Further tags

Στην ιδιόλεκτο των σκεϊτάδων είναι το να πέσεις σε οριζοντιωμένη σανίδα του skateboard με ανοιχτά πόδια.

Πηγή: Η ταινία Wasted Youth.

- Κοίτα τον μαλάκα, έφαγε τηλεκάρτα ο μαλάκας...

Got a better definition? Add it!

Published

Μάλλον εκ του μπιστάω, που σύμφωνα με μυαλά του σάη σημαίνει χτυπάω με ένα ευρύ φάσμα σημασιών. Το μπιστάρι είναι ό,τι και ο μπίστος, και χρησιμοποιείται ειδικά στην ιδιόλεκτο των σκεϊτάδων για να σημάνει την εντυπωσιακή πτώση από την σανίδα του skateboard, την τούμπα, το σκότωμα, το αποτυχημένο landing.

Defte Labete MPISTARI ( salonika skate slang dialektos, o tonos sto A , mpistari = toumpa , bail , skotoma , pesimo , apotuximeno landing , oti ponaei x0ax0ax00x )
to podi mou meta apo mia orea mera sto nafplio me full skate ... efuga apo ena megalo gap me ollie north(gia gnostes tou skate) kai sto langing prosgiothika me gonia 70 moirwn ston astragalo mou
to gap gurw sta 1.50 upsos kai 3 metra mikos (Εδώ).

(από Khan, 21/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξεπερνάω τον εαυτό μου. Αγγλιά ολκής.

Επίσης, αν δεν απατώμαι (διορθώστε με), είναι όρος στο Στοίχημα.

  1. Ο Μάκης που δε μιλάει ποτέ, έκανε όβερ χθες το βράδυ και όλη νύχτα της τα έσουρε της Σάσα κανονικότατα.

  2. Αφού έκανες όβερ μέχρι και τη Μπουλόν, δεν έχεις να φοβάσαι τίποτε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέλευση: ποδόσφαιρο + φέος (=γάρο)

Το τσιγαριλίκι (ή και περισσότερα) που πίνει ένας οπαδός όταν είναι στο γήπεδο. Η κατάποσή του συνήθως γίνεται ή στην αρχή ή στο ημίχρονο του αγώνα. Οι πιο σκληροπυρηνικοί μπορεί να το σκάσουν και όταν σκοράρει η ομάδα τους, ώστε να νοιώσουν τη κάβλα πιο έντονα στην εξέδρα.

*Σε σοβαρές κερκίδες μπορεί κάποιος να το ακούσει και σαν ''γηπεδικό σκανάκι'' ή ''τρίφυλλο βαρβάτο και ωραίο''.

- Τσακάλια, έχουμε μόνο έναν ποδοσφέο για σήμερα, να τον στρίψουμε τώρα;
- Άραξε ρε στο ημίχρονο, ας πιούμε τώρα τις μπύρες που μπάσαμε γιατί μετά θα γίνουν κάτουρο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βοήθημα κολύμβησης από αφρολέξ. Λέγεται έτσι λόγω του σχήματός του.

πάσα: Πανκελής

Πάρτε τώρα από ένα μακαρόνι να κάνουμε ασκήσεις για τα πόδια!

(από ironick, 09/09/11)και στα ξένα noodle λέγεται (από PUNKELISD, 09/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τρελαμένος οπαδός της ΑΕΛ κι εν γένει ο φανατικά τοπικιστής Λαρισαίος.

Τίτλος παρμένος από την παρακάτω διαφήμιση:
- Παιδιά, είμαι ο Τυροτρέλας και με την TIROTRELLA Kerrygold παίζουμε και τρώμε. Πραγματικό τυρί από αγελαδινό γάλα. TIROTRELLA Kerrygold! Όταν τρώμε, παίζουμε.

Καλά ρε αυτός ο Γιαννάκης πολύ τυροτρέλας την έχει δει τελευταία, μέχρι και στις προπονήσεις της ΑΕΛ πηγαίνει.

(από nobody, 06/10/11)(από nobody, 06/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μισό - μηδέν χρησιμοποιείται κυρίως για ποδόσφαιρο, όταν θέλουμε να δείξουμε ότι μία ομάδα νικάει 1-0 με τα χίλια ζόρια σε τραγικό παιχνίδι.

Αυτός ο Άρης με το ζόρι κρατιέται στη μάχη των Play Off. Όλο μισό - μηδέν νικάει μέσα.

Got a better definition? Add it!

Published

Εμπιστευτική πληροφορία που πηγάζει από εσωτερική πληροφόρηση γύρω από ένα σημαντικό ζήτημα και διοχετεύεται σε καίρια χρονική στιγμή.

Κλασσικά, τα σιγουράκια παίζουν πολύ σε κάθε είδους αθλητικά στοιχήματα: μια έγκυρη πληροφορία π.χ. ότι ο προπονητής της Θύελλας Ποντοκερασιάς είπε στους παίχτες του στη διάρκεια της τελευταίας πριν το ματς προπόνησης «Προσέξτε να μη φορτωθείτε πολλές κάρτες», μεταφράζεται ως προτροπή για μειωμένη αγωνιστικότητα, άρα απόδοση της ομάδας του, οπότε εξάγεται με σχετική ασφάλεια το συμπέρασμα ότι νικητής της αναμέτρησης θα στεφθεί η αντίπαλη ομάδα. Τέτοια σιγουράκια, πάντα πληρώνουν καλά.

  1. Σιγουράκι η πτώχευση της Ελλάδας! ο πρώτο φαβορί παγκόσμια για να κηρυχτεί σε πτώχευση παραμένει η Ελλάδα. Αυτό τουλάχιστον υποστηρίζουν οι ειδικοί μπουκμέικερς. (από εδώ)

  2. Ξέρει κανείς τι είπε ο Υπουργός Υγείας στην Κυβερνητική για το θέμα του ποσοστού κέρδους των φαρμακείων; Κάνα σιγουράκι;

(από Vrastaman, 22/11/11)

Συνώνυμο: στανταράκι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ποδοσφαιριστής που δεν ξέρει ντρίπλα.

- Ο Σαλπιγγίδης είναι μονοκόμματος, δεν έχει ντρίπλα, είναι άντριπλος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ομάδα του Παναθηναϊκού.
Εκ του Βάζελος < Βαζέλα < Ζέλα.

  1. Τι έγινε, την πήρε ο Τσάκας τη Ζέλα;

  2. Πανηγύρια, κλαρίνα και Ζέλα πάνε «πακέτο» (από εδώ)

Ο Βλάσης Τσάκας (από allivegp, 16/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified