Λέξη στα καλιαρντά που σημαίνει «κάνω μια μαλακία, διακινδυνεύω» ή απλά «τζογάρω».
Αθόριτος είναι ο παράλογος και αθοριτιανή η χαρτοπαιξία.
*αθοριτιάζω κάρτες = παίζω χαρτιά
*αθοριτιάζω τα χόρσια = παίζω στον ιππόδρομο
Λέξη στα καλιαρντά που σημαίνει «κάνω μια μαλακία, διακινδυνεύω» ή απλά «τζογάρω».
Αθόριτος είναι ο παράλογος και αθοριτιανή η χαρτοπαιξία.
*αθοριτιάζω κάρτες = παίζω χαρτιά
*αθοριτιάζω τα χόρσια = παίζω στον ιππόδρομο
Got a better definition? Add it!
Τα κλαόσικά ξύλινα ποδοσφαιράκια όπου οκτώ μεταλλικές ράβδοι (σαν σούβλες) συνδέουν τους παίχτες-πιόνια των δύο ομάδων (τέσσερις για κάθε ομάδα) και, με μια χειρολαβή στην άκρη τους, ο παίχτης μπορεί να τις μετακινήσει και να τις περιστρέψει για να εμποδίσει ή να χτυπήσει το μπαλάκι.
Η ονομασία προφανώς έχει δοθεί από το γεγονός ότι τα ποδοσφαιράκια αυτά υπάρχουν συνήθως σε χώρους μαζί με ηλεκτρονικά παιχνίδια (ουφάδικα-μπλιμπλίκια) κι ορισμένες φορές και μπιλιάρδα.
Όταν ήμουν μικρός μου άρεσε πολύ το subuteo, αλλά τον ενθουσιασμό που σου δίνει το μπλιμπλίκι δεν τον βρίσκεις αλλού.
Got a better definition? Add it!
Καλιαρντή λέξη εκ των παπατζής (=αυτός που παίζει τον παπά) και τεκνό, σημαίνει τον κλέφτη και απατεώνα, αυτόν που πουλάει παπάτζες, ιδίως αν είναι νεαρό τεκνό.
Γράψε ρε βλάκα Σύριζα τίποτα αστείο να γελάσει ή να διαφωνήσει ο κόσμος. Να γουστάρουμε ναούμ'. Παπατζότεκνο! Βλακαμά! (Από διένεξη στο θρυλικό μπλογκ Βαψομαλλιάδες)
Got a better definition? Add it!
Παίζω μπαρμπούτι, παίζω ζάρια στα καλιαρντά.
- Ἄντε μωρή, ξεκοῦνα νὰ πᾶς γιὰ τροτουάρ νὰ δοῦμε Θεοῦ πρόσωπο!
- Νάκα Ἀντρέα κατετζόρνα, βαρυέμαι! Θὰ ντὶκ κρυσταλλοσινοῦ... Ἂει κυβοκοκκαλιάσου νὰ ματσωθῇς, οὔφ...
- Ἴσα ρὲ σπαριλόμπεη (εἰρωνικά)! Ντὰπ, ντούπ (τὸν πλακώνει...). (Παράδειγμα Αἴαντος).
Got a better definition? Add it!