafe - bar - club ή νυχτερινά κέντρα.
- Τρέχα να πεις στον τσεκαδόρο οτι έγινε λάθος στην παραγγελία και θα γίνει αλλαγή.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Όταν κάποιος μου παίρνει πίπα.
- Τι είπες ρε μαλάκα μη σου δώσω πρωινό!
- Αυτό που άκουσες...
- Θα φας πρωινό μαλάκα... θα σε γαμήσω...!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified