Πρόκειται για ποδήλατο-μινιμαλιά, αποψιλωμένο από κάθε περιττό καβλιτζέκι: μονοτάχυτο, χωρίς ελεύθερο και (στην πιο ρεντ μπουλ εκδοχή του) χωρίς φρένα. Οι επιβαίνοντες αυτού αποκαλούνται φιξάδες.

Το συνήθως πολύχρωμo φιξάκι είναι το απόλυτο αστικό ποδήλατο με άποψη. Η οδική συμπεριφορά του διαφέρει παρασλάγγης από ό,τι γνωρίζαμε. Ελλείψει ελεύθερου δεν ρολάρει (όσο κινείσαι γυρνάνε τα πετάλια), πράγμα που αρχικά ξενίζει - ειδικά όταν τρέχεις σε κατηφόρα. Σού επιτρέπει ωστόσο να το οδηγήσεις και με την όπισθεν και να κάνεις κάθε είδους ποστιλίκια που κλείνουν το μάτι στην καγκουροφροσύνη.

Ελλείψει φρένων, τα πράματα είναι σκούρα. Ή επιβραδύνεις το πετάλι ή σκιντάρεις: μετατοπίζεις δηλαδής το κέντρο βάρους σου στον μπροστινό τροχό (μειώνοντας την πρόσφυση του πίσω τροχού) και μπλοκάρεις τον πίσω τροχό κοντράροντας τα πετάλια με τα πόδια σου. Στη συνέχεια επαναφέρεις το κέντρο βάρους σου στον πίσω τροχό, προκαλώντας ολίσθηση («skid»). Διαδικασία γρήγορη και επαναλαμβανόμενη, μέχρι να σταματήσει το πουτσύλατο ή να φας το κεφάλι σου (whichever comes first, που λένε και στα βραστοχώρια). Οι πιο ντικάφ φιξάδες πάντως τοποθετούν μπροστινό εφεδρικό φρένο, μην τρελαθούμε.

Τα φιξάκια πρωτοφορέθηκαν σε μεγάλα αστικά κέντρα παγκοσμίως από ψαγμένους κομιούτορες και ταχυμεταφορείς. Μοιραίως ξεφύτρωσε και στην χώρα μας η σχετική υποκουλτούρα, με όλα τα συμπαρομαρτούντα.

Εκ του αγγλικάνικου fixie.

1.
Να εύχεσαι να ναι μακρύς ο δρόμος (αν οδηγείς φιξάκι)

2.
Πλήθος πολύχρωμο μαζεμένο, αλλιώτικα ποδήλατα, πιό χρωματιστά και πιο όμορφα, ξέρετε το γεγονός ότι τα φιξάκια είναι μόδα και έχουν άλλο κοινό, οδηγεί τους κατασκευαστές να τολμήσουν χρωματικά.

3.
Το να έχεις φρένα στο fixie είναι φλωριά, γι'αυτό οι περισσότεροι φιξάδες δεν διαθέτουν φρένα.

4.
Aρέσουν στα κορίτσια οι φιξάδες; Μπαα! Απλώς τους κάνει εντύπωση το χωρίς φρένα ή τα ποδήλατα που έχουν ωραία χρώματα!

Πως να σκιντάρεις (από σφυρίζων, 18/11/13)Τυπικό φιξάκι (από σφυρίζων, 18/11/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λεπόν, υπάρχουν τουλάστιχον δυο μεγάλες κατηγορίες πλασέ:

  • Ένα καλοζυγισμένο και όχι ιδιαίτερα δυνατό σουτ με το οποίο ο παίχτης «πλασάρει» την μπάλα (συνήθως με το εσωτερικό του ποδιού) όπου ή σε όποιον θέλει.. Εκ του γαλατικού placer, τοποθετώ («une balle bien placée»). Παίζει και στο βόλεϊ.
  • Στο γλωσσάρι των αλογομούρηδων, ιπποδρομιακό στοίχημα ότι το άλογο στο οποίο ποντάρουμε θα τερματίσει σε μια από τις δύο πρώτες θέσεις. Πάλι, εκ του γαλατικού placer (αγγλικανιστί: each-way).

1. Απέκρουσε με ανάποδο ψαλιδάκι το πλασέ του Μέσι

2.
♫ Τον τζόκεϊ με το άλογο
βοήθα Παναγιά μου
για να μην έρθουνε πλασέ, ναι πλασέ
και χάσω τα λεφτά μου, στον ιππόδρομο ♫
(Γιώργος Μητσάκης)

Πλασέ μεγάλου παίχτου (από σφυρίζων, 03/04/13)Αλογομούρικο πλασέ (από σφυρίζων, 03/04/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για ιδιαίτερα εὔβολη βολή τση μπάλας:

  • Στο ποδόσφαιρο, το δυνατό σουτ της μπάλας στον αέρα, πριν σκάσει στο χόρτο.
  • Στο τένις, όταν το χτύπημα πραγματοποιείται πριν η μπάλα αναπηδήσει στο έδαφος, συνήθως κοντά στο φιλέ.

    Εκ του γαλατικού volé.

1. Γκολ τερματοφύλακα με βολέ!

2. Δυναμικό σερβίς, στιβαροί φλατ winners και όμορφο βολέ.

Πιο βολέ εν γίνεται (από σφυρίζων, 29/03/13)Canto όπως ο Φέντερερ (από σφυρίζων, 29/03/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν αναφερόμεθα στο υπερστιλάτο ιταλικό πραπρά και υπέρτατο φετίχ των Mods, αλλά στην θεαματικότερη ίσως ποδοσφαιρική καγκουριά έβερ: στην ντρίμπλα λαμπρέτα.

Πρόκειται για ελιγμό όπου ο ντριμπλαδόρος εκτινάσσει την μπάλα από πίσω του και πάνω από το κεφάλι του αμυντικού σε τροχιά 360° που θυμίζει ουράνιο τόξο. Η λαμπρέτα είναι φιγουρατζίδικη και γαμάουα αλλά - φευ! - περιορισμένης αποτελεσματικότητας και ωσεκτουτού συναντάται κυρίως σε δρόμικα παιχνίδια και λιγότερο σε επαγγελματικούς αγώνες.

Αγγλιστί: rainbow kick, γαλλιστί coup du sombrero.

1. Ο ποδοσφαιριστής της Ιντερνασιονάλ «άδειασε» τον αντίπαλο αμυντικό με την λεγόμενη ντρίμπλα «λαμπρέτα» αλλά στην συνέχεια στάθηκε άτυχος καθώς το πλασέ που επιχείρησε βρήκε στο δοκάρι.

2. «Κακιά συνήθεια» έχει γίνει στον Λεάντρο Νταμιάο η ντρίμπλα «λαμπρέτα». Ο Βραζιλιάνος άσος βρήκε την ευκαιρία να προσφέρει θέαμα στο φιλικό της Βραζιλίας με την Αργεντινή.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν τρεις μεγάλες κατηγορίες πιτσαρίσματος, όλες κάργα αμερικλανιές.

- O Brian Duensing με υποδειγματικό πιτσάρισμα σε οκτώ innings, οδήγησε τους αποδεκατισμένους Minnesota Twins στη νίκη με 6-0 επί των Kansas City και παράλληλα στο πρώτο σουίπ μετά από τέσσερα χρόνια!
(εδώ)

- Στο Χόλιγουντ η ανωνυμία δεν απέχει παρά ένα βήμα από την επιτυχία, και αυτό το βήμα το λένε πιτσάρισμα. Πιτσάρω σημαίνει αφηγούμαι μια ιστορία με τον πιο δελεαστικό τρόπο, για να πουλήσει. Μέσα σ' έξι λεπτά το πολύ, ακόμα καλύτερα σε τέσσερα, στην ιδανική περίπτωση δύο. (εκεί)

- Κοβω ξερω γω κανα chop και το ριχνω και ενα Pitching στα 300 Cents για παραδειγμα υπαρχει καποιος τροπος/ορισμος (πεστος οπως θες τσπν) ωστε να ρυθμισω το μπασο με τετοιο τροπο ωστε να εφαρμοστει «ακριβως-περιπου» στο chop (που εκοψα) οσον αφορα τα cent;
- δοκιμασε να πιτσαρεις και το μπασο οσο πιτσαρες το sample και βρες την μελωδια λιγο πιο πανω
(παραπέρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός τύπου που συχνάζει σε σκακιστικούς συλλόγους, ο οποίος δεν χάνει την ευκαιρία να προτείνει ένα μπλιτς στα γρήγορα. Το μπλιτς είναι το γρήγορο ματς (δέκα λεπτών ο αγώνας, με χρονόμετρο) μεταξύ δυο αντιπάλων, αλλά ένας καλός σκακιστής σε επίπεδο μαιτρ μπορεί να κερδίσει την παρτίδα μέσα στα δέκα λεπτά. Ο μπλιτσαδόρος, για τους υπολοίπους του συλλόγου, είναι κάτι σαν το αντίστοιχο του μπριτζ (ομοιοκατάληκτο), σαν πρεφαδόρος.

Ωχ τι θέλει πάλι ο μπλιτσαδόρος... τι να παίξουμε τώρα, εδώ παρακολουθούμε αγώνα σοβαρό.

(από allivegp, 01/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος προέρχεται από το όνομα του οδηγού της φόρμουλα 1, Μίχαελ Σουμάχερ.

Αναφερόμαστε στον οδηγό που την έχει δει πιλότος και τρέχει μαλλιοκούβαρα. Μπαίνει στις στροφές με τις μπάντες και με τις πόρτες ενώ η αδρεναλίνη του είναι μόνιμα στο κόκκινο. Ένα σύννεφο σκόνης σηκώνεται από όπου περνάει, ενώ είναι ικανός να παρασύρει τα πάντα στο πέρασμα του.

Συχνά «χαίρει» της εκτίμησης περαστικών που τον παρασημοφορούν με φάσκελα, όταν τον δουν μπροστά τους. Αυτός όμως, τους έχει συνδεμένους με κέντρο, και ζώντας στην καρακοσμάρα του, συνεχίζει την πτήση του. (βλ. Παράδειγμα 1). Άλλες φορές δε, εντυπωσιάζει με τις ικανότητες του, τους φίλους του. (βλ. Παράδειγμα 2)

  1. - Φάε ρε το μαλάκα το Σούμι. Πώς τρέχει έτσι το άτομο;
    - Δε λες που παραλίγο να μας σκοτώσει.

  2. - Σωστός Σούμι ο Μήτσος. Δεν κατάλαβα για πότε φτάσαμε στην Πάτρα!

Μίχαελ Σουμάχερ (από GATZMAN, 28/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified