Είναι το μειράκιο που παριστάνει τον μεγάλο, το μουστάκι του θυμίζει τρίχες απ' τ' αρχίδια, αφού.

Δες εδώ τον αρχιδομούστακο που μου θέλει και γκόμενα!

Σημείωση: Το παράδειγμα είναι από προφορική επικοινωνία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αργκό της κερκίδας. Κριάρι είναι ο δυνατός και άτεχνος παίκτης. Γεροδεμένος και καλός στις κουτουλιές - συγνώμη, κεφαλιές - αλλά δυσκίνητος και απελπισία όταν η μπάλα είναι κάτω. Μηδέν τρίπλα, μηδεν πάσα, μηδέν αντίληψη - αλλά παληκάρι και συχνά σκληρός. Συνήθως σέντερ μπακ. Μια-δυο φορές σε κάθε ματς επιχειρεί κατεβασιά με τη μπάλα στα πόδια - πολύ γέλιο. Μπορεί να είναι και σέντερ φορ με ανάλογα χαρακτηριστικά - το λεγόμενο «φουνταριστό» σέντερ φορ που ρίχνει άγκυρα στη μικρή περιοχή των αντιπάλων και προσπαθεί να πάρει τις κεφαλιές.

Κριάρια, από το Rams, είναι και το παρατσούκλι της Αγγλικής Derby County. Δεν υπάρχει - απαραίτητα - σχέση.

ُΣχετικά λήμματα: άμπαλος, Ampalinho (Αμπαλίνιο), δεν τη βρίσκει με τίποτα, δεντηβρίσκοβιτς, δεν κόβει ούτε με βαλέ, δρεπανηφόρο άρμα

  1. O Aβραάμ μέχρι πρότινως ήταν ένα κριάρι. Ένα άμπαλο κριάρι, του οποίου το καλό όνομα ήταν δημιούργημα των δημοσιογράφων της Θεσσαλονίκης (σχόλιο για τον κεντρικό αμυντικό του Ολυμπιακου Αβράαμ Παπαδόπουλο στο φόρουμ ΑΕΚΑΡΑ, www.rocking.gr)

  2. Οτι είναι άτεχνος και ατσούμπαλος συμφωνώ,αλλά δεν αμφισβητώ πως είναι δυνατός και γρήγορος..Εξάλλου ο ¨Αντζας ξέρει πολλή μπάλα για σέντερ μπακ,αλληλοσυμπληρώνονται..Όλες οι ομάδες έχουν έναν κουμανταδόρο και ένα κριάρι στην άμυνα για να κάνει τη βρώμικη δουλειά... (από το www.fmgreece.gr, πάλι για τον Αβράαμ)

Ο Αβράαμ - αν η μπάλα ήταν τόσο μεγάλη θα την είχε βρει (από poniroskylo, 24/02/09)Το σήμα των "Κριαριών" (από poniroskylo, 24/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ατάκα προέρχεται από το γεγονός πως ορισμένα ρούχα (πχ μάλλινα), μαζεύουν κατά το πλύσιμο στο πλυντήριο, μ' αποτέλεσμα να μικρύνει το μέγεθος τους.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση και βάσει των παραπάνω, η ατάκα αναφέρεται :

  1. Σε κοντό άνθρωπο, σε τάπερμαν, σε κάποιον που είναι ένα και τίποτα. (παράδειγμα 1)

  2. Σε άνθρωπο που αποδεικνύεται κατώτερος των περιστάσεων. (παράδειγμα 2)

  1. - Το είδες το νέο αμόρε της Λίλιαν;
    - Aν τον είδα, λέει. Πολύ κοντός μωρ' αδερφάκι μου.
    - Άστα μπήκε στο πλύσιμο! Χα χα χα...
    - Θα τον αναλάβει η δικιά σου και σε dt θα τον κάνει φωτογραφία ταυτότητας.

  2. Σαν παίκτης ήταν γίγαντας στο ύψος και λατρεύτηκε.
    Σαν πρόεδρος, μπήκε στο πλύσιμο, κόντυνε και του τα χώνουμε μάλιστα. Ευφυΐα ημιλιπόθυμης αμοιβάδας.
    http://www.aekplanet.com/showthread.php;p=10045

Μπήκα στο πλύσιμο γιαυτό κι οι αυξήσεις που σας έδινα ήταν ανάλογες.Ο Καραμανλής όμως δεν έχει δικιολογία. (από GATZMAN, 30/11/08)Παρόλο που έχω μπεί στο πλύσιμο, η πεθερά μου στην ταινία:"Ο Κλέαρχος, η Μαρίνα κι ο κοντός" με εβαζε να πλένω στον νεροχύτη.Αδικία.Θα κοντύνω κι άλλο. (από GATZMAN, 30/11/08)Πότε Βούγιας, πότε Κούγιας... (από Vrastaman, 30/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τσιγκούνης του κερατά, αρχισπάγκος.

- Ο Ιορδάνης έχει καβούρια στις τσέπες. Όλα τα μετράει. Να φανταστείς, φώναξε ηλεκτρολόγο να βγάλει τα λαμπάκια από τον ηλεκτρικό πίνακα, για να ελαττώσει την κατανάλωση.
- Καλά, τόσο αυγοζύγης είναι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πολύ κοντός άνδρας. Λέγεται και για γυναίκες.

- Κοίτα να δεις τη Λίτσα που πηδιέται με αυτόν τον κουβά. - Ας μην είχε φράγκα και θα σού 'λεγα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified